Με στόχο να φέρουν σε δύσκολη θέση την κοινοβουλευτική πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ και να αναδείξουν τις εσωτερικές της αντιφάσεις, οι κ. Αντ. Σαμαράς και Ευ. Βενιζέλος φαίνεται ότι βρίσκονται σε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας. Οι δύο πρώην κυβερνητικοί εταίροι μοιάζουν να εκτιμούν ως πιθανή την απώλεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας από τη συμπολίτευση σε μια επικείμενη ψηφοφορία για το νέο «Μνημόνιο» και να ποντάρουν στην ανάγκη συγκρότησης μιας κυβέρνησης που θα στηρίζεται σε μια νέα και ευρύτερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ εμφανίζονται, εν πολλοίς, ευθυγραμμισμένοι στην κριτική τους προς την κυβέρνηση Τσίπρα αλλά και ως προς τις επιδιώξεις τους. Και δεν εξηγείται παρά μόνον με όρους προηγούμενης πολιτικής συνεννόησης η ταυτόσημη «γραμμή» που εξέπεμψαν, την Πέμπτη, Συγγρού και Χαριλάου Τρικούπη. «Προτείναμε τη μεγάλη συνεννόηση για να αλλάξει η χώρα πολιτική και να υπάρξει συμφωνία που διασφαλίζει τη χρηματοδότηση της χώρας, αλλά και την ανάκαμψη που με τόσο κόπο πετύχαμε… Δεν επιτρέπονται ούτε ιδεοληψίες ούτε κομματικά προτάγματα, παρά μόνο το καλό του τόπου», σημείωσε η Συγγρού.
«Δυστυχώς δεν αρκεί τώρα μια κάποια συμφωνία… χρειάζεται μια κυβέρνηση ικανή όχι απλά και μόνο να συνάψει αλλά και να εφαρμόσει τη συμφωνία αυτή και μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία διατεθειμένη να στηρίξει την εθνική προσπάθεια», επεσήμανε ο κ. Βενιζέλος.
Συνεννόηση
Οι συμπτώσεις, αν μη τι άλλο, είναι πολλές και, σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να ιδωθούν και με βάση τα όσα δηλώνει ο, επίσης ένθερμος υποστηρικτής της ανάγκης για ευρύτερη συνεννόηση, επικεφαλής του «Ποταμιού» Στ. Θεοδωράκης. Εν προκειμένω, ωστόσο, ο κ. Θεοδωράκης δηλώνει ότι θα υπερψηφίσει τη συμφωνία, χωρίς προηγούμενους όρους. Στον σχεδιασμό των κ. Σαμαρά και Βενιζέλου, αντιθέτως, ο κίνδυνος απώλειας της δεδηλωμένης αλλά και ενδεχόμενης αδυναμίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να φέρει τους εφαρμοστικούς νόμους («Αν δεν τα ψηφίσουν οι ίδιοι οι κυβερνητικοί βουλευτές, ποιος θα τα εφαρμόσει; Αυτό δεν θα ήταν ο ορισμός ακυβερνησίας;», είχε δηλώσει προ ημερών ο πρόεδρος της Ν.Δ.) συνιστά μια εξίσου σοβαρή με την υπερψήφιση της συμφωνίας παράμετρο.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η ανοιχτή γραμμή μεταξύ Σαμαρά και Βενιζέλου που λειτουργούσε αβίαστα κατά την κοινή κυβερνητική τους πορεία (κάτι που επιβεβαιώνουν οι στενότεροι των συνεργατών του τέως πρωθυπουργού) ενεργοποιήθηκε εσχάτως, ενώ θεωρείται πολύ πιθανό οι δύο άνδρες να έχουν πραγματοποιήσει όχι μόνον τηλεφωνικές αλλά και διά ζώσης συνομιλίες. Υπό το βάρος και των εξελίξεων στο εσωτερικό των κομμάτων τους, οι δύο πολιτικοί μοιάζουν να προκρίνουν το σενάριο μιας κυβέρνησης «εθνικής ενότητας», σπεύδοντας εκ προοιμίου να απορρίψουν, ως σκέψη έστω, την προσφυγή σε πρόωρες εκλογές («αυτός που θα κάνει τις εκλογές θα πάρει την ευθύνη για την καταστροφή της χώρας», δήλωνε την Πέμπτη η Συγγρού), το αποτέλεσμα των οποίων, ενδεχομένως, θα ήταν επώδυνο για τους ίδιους.
