Η Apple, μαζί με τους άλλους τεχνολογικούς κολοσσούς του πλανήτη θα μπορούσαν να βοηθήσουν την Ελλάδα να μειώσει το χρέος της με αντάλλαγμα τη χαμηλή φορολογία. Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζεται ο αρθρογράφος Λέονιντ Μπερσίντσκι στο Bloomberg όπου αναλύει αυτό το ευφάνταστο σενάριο και εξηγεί γιατί θα μπορούσε να λειτουργήσει.
«Ότι η Apple θα έπρεπε να αγοράσει την Ελλάδα, με τόσο μετρητό που έχει στη διάθεσή της, είναι ένα αστείο που δεν παλιώνει. Ωστόσο υπάρχει σ’ αυτό μία δόση αλήθειας αφού, αν οι μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις και οι Ευρωπαίοι πολιτικοί είχαν έστω και λίγη φαντασία, θα μπορούσαν πιθανότατα να καταλήξουν σε ένα σχέδιο διάσωσης για την σχεδόν χρεοκοπημένη χώρα, με όρους που θα ωφελούσαν τους πάντες», γράφει ο αρθρογράφος.
Το 2012, στη γενική συνέλευση της Apple, ένας επενδυτής ρώτησε τον CEO της εταιρείας Τιμ Κουκ αστειευόμενος, αν θα σκεφτόταν να χρησιμοποιήσει τα μετρητά της εταιρείας, που τότε έφταναν στα 97,6 δισεκατομμύρια δολάρια, για να «εξαγοράσει» την Ελλάδα. «Εξετάζουμε πολλές προοπτικές, αλλά όχι αυτό», είχε απαντήσει ο Κουκ γελώντας.
Φυσικά, δεν μπορούν να αγοραστούν ολόκληρες χώρες, οπότε το ζήτημα έληξε εκεί. Στη συνέχεια, τα πράγματα έδειχνα να καλυτερεύουν για την Ελλάδα, όταν έλαβε το μεγαλύτερο πακέτο διάσωσης στην ιστορία και ιδιώτες δανειστές συμφώνησαν σε «κούρεμα». Ομως, η οικονομία της απέτυχε να αναπτυχθεί και το τεράστιο χρέος της χώρας (στο 175% του ΑΕΠ) παρέμεινε μη βιώσιμο. Στο μεταξύ, η Apple υπερδιπλασίασε το «κομπόδεμά» της που σήμερα φτάνει στα 194 δισεκατομμύρια σε μετρητά.
Η εταιρεία καταβάλει γενναία μερίσματα και επαναγοράζει μετοχές, αλλά ο «σωρός με τα μετρητά» συνεχίζει να μεγαλώνει, τονίζει το δημοσίευμα, προσθέτωντας ότι δεν υπάρχει τρόπος να επενδυθούν όλα.
«Για χρόνια, ο Κουκ συζητά για εξωπραγματικά προϊόντα τα οποία έχει στα σκαριά η εταιρεία του, αλλά το μόνο που έχει δημιουργήσει ως τώρα είναι αναβαθμίσεις των υφιστάμενων προϊόντων, μία μέτρια υπηρεσία streaming μουσικής και ένα πανάκριβο smartwatch. Και αυτά δεν απαίτησαν μεγάλο κεφάλαιο. Αν η Apple δεν αρχίσει να φτιάχνει αυτοκίνητα ή ίσως διαστημόπλοια θα συνεχίσει να συσσωρεύει ρευστό», υπογραμμίζει ο Λέονιντ Μπερσίντσκι.
Το ίδιο ισχύει και με άλλες μεγάλες αμερικανικές εταιρείες: οι μη χρηματοπιστωτικές αμερικανικές επιχειρήσεις διαθέτουν 1,73 τρισεκατομμύριο δολάρια σε ρευστό, 4% πάνω από αυτό που διέθεταν πριν από ένα χρόνο. Από αυτό το ποσό, το 1,1 τρισεκατομμύριο ανήκει στις 50 μεγαλύτερες εταιρείες, σύμφωνα με μία πρόσφατη έκθεση του Moody’s. Οι Apple, Microsoft, Google, Pfizer και Cisco έχουν συγκεντρώσει 439 δισεκατομμύρια δολάρια.
Τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα βρίσκονται εκτός των συνόρων, γιατί αν επέστρεφαν στη χώρα τους θα υπήρχε φόρος 35% και κανείς δεν περιμένει να μεταρρυθμίσουν σύντομα οι Ηνωμένες Πολιτείες το φορολογικό τους σύστημα ώστε να λυθεί το πρόβλημα.
Οπότε η ιδέα ότι οι πέντε κορυφαίοι κολοσσοί της παγκόσμιας οικονομίας θα μπορούσαν τώρα να σώσουν την Ελλάδα και να ωφεληθούν από τη διαδικασία είναι ενδιαφέρουσα, προσθέτει το δημοσίευμα και εξηγεί: «Η Ελλάδα χρειάζεται περίπου 190 δισεκατομμύρια ευρώ για να ρίξει το χρέος της στο διαχειρίσιμο επίπεδο του 70% του ΑΕΠ. Αυτό είναι περίπου το 48% του συνολικού ρευστού που έχουν οι πέντε εταιρείες. Για την αποπληρωμή του χρέους, η Ελλάδα θα μπορούσε να επιβραβεύσει αυτές τις εταιρείες με μία ειδική συμφωνία για εταιρικούς φόρους, όπως αυτή που έχει συνάψει η Apple με την Ιρλανδία. Αυτή η συμφωνία είναι υπό διερεύνηση από την ΕΕ και πιθανότατα είναι καταδικασμένη. Ωστόσο, η περίπτωση της Ελλάδας είναι διαφορετική. Η ΕΕ, ως ένας από τους μεγαλύτερους πιστωτές της χώρας, θα μπορούσε να θεσπίσει μία ειδική απαλλαγή για τις αμερικανικές εταιρείες για τη βοήθεια που θα παρείχαν στην επίλυση του ελληνικού προβλήματος. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να είχαν κάποιες ενστάσεις, αλλά ως ο μεγαλύτερος μέτοχος στο ΔΝΤ θα έχαναν και αυτοί χρήματα αν η Ελλάδα χρεοκοπούσε.
«Σε αντάλλαγμα για λιγότερα από τα μισά μετρητά τους και μόλις 13% πάνω από ότι θα τους κόστιζε να πληρώσουν τους αμερικανικούς φόρους οι εταιρείες θα μπορούσαν να λάβουν μία ισχυρή εγγύηση για χαμηλή φορολογία», σημειώνει ο αρθρογράφος και καταλήγει: Δεν είναι και άσχημη συμφωνία!
Ημερησία