Φρίκη και αποτροπιασμός. Η αποκάλυψη της δολοφονίας της 4χρονης Αννυ από τον ίδιο της τον πατέρα αλλά και του τρόπου με τον οποίο επιχειρήθηκε να συγκαλυφθεί πάγωσε την ελληνική κοινωνία. Μια κοινωνία η οποία οφείλει να κάνει και την αυτοκριτική της για τον τρόπο που αντιδρά – ή μάλλον δεν αντιδρά – όταν γίνεται μάρτυρας της συνεχούς κακοποίησης, η οποία στην προκειμένη περίπτωση κατέληξε σε ένα ειδεχθές έγκλημα, πρωτοφανές στα διεθνή χρονικά για τη σχέση θύτη – θύματος.
Η ενδοοικογενειακή βία, κυρίως εναντίον παιδιών και με κίνητρο τη ζήλια, δεν αποτελεί σύγχρονο φαινόμενο, αλλά υπάρχει από αρχαιοτάτων χρόνων, όπως αποτυπώνεται μάλιστα και στην ελληνική μυθολογία. Ο Ατρέας, για να εκδικηθεί την απιστία της συζύγου του Αερόπης με τον δίδυμο αδελφό του Θυέστη, τον προσκάλεσε σε γεύμα όπου του προσέφερε για φαγητό τις ψημένες σάρκες των γιων του. Ισως μιμήθηκε τον παππού του, Τάνταλο, ο οποίος για να δοκιμάσει την παντογνωσία των θεών, έκοψε κομματάκια τον γιο του Πέλοπα και τους τον σέρβιρε. Οι θεοί, αντιλαμβανόμενοι την απάτη, δεν δοκίμασαν το φαγητό, εκτός από τη Δήμητρα που έφαγε ένα μέρος από τον ώμο του. Οταν οι θεοί τον ανάστησαν, αντικατέστησαν με ελεφαντοστούν το μέρος του ώμου που έλειπε.
«Στον καθένα μας υπάρχει μια πρωταρχική βία σαν ζωικό ένστικτο. Υπάρχουν συνδέσεις ανάμεσα σε αυτή την πρωταρχική βία και στον τρόπο που κανείς αντιδρά απέναντι στο κοινωνικό του περιβάλλον κινητοποιώντας πρωτόγονους, παρανοϊκούς μηχανισμούς άμυνας που δημιουργούν πολύ βίαιες συγκρούσεις» λέει στο «Βήμα» ο ψυχίατρος-ψυχαναλυτής κ. Στέλιος Στυλιανίδης, καθηγητής Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Αυτό το ένστικτο σε συνδυασμό με την ανθρώπινη αδυναμία οδηγεί σε εγκλήματα τέτοιας σκληρότητας που δεν θέλουμε ούτε καν να αναλογιζόμαστε, ακόμη και μέσα στο περιβάλλον της οικογένειας.
Ο κόσμος καταγγέλλει αλλά ανώνυμα
Η βία μέσα στην οικογένεια είναι ένα υπαρκτό κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο όμως συνηθίζουμε να κρύβουμε «κάτω από το χαλί». Τα στοιχεία, αν και δεν υπάρχει ενιαίος φορέας συγκέντρωσης και καταγραφής των περιστατικών, είναι ενδεικτικά. Για το 2014 η Εθνική Γραμμή για τα Παιδιά «SOS 1056» του οργανισμού «Το Χαμόγελο του Παιδιού» δέχθηκε συνολικά 719 καταγγελίες σοβαρών περιστατικών κακοποίησης παιδιών, όπου θύτης σε ποσοστό 15,5% είναι ο πατέρας, 35,5% η μητέρα και 40% αφορά και τους δύο γονείς. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι το 98% των κλήσεων έγιναν ανώνυμα, φαινόμενο που παρατηρείται διαχρονικά.
«Δεν είναι παράλογο που ο κόσμος φοβάται να καταγγείλει ούτε ότι θέλουν να αποφύγουν την ευθύνη. Είναι απόλυτα δικαιολογημένο. Σκέφτονται: “Εδώ σκοτώνει στο ξύλο το παιδί του, δεν θα επιτεθεί σε εμένα;”» σχολιάζει η κυρία Ιωάννα Λαγουμιτζή, κοινωνική λειτουργός και υπεύθυνη του «1056». Διερωτάται όμως: «Με την ανωνυμία που προσφέρουμε – αυτό δεν μπορώ να αντιληφθώ – πώς γίνεται κάποιοι άνθρωποι να μην μπουν στη διαδικασία να μας καλέσουν;». Η Γραμμή έχει 24ωρη λειτουργία, δωρεάν και δεν απαιτείται κανένα προσωπικό στοιχείο. Μετά την καταγγελία ειδοποιείται ο εισαγγελέας, ο οποίος και δίνει εντολή σε κοινωνικό λειτουργό δημόσιου φορέα να μεταβεί στο σπίτι, να διεξαγάγει κοινωνική έρευνα και στη συνέχεια να ενημερώσει για τα αποτελέσματα ώστε να βρεθεί η πιο συμφέρουσα λύση για τα παιδιά.
