Φτωχότερα κατά 1.171 ευρώ κατά μέσον όρο κατέστησαν το 2011 τα ελληνικά νοικοκυριά, μετά την κατά 5,9% μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ στο σύνολο της χώρας σε σχέση με το 2010.
Στις περιφέρειες, μάλιστα, της Αν. Μακεδονίας, Θράκης, των Ιονίων νησιών και της Ηπείρου που επλήγησαν περισσότερο, η μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος φτάνει μέχρι και το 9,7% (φτωχότερα νοικοκυριά κατά 1.430 ευρώ). Μοναδική και αξιομνημόνευτη εξαίρεση αποτελεί η περιφέρεια της Δ. Μακεδονίας της οποίας το κατά κεφαλήν ΑΕΠ παρουσιάζει αύξηση 2,1% χάρη κυρίως στην αυξημένη οικονομική δραστηριότητα των μεταλλείων της μεταποίησης της ενέργειας και της παροχής νερού.
Ειδικότερα και σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, το κατά κεφαλήν εισόδημα περιορίστηκε συνολικά στη χώρα στα 18.747 ευρώ το 2011 έναντι 19.918 ευρώ το 2010. Η περιοχή της Αττικής και ο τομέας των υπηρεσιών εξακολουθούν να κλέβουν την παράσταση στην πίτα του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, αποδεικνύοντας ότι η ακτινογραφία της ελληνικής οικονομίας πολύ δύσκολα μπορεί να αποκτήσει μία διαφορετική εικόνα.
Πράγματι, στη μεν Αττική παράγεται σχεδόν το ήμισυ του συνολικού ΑΕΠ της χώρας (48,1%) πράγμα απόλυτα βεβαίως λογικό με βάση το ποσοστό συγκέντρωσης του πληθυσμού στο Λεκανοπέδιο. Επίσης λογικό, σε σχέση με τη διάρθρωση της οικονομίας μας, είναι και το γεγονός ότι ο τομέας των υπηρεσιών συμμετέχει στο ΑΕΠ με το εντυπωσιακό ποσοστό του σχεδόν 75%, τη στιγμή που η συμμετοχή του πρωτογενή τομέα περιορίζεται περί το 4% και του δευτερογενή περί το 20%.
Απόλυτα, ωστόσο, ενδεικτική της ανισομερούς κατανομής του πλούτου είναι η γεωγραφική κατανομή του ΑΕΠ, από την οποία προκύπτει ότι στην Αττική το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ φτάνει στα 25.224 ευρώ, τη στιγμή που στην Αν. Μακεδονία και Θράκη δεν ξεπερνά στα 13.338 ευρώ, στη Θεσσαλία τα 13.251 και στην Ηπειρο 12.957 ευρώ. Δεύτερη μετά την Αττική πλουσιότερη περιφέρεια, εμφανίζεται η περιφέρεια του Ν. Αιγαίου με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ να διαμορφώνεται στα 20.896 ευρώ (μείωση 6,9% σε σχέση με το 2010).
Η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία το 2011 μειώθηκε κατά 6,2% στο σύνολο της χώρας με τη μεγαλύτερη σχετική μείωση να καταγράφει η Αν. Μακεδονία-Θράκη με 9,1% και να ακολουθούν με περίπου 8% τα Ιόνια Νησιά, η Ηπειρος και η Θεσσαλία.
Κίνδυνος φτώχειας
Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν σαφώς τον κίνδυνο φτώχειας που αντιμετωπίζουν άμεσα στα ελληνικά νοικοκυριά, καθώς με βάση τα αποτελέσματα της δειγματοληπτικής έρευνας εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών έτους 2012 (περίοδος αναφοράς εισοδήματος το έτος 2011) προκύπτουν ζοφερά συμπεράσματα για τον πληθυσμό της χώρας:
• Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.708 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 11.986 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
• Το έτος 2012, τo 23,1% του συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας όταν το όριο φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου εισοδήματος του νοικοκυριού.
• Το μέσο ετήσιο ατομικό ισοδύναμο εισόδημα ανέρχεται σε 10.676 ευρώ και το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας σε 17.977 ευρώ.
• Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 914.873 και τα μέλη τους σε 2.535.700.
• Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 26,9% και είναι υψηλότερος κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού.
• Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών ανέρχεται σε 17,2% και είναι μειωμένος κατά 6,4 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2011.
• Ο πληθυσμός που διαβιεί σε νοικοκυριά που δεν εργάζεται κανένα μέλος ή εργάζεται λιγότερο από 3 μήνες, συνολικά, το έτος, ανέρχεται σε 1.010.900 άτομα ή σε 16,1% του πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών, ενώ το 2011 ανερχόταν σε 837.300 άτομα.
• Το ποσοστό του πληθυσμού που απειλείται από τη φτώχεια ως προς το σύνολο του πληθυσμού για κάθε μία από τις παρακάτω ομάδες είναι:
– Μονογονεϊκά νοικοκυριά με, τουλάχιστον, ένα εξαρτώμενο παιδί (66%).
– Ανδρες άνεργοι (52,1%).
– Λοιποί μη οικονομικά ενεργοί (εκτός συνταξιούχων) (33,3%).
– Παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (26,9%).
– Μονοπρόσωπα νοικοκυριά με μέλος θήλυ (24,1%).
– Νοικοκυριά με έναν ενήλικα ηλικίας 65 ετών και άνω (23,5%).
• Ο πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται σε 3.795.100 άτομα ή σε 34,6% του συνόλου του πληθυσμού (το έτος 2011 ήταν 3.403.300 άτομα).
• Ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, υπολογιζόμενος με κατώφλια διάφορα του 60% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, ανέρχεται σε:
– 10,6%, αν το κατώφλι οριστεί στο 40% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος.
– 16%, αν το κατώφλι οριστεί στο 50% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος και
– 27,3%, αν το κατώφλι οριστεί στο 70% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, αντίστοιχα.
Κοινωνικές μεταβιβάσεις
και κίνδυνος φτώχειας
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 49,8%, ενώ, όταν περιλαμβάνονται μόνο οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα, μειώνεται στο 26,8%. Το ανωτέρω ποσοστό μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ανέρχεται σε 23,1%.