O σοβιετικός ηγέτης Νικήτα Χρουστσόφ διηγούνταν μεταξύ αστείου και σοβαρού ότι είχε δει τόσες φορές τη Μάγια Πλισέτσκαγια στη «Λίμνη των Κύκνων» ώστε στα όνειρά του ανακατεύονταν τανκς με … λευκό τούλι. Η χορεύτρια με την αντισυμβατική παρουσία που κατατάσσεται στις κορυφαίες του κόσμου, η λαμπερή προσωπικότητα που έγινε αντικείμενο λατρείας από ισχυρούς της γης, που συνδέθηκε με φιλικές σχέσεις με τον Ρόμπερτ Κένεντι αλλά και τους Αντρέι Ζαχάροφ, Φρανκ Σινάτρα, Ντμίτρι Σοστακόβιτς και Πιερ Καρντέν, που αποθεώθηκε από εκατομμύρια θεατές ανά τη γη, δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας. Ποια ήταν, όμως, η απόλυτη πρίμα μπαλαρίνα που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 89 ετών – όπως ανακοίνωσε το Σάββατο ο διευθυντής του θεάτρου Μπαλσόι, Βλαντίμιρ Ουρίν;
Το ιερό τέρας του μπαλέτου
«Η Μάγια ήταν και είναι ακόμα και σήμερα μια σταρ, ένα ιερό τέρας του μπαλέτου, η τέλεια επιτομή για τη θεατρική δόξα, ένα φωτεινό, λαμπερό ορόσημο σ’ έναν κόσμο που όλο και περισσότερο λείπουν τα μεγάλα ταλέντα, μια ομορφιά στον κόσμο της γοητείας του μπαλέτου».
Κάπως έτσι είχαν χαρακτηρίσει οι Financial Times τη μεγάλη Μάγια Πλισέτσκαγια όταν ερμήνευσε σε γκαλά για τα 80ά της γενέθλια το «Ave Maya», ειδικά χορογραφημένο για εκείνη από τον Μωρίς Μπεζάρ. «Αυτά τα χέρια μπορούν ακόμη να κάνουν το κορμί της να πετάξει» έλεγε ο διάσημος χορογράφος για την Μάγια Πλισέτσκαγια.
Κι αν κάτι χαρακτήρισε μια από τις μεγαλύτερες μπαλαρίνες όλων των εποχών ήταν το ότι μέχρι τελευταίας στιγμής δεν σταμάτησε να είναι ενεργή. Από το 2005 που ερμήνευσε το «Ave Maya» εμφανιζόταν στις πρωτεύουσες ανά τον κόσμο σε μεγάλα γκαλά προς τιμήν της, όπου ερμηνεύει το ειδικά χορογραφημένο γι’ αυτήν κομμάτι.
Φωτογραφίες από τον Παρθενώνα
Και μπορεί στην Ελλάδα τελικά να μην εμφανίστηκε σε ανάλογο γκαλά προς τιμήν της που είχε προγραμματιστεί αρχικά για τον Σεπτέμβριο του 2014, είχε μετατεθεί στη συνέχεια για τον Οκτώβριο αλλά δεν έγινε ποτέ, με τη χώρα μας, όμως, είχε μια ιδιαίτερη σχέση. «Έχω φωτογραφίες στον Παρθενώνα και θαυμάσιες αναμνήσεις απ’ αυτή τη χώρα που στάθηκε τόσο σημαντική για την τέχνη και τον πολιτισμό. Οσο για το Ηρώδειο, είναι ένα από α ωραιότερα θέατρα του κόσμου, αν όχι το ωραιότερο», είχε πει σε ελληνικά μέσα ενημέρωσης με αφορμή την εμφάνισή της στο Μέγαρο Μουσικής τον Απρίλιο του 2011. Φορώντας ένα υπέρκομψο μαύρο σύνολο, η Μάγια Πλισέτσκαγια κινήθηκε με άνεση στους ρυθμούς του Bolero και αποθεώθηκε από το ελληνικό κοινό.
Η Μάγια Πλισέτσκαγια είχε χορέψει επίσης για το ελληνικό κοινό, εισπράττοντας θερµά χειροκροτήµατα το 1983 µε τα Μπαλέτα του Βίλνιους την «Αννα Καρένινα» σε δική της χορογραφία και σε µουσική του Ροντιόν Σεντρίν. Και τον Ιούνιο του 1998 ερμηνεύοντας τον «Θάνατο του Κύκνου», το σήµα κατατεθέν της καριέρας της από τη «Λίµνη των Κύκνων» του Τσαϊκόφσκι, στο Gala des Etoiles και πάλι υπό τη σκιά της Ακρόπολης, στο Ηρώδειο.
«Εγώ, η Μάγια Πλισέτσκαγια»
Η τραυματική παιδική ηλικία, το πάθος για το χορό, η αναγνώριση και οι δυσκολίες με τη σοβιετική εξουσία παρουσιάστηκαν εύγλωττα στην αυτοβιογραφία της «Εγώ, η Μάγια Πλισέτσκαγια» που μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και έγινε παγκόσμιο best seller.