Μέσα στο 2013 η εθνική γραμμή παιδικής προστασίας «1107» του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ) χειρίστηκε 1.375 κλήσεις παρέχοντας υπηρεσίες ψυχολογικής και κοινωνικής στήριξης, καθώς και ενημέρωση. Από αυτές ποσοστό 19,9% αφορούσε περιπτώσεις κακοποίησης. Συνολικά 119 περιπτώσεις που αντιστοιχούσαν σε κακοποίηση, παραμέληση και κίνδυνο βλάβης παραπέμφθηκαν στο Κέντρο Υποδοχής και Αμεσης Κοινωνικής Παρέμβασης του ΕΚΚΑ για την επείγουσα διαχείρισή τους.
«Μέλημά μας είναι στους χώρους εκπαίδευσης του δήμου, σχολεία και νηπιαγωγεία, να εντοπίζουμε το φαινόμενο και να προτρέπουμε παιδιά και γονείς να μιλήσουν. Βέβαια ο κόσμος κρύβεται» λέει με τη σειρά της στο «Βήμα» η αντιδήμαρχος για το Παιδί του Δήμου Αθηναίων, ψυχολόγος-ψυχοπαιδαγωγός κυρία Μαρία Ηλιοπούλου, πρώην πρόεδρος του Δημοτικού Βρεφοκομείου Αθηνών. Με αφορμή την υπόθεση της μικρής Αννυ σκιαγραφεί το προφίλ του εν δυνάμει δολοφόνου: «Συνήθως υπάρχει ένα υπόβαθρο ψυχοπαθολογίας που ενεργοποιείται λόγω των συνθηκών. Οταν βρεθούν σε κατάσταση στρες, μπορούν να περάσουν στην πράξη. Η χρήση ουσιών εντείνει τους στρεσογόνους παράγοντες».
Ενοχική στάση και κοινωνική παθογένεια
«Ο κόσμος κινητοποιείται και ευαισθητοποιείται περισσότερο όταν τέτοια τραγικά περιστατικά δημοσιοποιούνται. Μας καλούν για να μας πουν κάτι που ξέρουν εδώ και πολύ καιρό, αλλά και πάλι το ενδιαφέρον ατονεί. Συνήθως μας λένε: “Σας πήρα για να μη συμβεί κάτι και μετά λέτε ότι οι γείτονες δεν μιλούν”» παρατηρεί η κοινωνική λειτουργός, χαρακτηρίζοντας τη στάση αυτή ενοχική, που σταδιακά ατονεί και «ενεργοποιείται» ξανά όταν συμβεί το επόμενο περιστατικό. «Πολλές φορές είναι εξαιρετικά επώδυνο να καταγγείλουμε κάτι τόσο σοβαρό όσο η ενδοοικογενειακή βία» λέει ο κ. Στυλιανίδης, τονίζοντας την αξία της παιδείας του ίδιου του πολίτη ώστε να μη γίνει μέρος της «συλλογικής άρνησης και συγκάλυψης».
«Μία στις τρεις οικογενειακές εστίες αποτελεί πεδίο μαρτυρίου, με θύματα γυναίκες πρωτίστως, αλλά και ανυπεράσπιστα παιδιά ή ανήμπορους υπερηλίκους. Αυτό μας λένε οι μαρτυρίες, τα στοιχεία, οι έρευνες που διαθέτουμε» λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο δικηγόρος και διδάκτωρ Εγκληματολογίας κ. Αγγελος Τσιγκρής, επισημαίνοντας ότι «η βία στην οικογένεια δεν αποτελεί ιδιωτική υπόθεση αλλά σοβαρή κοινωνική παθογένεια».
«Εχουμε όμως συνηθίσει ως κοινωνία να λειτουργούμε με έναν τρόπο σπασμωδικό ή υστερικό όταν ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα γίνεται πρωτοσέλιδο και λέμε: “Τι μπορεί να γίνει εδώ και τώρα;”. Δεν μπορεί να γίνει όμως επειδή αυτό είναι προϊόν πολύ μακράς διεργασίας» σχολιάζει ο κ. Στυλιανίδης.
