- Μ. Μελένος: «Πρέπει να επενδύσουμε συνολικά στην ποιότητα»
- Κι όμως η Ελλάδα τα κατατάσσει στην κατηγορία των 3 αστέρων
Σε πρώτη γραμμή ζήτησης βρίσκονται τα τοπικά, μικρά, πολυτελή ξενοδοχεία (boutique hotels) οι ιδιοκτήτες των οποίων απολαμβάνουν την αναγνώριση των πελατών τους, αλλά και καλές οικονομικές αποδόσεις από τις επιχειρήσεις τους. Ωστόσο, οι ίδιοι πρέπει να δουλέψουν διπλά προκειμένου να διατηρήσουν το υψηλό επίπεδο στις υπηρεσίες που παρέχουν, καθώς επίσης και να πείσουν την ελληνική πολιτεία ώστε να τους αναγνωρίσει ως ξεχωριστές επιχειρηματικές οντότητες, με δικό τους αυτόνομο σύστημα ποιοτικής κατάταξης.
Οι τιμές διανυκτέρευσης στα μικρά, πολυτελή ξενοδοχεία της Ρόδου ξεκινούν από 120 ευρώ και φτάνουν μέχρι και τα 450 ευρώ, ανάλογα με τη μονάδα, την περιοχή στην οποία βρίσκονται, το είδος των υπηρεσιών που προσφέρουν και ασφαλώς την περίοδο κατά την οποία αφορούν οι κρατήσεις. Οι πελάτες που επιλέγουν τις μονάδες αυτής της κατηγορίας προέρχονται κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Μετά από εντατική δουλειά και προσήλωση έχουμε καταφέρει να δημιουργήσουμε μικρές γωνιές που ικανοποιούν πλήρως τις υψηλές απαιτήσεις των πελατών μας, οι οποίοι μάλιστα μας έρχονται ξανά και ξανά» δήλωσε προς τη “δημοκρατική” ο κ. Μιχάλης Μελένος, ιδρυτής του πρώτου, μικρού πολυτελούς ξενοδοχείου στη Ρόδο. Με τη μονάδα του να βρίσκεται στη σκιά του κάστρου της Λίνδου, ο κ. Μελένος υποστήριξε ότι «εμείς από την πλευρά μας κάνουμε το καλύτερο δυνατό για τους πελάτες μας, όμως είναι σημαντικό τη φιλοσοφία αυτή να την ακολουθούν όλοι οι επιχειρηματίες και οι έμποροι. Πρέπει δηλαδή η πολυτέλεια να μη σταματάει στο κατώφλι του ξενοδοχείου, αλλά και όλη η περιοχή να αναβαθμιστεί. Να αναβαθμιστούν οι υποδομές, όπως και οι επιχειρήσεις».
Η ζήτηση πολυτελών δωματίων είναι μεγάλη. Εάν μάλιστα μια μονάδα αφήσει καλές εντυπώσεις στους φιλοξενούμενούς της, τότε αμέσως αυτές θα αποτελέσουν το κίνητρο για ακόμα περισσότερες αιτήσεις κρατήσεων στην επόμενη χρονιά. «Μακάρι η Λίνδος, η Ρόδος ολόκληρη να ήταν γεμάτη από τέτοιες μικρές, πολυτελείς μονάδες».
Στη Ρόδο του Σήμερα δεν υπάρχουν περισσότερα από 40 μικρά ξενοδοχεία πολυτελείας. Δεν υπάρχουν αρκετά, διότι πρόκειται για εξαιρετικά απαιτητικές μονάδες. Η προσωπική εργασία των ιδιοκτητών θα πρέπει να είναι διαρκής, όπως και διαρκής θα πρέπει να είναι η εγρήγορση στην οποία πρέπει να βρίσκεται όλο το προσωπικό για να ικανοποιεί τις ανάγκες των πελατών.
Τα πιο σημαντικά προβλήματα που αφορούν στη λειτουργία αυτών των μονάδων είναι δύο:
Το πρώτο αφορά στις υποδομές που υπάρχουν έξω από το ξενοδοχείο. Στη Μεσαιωνική Πόλη το αποχετευτικό, στο Νιοχώρι και στη Λίνδο το κυκλοφοριακό και η ηχορύπανση. Αυτά είναι προβλήματα που θα πρέπει η δημοτική αρχή να αρχίσει να επιλύει, προκειμένου το περιβάλλον του νησιού να γίνει ο «παράδεισος με τα μικρά boutique ξενοδοχεία».
Δεύτερο και εξίσου σημαντικό πρόβλημα για τα ξενοδοχεία αυτής της κατηγορίας είναι το σύστημα κατηγοριοποίησης. Τα small luxury hotels δεν είναι καταλύματα, θεωρούνται ξενοδοχεία, όμως η μικρή τους έκταση τους αποστερεί από σειρά υποδομών που είναι κρίσιμες για την κατηγοριοποίηση. Για παράδειγμα, τα small luxury hotels συνήθως δεν έχουν πισίνες, δεν έχουν μεγάλο χώρο υποδοχής, δεν έχουν αίθουσες εκδηλώσεων ή παιδικές χαρές. Οι ελλείψεις αυτές κατατάσσουν τις μονάδες στην κατηγορία των τριών αστέρων. Ο παραλογισμός ένα πολυτελές κατάλυμα να κατατάσσεται στην κατηγορία των τριών αστέρων ισχύει μόνο στην Ελλάδα και πραγματικά οι ιδιοκτήτες τους έρχονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση όταν πρόκειται να εξηγήσουν για ποιο λόγο η μονάδα τους έχει τρία αστέρια, ενώ κανονικά θα έπρεπε να έχει πέντε.
Η μοναδικότητα των νησιών μας προσφέρεται ιδανικά για την ανάπτυξη των μονάδων boutique. Αυτό έχει επισημανθεί σε όλες τις ηγεσίες που πέρασαν από το Υπουργείο Τουρισμού, όμως μέχρι σήμερα δεν έχει ληφθεί κάποια οριστική απόφαση, που να τα αναγνωρίζει ως ιδιαίτερες τουριστικές οντότητες. Μάλιστα από το έτος 2007 βρίσκεται στα συρτάρια τού τότε υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης η μελέτη που κατέθεσε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων (ΠΟΞ) στον τότε αρμόδιο υπουργό κ. Α. Σπηλιωτόπουλο, για τη δημιουργία ξενοδοχείων τύπου boutique στη χώρα. Η μελέτη αφορούσε μονάδες μέχρι 50 δωματίων και περιελάμβανε τις προδιαγραφές και υπηρεσίες που χαρακτηρίζουν διεθνώς τα συγκεκριμένα ξενοδοχεία, προσαρμοσμένες στις ελληνικές ιδιαιτερότητες. Στόχος της ήταν η βελτίωση της ποιότητας και η ανάπτυξη της μικρομεσαίας ξενοδοχειακής επιχείρησης που αποτελεί τη συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού δυναμικού, καθώς το 2011 ο μέσος όρος στα ελληνικά ξενοδοχεία ήταν τα 41 δωμάτια.
Αν και ειπώθηκε ότι φέτος αυτή η μελέτη θα αποτελούσε τη βάση για την εκκίνηση και τη ψήφιση ενός σχετικού Νόμου, εν τούτοις μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει πραγματικότητα.