Για την 20η Μαΐου 2015 αναβλήθηκε χθες από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ρόδου η εκδίκαση υπόθεσης απάτης με τη χρήση πλαστών επιταγών με κατηγορούμενους δύο Αθηναίους, που φέρονται να εμπλέκονται σε κύκλωμα που έδρασε στη χώρα και να απεκόμισε τεράστια οφέλη, εξαπατώντας επιχειρηματίες, κυρίως του κλάδου των κατασκευών.
Από την ακροαματική διαδικασία προέκυψε συγκεκριμένα ότι η μηνυτήρια αναφορά από έναν κάτοικο της Ρόδου, διαχειριστή γνωστής ομόρρυθμης εταιρείας, που προκάλεσε την παραπομπή των δύο κατηγορούμενων σε δίκη, δεν είναι η μόνη καθώς η υπόθεση έχει απασχολήσει και το Τριμελές Εφετείο Αθηνών επί κακουργημάτων.
Ο Ροδίτης επιχειρηματίας είναι μάρτυρας κατηγορίας και ενώπιον του κακουργιοδικείου Αθηνών και ως εκ τούτου προς αποφυγή εκκρεμοδικίας η υπόθεση αναβλήθηκε, προκειμένου με ενέργειες της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Ρόδου, να ζητηθούν στοιχεία από την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών.
Το ιστορικό της υπόθεσης φέρεται να έχει ως εξής:
Την 21η Μαΐου 2009 επικοινώνησε τηλεφωνικά με την εταιρεία του μηνυτή άτομο που συστήθηκε ως Κωνσταντίνος Βασιλειάδης, ενεργώντας, όπως ισχυρίσθηκε, για λογαριασμό της ανώνυμης εταιρείας, η οποία εδρεύει στην Γλυφάδα Αττικής και ζήτησε πληροφορίες σχετικά με τις προδιαγραφές και τις τιμές πώλησης εξωτερικών (ασφαλείας) και εσωτερικών πορτών, που η εταιρεία εισάγει από το εξωτερικό και διαθέτει στην αγορά.
Την επόμενη ημέρα, το ίδιο άτομο επικοινώνησε ξανά τηλεφωνικά με την εταιρεία και παρήγγειλε, για λογαριασμό της προαναφερόμενης ανώνυμης εταιρείας, 22 εξωτερικές ατσάλινες πόρτες ασφαλείας, σαράντα άβαφες ξύλινες και μία βαμμένη ξύλινη πόρτα.
Συμφωνήθηκε δε να παραδοθούν οι πόρτες στην ανώνυμη εταιρεία, μέσω πρακτορείου μεταφορών και να καταβληθεί το τίμημα τους με μεταχρονολογημένες επιταγές και με την μέθοδο της αντικαταβολής. Στις 25.05.09 η εταιρεία εξέδωσε για την πώληση των προαναφερόμενων πορτών, το τιμολόγιο πώλησης, ποσού 9.689,12 ευρώ και τις παρέδωσε, προκειμένου να τις μεταφέρει στην Αθήνα, σε πρακτορείο μεταφορών.
Οι πόρτες αυτές παρελήφθησαν στην Αθήνα από τις εγκαταστάσεις του πρακτορείου μεταφορών από άτομο το οποίο κατά δήλωση του ονομαζόταν Κωνσταντίνος Βασιλειάδης, το οποίο, όπως συμφωνήθηκε, παρέδωσε κατά την παραλαβή τους και έναντι του τιμήματος τους, μεταχρονολογημένη επιταγή ποσού 9689,00 ευρώ έκδοσης της ανώνυμης εταιρείας, σε διαταγή της εταιρείας της Ρόδου.
Στις 10.06.09, το ίδιο προαναφερόμενο άτομο, που συστήθηκε ως Κωνσταντίνος Βασιλειάδης επικοινώνησε ξανά με την εταιρεία και παρήγγειλε αυτή τη φορά 25 εξωτερικές ατσάλινες πόρτες ασφαλείας, 44 βαμμένες ξύλινες πόρτες, 51 άβαφες ξύλινες πόρτες, 14 έπιπλα μπάνιου μικρού μεγέθους και δέκα έπιπλα μπάνιου μεγάλου μεγέθους με καθρέφτη. Λόγω του μεγάλου όγκου της παραγγελίας αυτής οι εκπρόσωποι της ροδίτικης εταιρείας ζήτησαν από την ICAP Credit Rating να τους παράσχει πληροφορίες για την οικονομική επιφάνεια και σταθερότητα της ανώνυμης εταιρείας, η οποία, σύμφωνα με τις εγγραφές στο αναλυτικό δελτίο που της χορηγήθηκε, εμφανιζόταν συνεπέστατη σε κάθε είδους υποχρέωσή της.