Η αδράνεια της Πολιτείας, η δυσλειτουργία των κοινωνικών δομών και η περιθωριοποίηση θυμάτων και θυτών επιτείνουν το φαινόμενο που μεγεθύνεται μέσα στην κρίση. Ως αποτέλεσμα, τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, όπως παραθέτει ο καθηγητής, έχουν αυξηθεί διεθνώς κατά 35%-40%, με τη χώρα μας να ακολουθεί αυτή την τάση.
Θύμα, ο αυριανός θύτης
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι τέτοιες βίαιες συμπεριφορές μπορεί να καταλήξουν σε τόσο φρικτά εγκλήματα όπως αυτό που συγκλόνισε τελευταία την ελληνική κοινωνία. Τα ψυχικά και σωματικά τραύματα αφήνουν ανεξίτηλο το σημάδι τους σε όλη τη ζωή του θύματος, στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. «Το κακοποιημένο παιδί στα 2/3 των περιπτώσεων θα γίνει ένας ενήλικος που κακοποιεί επίσης μέλη της δικής του οικογένειας. Πρόκειται για αυτό που ονομάζουμε διαγενεακός κύκλος της βίας» αναφέρει ο κ. Τσιγκρής.
Και αν νομίζουμε ότι όλα αυτά δεν μας αφορούν ή περιορίζονται σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, αρκεί να δούμε τα πρόσφατα απολογιστικά στοιχεία της Γραμμής «SOS 15900» της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων. Από τις 4.436 κλήσεις που δέχθηκε στον πρώτο ενάμιση χρόνο λειτουργίας οι 3.510 αφορούσαν ενδοοικογενειακή βία. Ποσοστό 14% των γυναικών-θυμάτων είχε ολοκληρώσει και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, το 70% ήταν Ελληνίδες, ενώ 12% χαρακτήρισε την οικονομική του κατάσταση καλή και 18% μέτρια.
«Η ενδοοικογενειακή βία µε θύμα τα παιδιά, που αφορά σχεδόν μία στις τρεις οικογένειες, είναι διαταξική και δεν αρκείται στα φτωχά και περιθωριοποιημένα στρώματα του πληθυσμού. Οι έχοντες δεν απαλλάσσονται από τη βαρβαρότητα. Αλλωστε αξιοσέβαστοι πολίτες και “καλοί” γονείς από εξελιγμένες χώρες του πλανήτη μας μετέχουν στους ασιατικούς παραδείσους του παιδικού σεξοτουρισµού» σχολιάζει μιλώντας στο «Βήμα» η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου, συγγραφέας και καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
ΜΜΕ και social media
Οταν η φρίκη έγινε θέαμα
«Αξιοσημείωτο είναι το ότι η ενδοοικογενειακή βία στα διάφορα ανά την υφήλιο τηλεοπτικά προγράμματα υφίσταται μια συμβολική εκμηδένιση. Συγκαλύπτεται. Η τηλεόραση προτιμά να παρουσιάζει τη βία σαν μια υπόθεση μεταξύ αγνώστων. Ετσι καθησυχάζονται οι τηλεθεατές ως προς τα δράματα που υφέρπουν στα υπόγεια της αγίας οικογένειας» λέει η καθηγήτρια κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου, προσθέτοντας: «Η φρίκη τακτοποιείται μέσα από τον εξοβελισμό – εξοστρακισμό της στο ακραίο περιθώριο. Εκεί οφείλει να είναι η φυσική θέση της. Στα έγκατα ενός σκοτεινού υπογείου μιας εξαθλιωμένης λούμπεν ζωής. Πορνεία, ουσίες, φτώχεια και των γονέων, εκμαυλισμός και πόζες σε γυαλιστερές λιμουζίνες. Ανατριχίλα προς όλες τις κατευθύνσεις, όχι μόνο για τη ζωή που οι άνθρωποι αυτοί έκαναν αλλά και για εκείνη που ονειρεύονταν να κάνουν».
Κάπως έτσι κυκλοφόρησαν και προσωπικές στιγμές της άτυχης 4χρονης, μιας επίπλαστα χαρούμενης καθημερινότητας, φωτογραφίες του παιδιού να γελάει, αλλά και της μητέρας να επιδίδεται σε παράνομη χρήση ουσιών. «Η θεαματικοποίηση της φρίκης. Η εμπορευματοποίηση της ανατριχίλας. Πόσες αλήθεια φορές με θρησκευτική ευλάβεια αναπαράχθηκαν λεπτομέρειες του “ακατονόμαστου” εγκλήματος; Ξανά και ξανά, μετά λόγου γνώσεως, σαν έμπειροι οικοδεσπότες σε ένα μακάβριο γεύμα, γνωρίζοντας καλά ότι τη στιγμή εκείνη η ακροαματικότητα σκαρφαλώνει. Και έπειτα πιο κομψά, η δήθεν άρνηση της λεπτομερειακής καταγραφής, οι υπαινιγμοί για τη μη αναπαράσταση της φρίκης μόνο και μόνο για να την κάνουν ακόμη πιο αισθητή και απτή» υπογραμμίζει η καθηγήτρια.