Σε κάθε περίπτωση, πέραν των αντικειμενικών πολιτικών δεδομένων, τη στάση της Ν.Δ. -έναντι της όποιας συμφωνίας φέρει η κυβέρνηση- θα καθορίσει, εν πολλοίς, και η εσωκομματική παράμετρος. Ο κ. Σαμαράς, σε συνομιλητές του, υπεραμύνεται της στάσης του, επισημαίνοντας ότι οι ενστάσεις του για τους πρόσθετους φόρους συνιστούν διαπραγματευτικό ατού για την κυβέρνηση, το οποίο μπορεί να επικαλεστεί στις διαβουλεύσεις με τους εταίρους. Ο ίδιος, δε, σημειώνει ότι επ’ ουδενί η Ν.Δ. δεν μπορεί να στρέψει την πλάτη της, υπερψηφίζοντας φόρους, σε κοινωνικές ομάδες που τη στήριξαν, ενώ, όταν τα εκατέρωθεν επιχειρήματα εξαντλούνται, σημειώνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να αποδείξει ότι λειτουργεί με τον τρόπο των αστικών, φιλευρωπαϊκών κομμάτων, καθώς επί του παρόντος παραμένει ένα -όπως λέει- ακραιφνώς κομμουνιστικό σχήμα.
Ο ίδιος ο κ. Σαμαράς κρατά κλειστά τα χαρτιά του καθώς η έντονη κριτική στη συμφωνία συνοδεύεται και από τη δήλωση ότι «δεν θα αφήσουμε τη χώρα να πέσει στα βράχια». Συνεργάτες του, ωστόσο, σημειώνουν ότι η συμφωνία περιλαμβάνει φοροκαταιγίδα και νέο Μνημόνιο και «δύσκολα θα στηριχθεί από τη Ν.Δ.». Τη ζυγαριά θα γείρει και η ρητορική του ίδιου του πρωθυπουργού κατά την εισήγηση της συμφωνίας, εάν δηλαδή θα επαναλάβει την επιλογή Παπανδρέου να «χρεώσει» στις προηγούμενες κυβερνήσεις όλη την ευθύνη ή αν, αντιθέτως, θα κινηθεί πιο συναινετικά. Στη δεύτερη περίπτωση, οι χειρισμοί αποφυγής του κ. Σαμαρά θα καταστούν πιο δυσχερείς.
Απειλή διαγραφής στους διαφωνούντες
«Με την επιφύλαξη μιας “τερατώδους” συμφωνίας, ο κ. Σαμαράς θα πει “όχι” μόνον εάν θέλει να ξεκαθαρίσει το εσωκομματικό τοπίο». Αυτή είναι μία από τις ισχυρότερες εκδοχές στη… γαλάζια Ιερουσαλήμ, μια εκδοχή που θέλει τον πρόεδρο της Ν.Δ. να επιλέγει την επί της αρχής στήριξη της συμφωνίας και την, εν συνεχεία, απόρριψη μέτρων που αυτή θα περιλαμβάνει.
Σε αυτή τη γραμμή είναι πιθανόν ότι θα συντάσσονταν οι περισσότεροι εκ των βουλευτών της Ν.Δ., η πλειονότητα των οποίων -είναι η αλήθεια- δεν εμφανίζεται πρόθυμη ή αποφασισμένη να αναλάβει το βάρος υπερψήφισης νέων μέτρων. Ο κ. Σαμαράς δέχεται πίεση ώστε η συζήτηση στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος να είναι αποφασιστικής σημασίας και δεσμευτική για ηγεσία και στελέχη. Αν, μάλιστα, επαληθευτούν οι εκτιμήσεις υπέρ του «όχι», δεν αποκλείεται το πεδίο της Κ.Ο. να είναι ευνοϊκό για τον πρόεδρο του κόμματος. Και αυτό, διότι οι υποστηρικτές του «ναι» είτε θα αναγκαστούν να ακολουθήσουν την πλειοψηφία (ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης εκφράζει ανάλογη θέση) ή -λιγότεροι- να διαφοροποιηθούν. Με τον κ. Σαμαρά να καταγγέλλει υπονόμευση της Ν.Δ. από τους δελφίνους, η διαγραφή όσων βρεθούν εκτός γραμμής θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Κρίσιμη για τις ισορροπίες θα είναι και η στάση του κ. Κώστα Καραμανλή, ο οποίος μέχρι σήμερα -ακόμη κι όταν διαφωνούσε- ουδέποτε διαφοροποιήθηκε. Η καχυποψία μεταξύ των δύο πλευρών, εσχάτως, περισσεύει, ενώ θεωρείται δεδομένο ότι θα υπάρξει επαφή πριν από τη σύγκληση των οργάνων και την ψηφοφορία στη Βουλή.
Καθημερινή