Απαντώντας σε ερωτήματα δημοσιογράφων από ραδιοσταθμούς , μετά τη χθεσινοβραδινή ψηφοφορία, ο βουλευτής Δ. Κρεμαστινός, δήλωσε τα εξής:
«Το ΠΑΣΟΚ τιμώντας την ιστορία του και αγνοώντας το πολιτικό κόστος στηρίζει τη χώρα και όχι την Κυβέρνηση. Δυστυχώς, η απειρία και τα μεγάλα λάθη της Κυβέρνησης στη διαπραγμάτευση οδήγησαν τη χώρα σε αδιέξοδο. Αναμφισβήτητα, η διαπραγμάτευση την οποία επιχείρησε η Κυβέρνηση αντί να οδηγήσει σε μια καλύτερη συμφωνία οδήγησε στο κλείσιμο των τραπεζών, την κατάρρευση της οικονομίας και τη χώρα στα πρόθυρα άτακτης χρεοκοπίας.
Τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε από το να στηρίξουμε τις προτάσεις της Κυβέρνησης, αφού όλη η Ευρώπη ζήτησε τα μέτρα αυτά ως προαπαιτούμενα για να συνεχίσει τη χρηματοδότηση της χώρας με 82 δις προκειμένου να ξανανοίξουν οι τράπεζες και λειτουργήσει όλο το οικονομικό σύστημα; Με την ψήφο των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στηρίχθηκε μόνο αυτή η προσπάθεια γιατί τα οικονομικά βάρη τα οποία κατ’ ανάγκην θα πληρώσουμε όλοι, ανήκουν αποκλειστικά στην Κυβέρνηση. Γιατί, με ικανότερους και αποτελεσματικότερους χειρισμούς δεν θα είχε καταρρεύσει όλη η διαπραγματευτική προσπάθεια, δε θα είχαν κλείσει οι τράπεζες και οι μισθωτοί και οι συνταξιούχο δε θα βρίσκονταν σήμερα στις ουρές των ΑΤΜ. Κατά συνέπεια, η ευθύνη για τα μέτρα βαρύνει αποκλειστικά την Κυβέρνηση. Αλήθεια, πού είναι το σκίσιμο των Μνημονίων, η κατάργηση όλων των αντιμνημονιακών νόμων που τα δύο κόμματα που συγκυβερνούν υπόσχονταν στον κόσμο για να τους ψηφίσει; Πού υπάρχει σήμερα το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης; Πώς θα συνεχιστεί η συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ, δηλαδή δύο κομμάτων που τα προγράμματά τους έχουν ως μόνο κοινό σημείο την κατάργηση του μνημονίου και όλων των αντιμνημονιακών νόμων; Δύο κομμάτων χωρίς κανένα κοινό πρόγραμμα διακυβέρνησης αφού το ένα βρίσκεται ιδεολογικά στα όρια της ακραίας αριστεράς και το άλλο στα όρια της ακραίας δεξιάς;»
Σε άλλη ερώτηση σχετική με τον ΦΠΑ των νησιών, ο βουλευτής Δ. Κρεμαστινός απάντησε:
«Έχω σταθερά και επανειλημμένα δημόσια τονίσει ότι το ζήτημα της διατήρησης των μειωμένων συντελεστών του ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου αποτελεί εθνικό θέμα και όχι απλά οικονομικό, για δύο λόγους:
Πρώτον, γιατί η οικονομική συρρίκνωση των νησιών θα οδηγήσει σε μετανάστευση του πληθυσμού τους και αλλοίωση της σύνθεσής τους, ιδιαίτερα τώρα που είναι υπαρκτό το μεταναστευτικό πρόβλημα.
Δεύτερον, γιατί θα πλήξει την εθνική οικονομία με το να εκτρέψει τους ξένους επισκέπτες προς τη φθηνότερη γείτονα χώρα, δίνοντας τη χαριστική βολή στον τουρισμό, ο οποίος ακόμα και σήμερα αποτελεί την ατμομηχανή ανάπτυξης της χώρας. Ακόμα και σήμερα, δημιουργεί θέσεις εργασίας και ενισχύει την οικονομία της χώρας.
Την τελευταία πενταετία, παρότι η Τρόικα και στα 2 μνημόνια ρητά απαιτούσε την εξίσωση του οικονομικού καθεστώτος των νησιών με της υπόλοιπης Ελλάδας, τότε, ως Πρόεδρος της Επιτροπής Κοινωνικών υποθέσεων της Βουλής υποστήριξα τα ανωτέρω επιχειρήματα σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής μας ζωής συμπεριλαμβανομένου και του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας. Έτσι, πιστεύω ότι συνέβαλα ουσιαστικά στο να μη φτάσει στη Βουλή ο σχετικός εφαρμοστικός νόμος και το οικονομικό καθεστώς των νησιών να προστατευθεί.
Σε απόλυτη αντίθεση, η σημερινή Κυβέρνηση -με υπογραφή μάλιστα του Πρωθυπουργού- πρότεινε να συμπεριληφθεί στην τελική συμφωνία η εξίσωση του ΦΠΑ των νησιών με τον ΦΠΑ της υπόλοιπης χώρας. Πρωτοβουλία ακατανόητη και καταστροφική για το μέλλον των νησιών.
Παρά τη διευκρίνιση του σημερινού Υπουργού των Οικονομικών ότι με υπουργική απόφαση θα καθοριστούν ποια νησιά ανήκουν στην παραμεθόριο περιοχή οπότε και θα εξαιρεθούν από την εξίσωση του ΦΠΑ, θα πρέπει να μην εφησυχάζουμε. Γιατί πέραν από τα μικρά νησιά, τόσο η Ρόδος όσο και η Κως καθώς και όλα τα γειτονικά νησιά του Αιγαίου που απέχουν λίγα μίλια από τις ακτές της Τουρκίας θα πρέπει να συμπεριληφθούν στην υπουργική απόφαση.
Προσωπικά, θα καταθέσω επίκαιρη ερώτηση επί του θέματος αυτού για να απαντήσει ο Υπουργός στην Ολομέλεια της Βουλής.»