Η Μάγια Πλισέτσκαγια γεννήθηκε στη Μόσχα το 1925 και άρχισε το χορό 3 ετών. Έχασε τον πατέρα της πολύ μικρή, κατά τη διάρκεια των σταλινικών διώξεων, ενώ η μητέρα της, μαζί με το νεογέννητο αδελφό της βρέθηκαν στα γκουλάγκ του Καζακστάν. Έτσι η μικρή Μάγια τέθηκε υπό την προστασία της θείας της, η οποία ήταν χορεύτρια. Αυτή την ενθάρρυνε να κυνηγήσει την τύχη της στα μπαλέτα Μπολσόι και να ξεχωρίσει αμέσως χάρη στα υψηλά άλματα και τη θεατρικότητά της.
Στα εννέα της μπήκε στη Σχολή Μπαλέτου της Μόσχας (Ακαδημία Μπαλέτου Μπολσόι) από όπου αποφοίτησε στα 18, για να μπει αμέσως στο Μπαλέτο Μπολσόι, όπου σε λίγους μήνες έγινε πρίμα μπαλαρίνα. Ξεκίνησε τη διαπρεπή καριέρα της με το ρόλο στο «Θάνατο του Κύκνου» τον οποίο έχει ερμηνεύσει μοναδικά και ανεπανάληπτα. Το άστρο της άρχισε να λάμπει αλλά της ήταν απαγορευμένο να συμμετέχει στις περιοδείες των Μπολσόι ανά τον κόσμο. Στην αυτοβιογραφία της περιγράφει με μελανά χρώματα την περίοδο της καλλιτεχνικής της ωριμότητας στα τέλη του 40 και του 50, την εποχή της σοβιετικής αποµόνωσης από τη ∆ύση. Η εποχή του τρόμου είναι αναλυτικά διατυπωμένη στην αυτοβιογραφία της. Δεν αυτομόλησε στη Δύση γιατί φοβόταν.
Η «προδότρια του κλασικού μπαλέτου» κατά τον σοβιετικό υπουργό Πολιτισμού
Οι καλλιτεχνικές της αναζητήσεις, όμως, την έφερναν συχνά αντιμέτωπη με τη σοβιετική εξουσία. ΄Όταν ερμήνευσε στη Μόσχα την «Καρμέν-σουίτα», που γράφτηκε ειδικά για την Πλισέτσκαγια από τον Κουβανό χορογράφο Αλμπέρτο Αλόνσο πάνω σε μουσική Ζωρζ Μπιζέ σε διασκευή του Ροντιόν Σεντρίν, πολλοί έκριναν αυτή την παράσταση υπερβολικά ερωτική και άσεμνη και ο τότε σοβιετικός υπουργός Πολιτισμού χαρακτήρισε την Πλισέτσκαγια «προδότρια του κλασικού μπαλέτου».
Το 1959 εμφανίζεται στην Αμερική. Επέστρεψε στη Ρωσία, ενώ όλοι περίμεναν να παραμείνει στις ΗΠΑ και να… ρίξει μαύρη πέτρα πίσω της. Το καθεστώς Χρουστσόφ την ανταμείβει πλουσιοπάροχα: δύο πολυτελή αυτοκίνητα, προσωπικός οδηγός, εξοχική κατοικία σε περιζήτητη περιοχή κοντά στη Μόσχα, πανάκριβα ρούχα. Η ίδια έχει δηλώσει, ωστόσο, ότι ο φόβος δεν την εγκατάλειψε ποτέ.
Αποσύρεται και… ξανασυνεχίζει
Μετά από μια λαμπρή καριέρα αποσύρθηκε σε ηλικία 65 ετών ενώ στη συνέχεια βρέθηκε επικεφαλής ως καλλιτεχνική διευθύντρια σε μεγάλους οργανισμούς, όπως στην Όπερα της Ρώμης και στο Μπαλέτο της Λυρικής Σκηνής της Μαδρίτης. Όμως, στα 80 της, παρουσιάστηκε και πάλι ενώπιον του κοινού…
«Δεν τον σκέφτομαι. Αποφεύγω… Ο θάνατος είναι κάτι που έρχεται ξαφνικά. Αλλον τον βρίσκει στο σπίτι του, στο κρεβάτι του, άλλον στον δρόμο, άλλον επάνω στη σκηνή….», έχει πει.
Η Πλισέτσκαγια αναζητούσε διαρκώς νέους τρόπους έκφρασης: δεν χόρευε μόνο με πουάντ, αλλά σχεδόν ξυπόλητη με σαντάλια, όπως πρόβλεπε το μπαλέτο «Μαρία Στιούαρτ» που εκτέλεσε στην Ισπανία. Χόρευε και με ψηλά τακούνια και με συνοδεία μουσικής τζαζ μαζί με θίασο από το Σικάγο. Η τέχνη της «μεθούσε». Απ’ αυτό και μόνο έχει κερδίσει μια θέση στους μεγάλους που νίκησαν το πεπερασμένο της ζωής και πέρασαν στην αθανασία.
thetoc.gr