Στην ίδια γραμμή και η κοινωνία, που μέσω του Διαδικτύου θέλησε, σε αυτήν όπως και σε άλλες περιπτώσεις, να μάθει λεπτομέρειες, να κατακρίνει και να δικάσει με τον ίδιο ακραίο τρόπο τους θλιβερούς πρωταγωνιστές. Ο ρόλος των social media είναι διπλός. «Πρώτον, ο καθένας μπορεί να γράφει ό,τι θέλει “δημοκρατικά” αλλά δυστυχώς όχι επώνυμα και να έχει πρόσβαση σε κάθε πληροφόρηση» περιγράφει ο καθηγητής κ. Στέλιος Στυλιανίδης. «Υπάρχει όμως και η διαστροφική τους λειτουργία η οποία συγκαλύπτει το πρόβλημα. Μέσα στον τεράστιο και αχανή χώρο του Διαδικτύου μπορεί κάποιος να προβάλει οποιεσδήποτε δικές του αρχαϊκές και πρωτόγονες φαντασιώσεις χωρίς να παίρνει ποτέ την ευθύνη των λόγων του» συνεχίζει.
«Σιωπηλοί μάρτυρες»
Κλειδί η άμεση καταγγελία
«Η κυβέρνηση οφείλει να κινητοποιήσει όλους τους φορείς σε μια προσπάθεια να αντιμετωπισθούν αυστηρά και αποφασιστικά τα ακραία φαινόμενα αυταρχισμού και αυθαιρεσίας προκειμένου να διασφαλισθούν σχέσεις βασισμένες στην ατομική αξιοπρέπεια, στην αυτοδιάθεση και στην αυτοεκτίμηση μέσα στην ελληνική οικογένεια, άρα και στην ελληνική κοινωνία» λέει ο εγκληματολόγος κ. Αγγελος Τσιγκρής, που έχει διατελέσει και ΓΓ Αντεγκληματικής Πολιτικής του υπουργείου Δικαιοσύνης.
«Σε μια προσπάθεια να προστατευθούν αποτελεσματικά τα θύματα της ενδοοικογενειακής βαρβαρότητας, να ακουσθούν καθαρά οι μέχρι σήμερα σιωπηλοί μάρτυρες μιας κατ’ όνομα μόνο οικογενειακής ζωής» λέει και καταλήγει: «Πρέπει να αφουγκραστούμε – με την καρδιά και με τον νου – τις χιλιάδες γυναίκες, τα χιλιάδες παιδιά, τους χιλιάδες ανήμπορους ηλικιωμένους που βιώνουν την οικογενειακή τους ζωή σαν ένα ανείπωτο, μέχρι σήμερα, δράμα».
Από τη μία πλευρά λοιπόν η ευαισθητοποίηση των ίδιων των πολιτών και από την άλλη η αποτελεσματική δράση των Αρχών αποτελούν το κλειδί για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος. Εξάλλου, κάθε είδους άσκηση βίας ή κακοποίησης διώκεται από τον νόμο. Οι Αρχές λοιπόν συστήνουν στους πολίτες, εφόσον αντιληφθούν περιστατικά κακοποίησης ανηλίκων ή άλλου μέλους της οικογένειας, να καλούν στο «100», ακόμη και ανώνυμα προκειμένου να γίνεται άμεση αντιμετώπιση του περιστατικού.
Επίσης, σε περίπτωση που έχει υποψία ότι ένα παιδί κακοποιείται συστηματικά από τους γονείς του, πρέπει να ενημερώσει άμεσα το τοπικό αστυνομικό τμήμα. Ακόμη, στη διάθεση των πολιτών για επώνυμη καταγγελία βρίσκονται οι εισαγγελικές Αρχές, ενώ ανώνυμη αναφορά για κακοποίηση μέσα στην οικογένεια μπορεί να γίνει και στην 24ωρη γραμμή «197» του ΕΚΚΑ. Η τηλεφωνική γραμμή Αμεσης Κοινωνικής Βοήθειας αποτελεί το επιχειρησιακό κέντρο έκτακτης ανάγκης, άμεσης και διαρκούς αναφοράς, καθώς και ενεργοποίησης ολόκληρου του συστήματος παροχής υπηρεσιών άμεσης κοινωνικής βοήθειας.
Το ΒΗΜΑ