Στις 16.06.09 η εταιρεία εξέδωσε, για την δεύτερη πώληση, τιμολόγιο πώλησης – δελτίο αποστολής συνολικού ποσού 23.600,11 ευρώ και παρέδωσε τα προαναφερόμενα είδη που αποτελούσαν την νέα παραγγελία στην ίδια μεταφορική εταιρεία. Οι πόρτες αυτές παρελήφθησαν και πάλι στην Αθήνα από τις εγκαταστάσεις του πρακτορείου μεταφορών από το ίδιο προαναφερόμενο άτομο το οποίο παρέδωσε κατά την παραλαβή τους και έναντι του τιμήματος τους τρεις επιταγές.
Στις 01.07.2009 οι εκπρόσωποι της ροδίτικης εταιρείας παρέλαβαν στη Ρόδο, από το πρακτορείο μεταφορών τις 4 επιταγές.
Στις 10.07.2009, ο διαχειριστής της εταιρείας εμφάνισε την πρώτη από τις προαναφερόμενες επιταγές στο υποκατάστημα Ρόδου της Τράπεζας Πειραιώς προς εξόφλησή της, αλλά διαπιστώθηκε η έλλειψη επαρκούς υπολοίπου. Αυτός ζήτησε να μην σφραγιστεί και προσπάθησε αμέσως να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με την ανώνυμη εταιρεία χωρίς όμως να τα καταφέρει.
Kατάφερε όμως να επικοινωνήσει με τον εκδότη της επιταγής αυτής, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι δεν γνωρίζει τίποτα για τις προαναφερόμενες τραπεζικές επιταγές έκδοσής του και ότι πιθανότατα αυτές είναι παράλληλες (πλαστές), αφού του είχε ξανασυμβεί δύο φορές στο παρελθόν.
Στην προσπάθειά του να μάθει τι γίνεται, ο διαχειριστής της εταιρείας, επικοινώνησε με την ανώνυμη εταιρεία, στο τηλέφωνο που αναγραφόταν στην σφραγίδα των προαναφερόμενων επιταγών και πληροφορήθηκε από υπάλληλό της ότι δεν υπάρχει κανένας εργαζόμενος με το ονοματεπώνυμο Κωνσταντίνος Βασιλειάδης στην εταιρεία. Επίσης δήλωσε άγνοια για τις παραγγελίες που έγιναν από την εταιρεία τους.
Στις 15.07.2009, ζήτησαν από τις πληρώτριες τράπεζες των προαναφερόμενων επιταγών να προχωρήσουν σε έλεγχο πλαστότητάς τους. Η μεν Τράπεζα Κύπρου και η Γενική Τράπεζα τους ενημέρωσαν πως σύμφωνα με τα μέσα που διαθέτουν τα καταστήματά τους στη Ρόδο οι πληρωτέες απ’ αυτές επιταγές από τις παραπάνω αναφερόμενες δεν είναι πλαστές, ενώ η τράπεζα Millennium βεβαίωσε ότι η πληρωτέα απ’ αυτήν επιταγή είναι πλαστή, αφού η κατά τους ισχυρισμούς της γνήσια είχε ήδη παρουσιαστεί και εξοφληθεί.
Σε αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επικοινωνίες του διαχειριστή της εταιρείας κατά το διάστημα 10.07.2009 έως 17.07.2009 με τον διευθύνοντα σύμβουλο ανώνυμης εταιρείας που φερόταν να είχε εκδώσει μια εκ των επιταγών, αυτός του είπε ότι η επιταγή ήταν πλαστή, ότι γνώριζε το πρόβλημα διότι είχαν εμφανιστεί προς πληρωμή και άλλες πλαστές επιταγές και απέστειλε προς ενίσχυση των ισχυρισμών του αντίγραφο εξώδικης δήλωσης διαμαρτυρίας της.
Την υπόθεση χειρίστηκαν οι δικηγόροι κ.κ. Κώστας και Γιώργος Κυπραίος.