Eλεύθερος με τον περιοριστικό όρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα κρίθηκε χθες μετά την απολογία του με ομόφωνη απόφαση του τακτικού Ανακριτή του Α’ τμήματος Ρόδου κ Λ. Βαλσαμή και του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου κ Κ. Μπούτσικού ο κατηγορούμενος για πλαστογραφία με χρήση με συνολικό όφελος άνω των 73.000 ευρώ και για λαθρεμπορία κατ’ εξακολούθηση, εκπρόσωπος εταιρείας εισαγωγής μεταχειρισμένων αυτοκινήτων από το εξωτερικό που ενεπλάκη στην πολύκροτη υπόθεση εκτελωνισμού ταξί με πλαστά στοιχεία.
O κατηγορούμενος φέρεται να εισήγαγε πολυτελή αυτοκίνητα από το εξωτερικό με τη χρήση πλαστών στοιχείων τα οποία έχουν διατεθεί ως επιβατικά δημόσιας χρήσης. Aπό την έρευνα των υπαλλήλων του Tελωνείου της Pόδου διαπιστώθηκε ότι εκτελωνίστηκαν στο νησί και χρησιμοποιούνται ως ταξί 28 οχήματα τύπου Mercedes κυρίως E220.
Ο νόμος επιτρέπει συγκεκριμένα να εκτελωνίζονται μεταξύ χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης ΙΧ αυτοκίνητα τα οποία δεν έχουν συμπληρώσει 5 έτη κυκλοφορίας ενώ σε ό,τι αφορά τα επιβατικά δημόσιας χρήσης (ταξί) ο ίδιος νόμος προβλέπει ότι αυτά οφείλουν να έχουν ηλικία μέχρι 2 έτη.
Απολογούμενος ενώπιον του κ Ανακριτή επεσήμανε ότι προκειμένου να τεθούν σε κυκλοφορία τα μεταχειρισμένα επιβατικά Δημόσιας χρήσης αυτοκίνητα ακολουθείτο εκ μέρους του η από την τελωνιακή νομοθεσία προβλεπόμενη διαδικασία και αφού καταβαλλόντουσαν οι προβλεπόμενοι δασμοί (τέλη ταξινόμησης κ.λ.π) τα αυτοκίνητα ετίθεντο κανονικά σε κυκλοφορία.
Μετά πάροδο σημαντικού χρόνου από την πώληση και την τήρηση της νόμιμης διαδικασίας εκτελωνισμού των είκοσι οκτώ αυτοκινήτων δημοσίας χρήσης (ΤΑΞΙ), όπως επεσήμανε, διαπιστώθηκε από τις τελωνιακές αρχές ότι τα έγγραφα τα οποία συνόδευαν τα 28 αυτά αυτοκίνητα είχαν « πλαστογραφηθεί » ως προς την ηλικία των αυτοκινήτων.
Αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν να κληθούν όλοι οι αγοραστές των αυτοκινήτων να καταβάλουν την διαφορά επί των τελών ταξινόμησης και να εκδοθούν σε βάρος τους καταλογιστικές πράξεις του προϊσταμένου του Τελωνείου της Ρόδου.
Ο κατηγορούμενος δήλωσε έκπληκτος από το γεγονός επισημαίνοντας ότι ο ίδιος τηρούσε τις νόμιμες διαδικασίες.
Όπως επεσήμανε σ’ όλες τις επίδικες περιπτώσεις παραγγελίας και αγοράς αυτοκινήτων ζητούσε από τις αλλοδαπές επιχειρήσεις πώλησης αν υπάρχουν διαθέσιμα αυτοκίνητα το όριο ηλικίας των οποίων να μην υπερβαίνει τα δύο χρόνια, διευκρινίζοντας ότι βάσει της Ελληνικής αλλά και της Κοινοτικής Νομοθεσίας πρόκειται για ΤΑΞΙ και υπάρχουν περιορισμοί για την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας.
Υποστήριξε παραπέρα ότι όταν οι έμποροι του εξωτερικού του απαντούσαν ότι υπήρχε διαθέσιμο αυτοκίνητο με τις πιο πάνω προδιαγραφές καλούσε τον πελάτη ο οποίος ενέκρινε την αγορά και προχωρούσε τις σχετικές διαδικασίες.
Συγκεκριμένα έμβαζε το συμφωνηθέν τίμημα και τα αυτοκίνητα αποστέλλοντο στο Πειραιά και από κει με πλοίο στη Ρόδο. Αμέσως υπέβαλλε τα σχετικά έγγραφα του κάθε αυτοκινήτου, τα οποία ελεγχόντουσαν από την Υπηρεσία του Τελωνείου, εκτελωνιζόταν το αυτοκίνητο και παραδίδονταν για την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας αφού και πάλι γινόταν έλεγχος των σχετικών δικαιολογητικών.
Δήλωσε κατηγορηματικά ότι καμία σχέση ή ανάμειξη δεν είχε ο ίδιος στην αποστολή των συνοδευτικών εγγράφων , αλλά ούτε και μπορούσε να γνωρίζει εάν αυτά ήταν παραποιημένα ή όχι. Υποστήριξε ότι εάν υπήρξε παραποίηση αυτή είναι βέβαιο έγινε στο εξωτερικό και μάλιστα με τρόπο που ήταν αδύνατο να το διαπιστώσει ο ίδιος.
Επεσήμανε παραπέρα ότι σ΄ όλες τις επίδικες περιπτώσεις το κέρδος το οποίο είχε κυμαινόταν από 1.000 έως 1.500 ευρώ.
Ως συνήγορος υπεράσπισης του παρέστη ο δικηγόρος κ Δημ. Καραγιώργης.