Ο έμπορος καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε ποινή κάθειρξης 8 ετών
Eνώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου θα εξεταστεί η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα υπόθεση λαθρεμπορίας, που εξιχνίασε το Τελωνείο της Ρόδου, με κατηγορούμενο για χρήση πλαστού εγγράφου και λαθρεμπορία έναν κάτοικο της Ιαλυσού, ιδιοκτήτη εταιρείας εμπορίας οινοπνευματωδών ποτών, που έχει καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης 8 ετών, με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», ο Ροδίτης με την ιδιότητα του εταίρου και διαχειριστή εδρεύουσας στη Pόδο εταιρείας και ένας συγκατηγορούμενός του, που καταζητείται, κατηγορούνται ότι έθεσαν από κοινού τις σφραγίδες του ευρισκόμενου στο Bέλγιο φορολογικού γραφείου «VILVOORDE» καθώς και τη σφραγίδα του Bελγικού Tελωνείου της Antwerpen (Aμβέρσας) σε αντίτυπο συνοδευτικών φορολογικών εγγράφων (ΣΔE) που αφορούσαν οινοπνευματώδη ποτά, με προορισμό τα 6 αυτών, την επίσης Bελγική φορολογική αποθήκη HEWA BELGIUM N.V. Περαιτέρω δε ότι έκαναν από κοινού χρήση των πιο πάνω 32 συνοδευτικών φορολογικών εγγράφων (ΣΔE) προσκομίζοντάς τα στο Tελωνείο Pόδου.
Τις πράξεις αυτές κατηγορήθηκαν ότι τέλεσαν με σκοπό να προσπορίσουν στον εαυτό τους συνολικό περιουσιακό όφελος 2.771.118,07 ευρώ προκαλώντας ισόποση συνολική ζημία στην περιουσία του Eλληνικού Δημοσίου.
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι το έτος 2003 η εταιρεία του έλαβε μέσω του internet από το Βέλγιο και συγκεκριμένα από μια επιχείρηση με τον τίτλο “JOHN MARTIN” πρόταση να της πωλήσει περίπου 20.000 φιάλες διαφόρων αλκοολούχων ποτών συνολικής αξίας περίπου 128.000 ευρώ παραδοτέες στις φορολογικές αποθήκες που διατηρεί στη Ρόδο.
Για την συναλλαγή αυτή σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του απευθύνθηκε σε δυο υπαλλήλους του Τελωνείου Ρόδου στους οποίους παρέδωσε αντίγραφο της παραγγελίας και εκείνοι τον διαβεβαίωσαν ρητά ότι όλα ήσαν σύννομα αλλά κυρίως τον συνεβούλευσαν για εξασφάλισή του πριν από κάθε αποστολή ποτών, να προεισπράττει το τίμημα με σχετική τραπεζική κατάθεση. Μετά τις διαβεβαιώσεις τους αυτές η εταιρεία του πραγματοποίησε 32 αποστολές εμπορευμάτων από τη Ρόδο στο Βέλγιο.
Υποστηρίζει ακόμη ότι το Τελωνείο Ρόδου κατά παράβαση των εντολών και εγκυκλίων της γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομικών απευθύνθηκε με μεγάλη καθυστέρηση στις Τελωνειακές Αρχές του Βελγίου τον μήνα Απρίλιο του 2004 ζητώντας πληροφορίες και επαλήθευση των αρξάμενων από την εταιρεία του εξαγωγών στις παραπάνω δύο Βελγικές επιχειρήσεις.
Η απάντηση των Βελγικών Αρχών στο καθυστερημένο έγγραφο των Τελωνειακών Αρχών της Ρόδου έφθασε και αυτή με καθυστέρηση 6 μηνών κατά τον μήνα Οκτώβριο του 2004 διάστημα κατά το οποίο η εταιρεία του κατηγορουμένου στηριζόμενη στις διαβεβαιώσεις των εκπροσώπων του Τελωνείου Ρόδου πραγματοποίησε συνολικά 32 εξαγωγές.
Επισημαίνει ότι όλες ανεξαιρέτως οι ποσότητες ποτών που πωλήθηκαν στις 2 Βελγικές Εταιρείες φορτώθηκαν και παραδόθηκαν στις αποθήκες της εταιρείας του στη Ρόδο σε αυτοκίνητα που επελέγησαν από την μεταφορική εταιρεία του καταζητούμενου που ενεργούσε για λογαριασμό των Βελγικών εταιρειών και είχε την ευθύνη μεταφοράς και παράδοσης των επίδικων εμπορευμάτων στους παραλήπτες τους στο Βέλγιο χωρίς ανάμειξή του.
Ως συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου παρίσταται ο δικηγόρος κ. Μανώλης Κουτσούκος.