- Οι δύο προηγούμενες αιτήσεις της απερρίφθησαν
Και νέα αίτηση για την υπαγωγή της στη διαδικασία εξυγίανσης που προβλέπει ο πτωχευτικός κώδικας, μετά την απόρριψη δύο προηγούμενων, υπέβαλε χθες ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, γνωστή ανώνυμη εταιρεία πώλησης ειδών αργυροχρυσοχοϊας στο νησί της Ρόδου.
Η ανώνυμη εταιρεία, που ζήτησε την υπαγωγή της στις ως άνω διατάξεις, δραστηριοποιείται στο νησί από το έτος 1993 με ολοκληρωμένη μονάδα παραγωγής και το μετοχικό της κεφάλαιο ανέρχεται σε 1.250.000 ευρώ, περίπου, διανεμόμενο σε 40.550 μετοχές.
Η εταιρεία έχει οφειλές ύψους 5,2 εκατ. ευρώ σε προμηθευτές, τράπεζες και δημόσιο και έχει εκπονήσει σχέδιο για την ανάκαμψη των οικονομικών της μεγεθών.
Η δυσβάστακτη φορολογία και τα συνεχή εισπρακτικά μέτρα της κυβέρνησης έχουν οδηγήσει σε αβεβαιότητα τους αργυροχρυσοχόους, οι οποίοι αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις.
Η αύξηση στην τιμή του χρυσού πάνω από 50% τα τελευταία χρόνια, λόγω των διεθνών οικονομικών συγκυριών και της παγκόσμιας αστάθειας, έχει επηρεάσει αρνητικά τις συνήθειες των καταναλωτών οι οποίοι έχουν μειώσει σε σημαντικό βαθμό τις αγορές κοσμημάτων.
Ο προγραμματισμός της εταιρείας, ανετράπη αιφνιδίως συνεπεία μία σειράς παραγόντων που σχετίζονται τόσο με τις εν γένει οικονομικές συνθήκες της αγοράς όσο και με την αναπτυξιακή της στρατηγική.
Η φθίνουσα οικονομική πορεία της εταιρείας, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εν γένει οικονομική κρίση που έπληξε και την ελληνική αγορά και δημιούργησε πρωτοφανή έλλειψη ρευστότητας και ως εκ τούτου δραστική μείωση του αγοραστικού ενδιαφέροντος, ώστε οι πωλήσεις και ο κύκλος εργασιών της, να σημειώσουν κάθετη πτώση.
Ο δανεισμός της υπήρξε αναπόφευκτος, ωστόσο, η συνεχής ροή της επιχειρηματικής δραστηριότητάς της, επέτρεπε την ομαλή κάλυψη των δανειακών υποχρεώσεων και εξασφάλιζε την περαιτέρω χρηματοδότησή της.
Η αύξηση των επιτοκίων και των τραπεζικών τόκων κατ’ επέκταση, σε συνδυασμό με τον διαρκώς μειούμενο κύκλο εργασιών της εταιρείας, είχαν σαν αποτέλεσμα τον εξανεμισμό των κερδών της και τη δυσχέρεια στην κάλυψη των υποχρεώσεών της.
Αρνητικά συνέβαλε επίσης και η αύξηση του χρηματοοικονομικού κόστους της εταιρείας κατά τα τελευταία δύο έτη, συνεπεία αφενός μεν των υψηλών επιτοκίων εκτοκισμού των δανείων της, τα οποία επιβαρύνονται με επιτόκιο υπερημερίας κατά ένα μεγάλο μέρος τους, διότι δεν εξυπηρετούνται κανονικά, αφετέρου δε της ανακεφαλαιοποίησης των τόκων και της ως εκ τούτου αύξησης κατ’ έτος των δανειακών της υπολοίπων.
Η διοίκησης της εταιρείας εκτιμά ότι η επιτυχής κατάληξη των διαπραγματεύσεων με τις δανείστριες τράπεζες και η θέση σε εφαρμογή του προγράμματος λειτουργικής αναδιάρθρωσης που έχει εκπονήσει, σε συνδυασμό με το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης και τη λήψη των κατάλληλων μέτρων προς αποφυγήν της διασποράς των περιουσιακών της στοιχείων, θα την επαναφέρουν σε τροχιά ανάπτυξης και κερδοφορίας και σε θέση να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που διαφαίνονται στην μεταβαλλόμενη εγχώρια αγορά.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Ασ. Ασημακόπουλος.