Ειδήσεις

Επαναλαμβάνεται δίκη με κατηγορούμενους μάνα και γιο για υπόθεση ναρκωτικών

Τους είχαν επιβληθεί πρωτοδίκως, αλλά και σε δεύτερο βαθμό εξοντωτικές ποινές
Ακυρώθηκε απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου γιατί δεν αναγνωρίστηκαν ελαφρυντικά και δεν εφαρμόστηκε ευμενέστερος νόμος που ίσχυε την ημέρα της δίκης

Με την υπ’ αρίθμ. 546/2015 απόφαση του Ζ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου αναιρέθηκε απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου με την οποία είχε καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης 12 ετών ένας 40χρονος, κάτοικος Αρχαγγέλου και σε ποινή κάθειρξης 8 ετών, η 63χρονη μητέρα του.
Στον πρώτο βαθμό είχε επιβληθεί ποινή ισόβιας κάθειρξης στο πρώτο κατηγορούμενο και στη μητέρα του και ποινή κάθειρξης 15 ετών. Αθώος είχε κριθεί από τον πρώτο βαθμό 42χρονος συγγενής τους.
Οι ανωτέρω είχαν συλληφθεί την 10η Νοεμβρίου 2011 στον Αρχάγγελο από Αστυνομικούς του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών Ρόδου για εμπλοκή τους σε υπόθεση κατοχής σημαντικής ποσότητας ναρκωτικών.
Ο Αρειος Πάγος έκρινε εσφαλμένη την κρίση του Πενταμελούς Εφετείου και αναίρεσε την απόφασή του εν μέρει και συγκεκριμένα κατά το μέρος της περί αποδοχής της συνδρομής των επιβαρυντικών περιστάσεων “κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια”, υπό τις οποίες τελέσθηκαν οι συνιστώσες την διακίνηση ναρκωτικών πράξεις της αγοράς και κατοχής ναρκωτικών ουσιών, καθώς και ως προς την διάταξή της για την επιβληθείσα γι’ αυτές ποινή.
Με την ίδια απόφαση του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου απαλείφεται από το σκεπτικό και από το διατακτικό της αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου η αναφορά ότι οι ανωτέρω πράξεις διακινήσεως ναρκωτικών τελέσθηκαν με τις επιβαρυντικές περιστάσεις της “κατ’ επάγγελμα και της κατά συνήθεια”.
Παραπέμπεται δε η υπόθεση για νέα κρίση, ως προς την επιβληθείσα στους κατηγορουμένους για τις παραπάνω πράξεις διακινήσεως ναρκωτικών ποινή και για να αποφανθεί ως προς την τύχη των καταχεθέντων στο ίδιο δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Πιο συγκεκριμένα, οι αναιρεσείοντες με την αίτηση αναίρεσης του πλήττουν την απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της αποφάσεως, αλλά και καθόσον αφορά την απόρριψη αυτοτελών ισχυρισμών, που ορισμένως υπέβαλε ο πρώτος, για να αναγνωρισθεί σ’ αυτόν το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ.2δ Π.Κ, καθώς και ότι είναι τοξικομανής.
Το Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου είχε κρίνει τα εξής:
Αξιοποιώντας πληροφορίες, αναφορικά με την αγορά και κατοχή απαγορευμένων ναρκωτικών ουσιών από τους κατηγορουμένους, αστυνομικοί του Τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών Ρόδου μετέβησαν στις 10.11.2011 στην οικία του πρώτου και διενήργησαν νομότυπη έρευνα, παρουσία της μητέρας του και του αδελφού του (συγκατηγορουμένου τους στην πρωτόδικη δίκη).
Κρίθηκε ότι η μητέρα ήταν η μόνη που είχε πρόσβαση, έχοντας κλειδιά, στην οικία αυτή, από τότε που ο πρώτος κατηγορούμενος εκρατείτο στις φυλακές Τρικάλων για υπόθεση ναρκωτικών.
Κατά την αστυνομική έρευνα που διενεργήθηκε βρέθηκε και κατασχέθηκε ηρωίνη, συνολικού βάρους 741,9 γραμμαρίων, σε συσκευασίες στην ψευδοροφή του μπάνιου και κρυμμένα σε εικονική πρίζα παροχής ηλεκτρικού ρεύματος.
Η μητέρα ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε την ύπαρξη των ναρκωτικών στην οικία που διέμενε, ενώ ο γιος της ισχυρίστηκε ότι η ως άνω κατασχεθείσα στην οικία του ποσότητα ηρωίνης ήταν δικιά του, ότι ανήκε σε προηγούμενη ποσότητα ναρκωτικών, για την οποία έχει ήδη καταδικαστεί και ότι την είχε κρύψει πριν από τον εγκλεισμό του στη φυλακή.
Οι ανωτέρω ισχυρισμοί των κατηγορουμένων δεν κρίθηκαν πειστικοί από το Πενταμελές, που έκρινε πως αναιρούνται από τις καταθέσεις των μαρτύρων αστυνομικών, που κατέθεσαν ενώπιον του δικαστηρίου.
Ο Αρειος Πάγος έκρινε ότι το Πενταμελές Εφετείο με την απόφασή του, διέλαθε την απαιτουμένη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σ’ αυτή με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ως άνω εγκλήματος παραβάσεως του νόμου περί ναρκωτικών ουσιών σε βάρος των ήδη αναιρεσείοντων, για το οποίο αυτοί καταδικάσθηκαν.
Εκρινε ακόμη ότι αναφέρονται οι αποδείξεις από τις οποίες το Εφετείο συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις παραπάνω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις.
Επιπλέον έκρινε απορριπτέες  τις ειδικότερες αιτιάσεις για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων, ως απαράδεκτες, διότι, υπό την επίφαση ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πλήττουν ανεπιτρέπτως την ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου.
Από εκεί και πέρα όμως κρίθηκε ότι από την επισκόπηση των πρακτικών της πρωτόδικης και της αποφάσεως του Πενταμελούς και τα δυο δικαστήρια αναγνώρισαν στο σκεπτικό τους ότι συντρέχει στο πρόσωπο της μητέρας η ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2 περ. α ΠΚ, πλην όμως και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, την κήρυξε ένοχη, χωρίς να δεχθεί στο διατακτικό του την ως άνω ελαφρυντική περίσταση.
Ο Αρειος Πάγος έκρινε ότι το Πενταμελές Εφετείο υπερέβη αρνητικά την εξουσία του, έστω και αν τελικά επέβαλε στην μητέρα μικρότερη ποινή, από εκείνη που είχε επιβάλει το πρωτοβάθμιο.
Επιπλέον κρίθηκε ότι η μητέρα καταδικάσθηκε με την απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου, για τις πράξεις, της αγοράς και κατοχής ναρκωτικής ουσίας [ηρωίνης], υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις της κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τελέσεως των πράξεων  και ο γιός της για ηθική αυτουργία στην τέλεση των ως άνω πράξεων.
Για τις πράξεις αυτές, οι αναιρεσείοντες διώχθηκαν και καταδικάσθηκαν πρωτοβαθμίως και στο δεύτερο βαθμό σύμφωνα με υπό τον ν. 3459/2006 και τους επιβλήθηκαν οι ποινές της καθείρξεως οκτώ ετών και χρηματικής ποινής 30.000 ευρώ στην πρώτη και της καθείρξεως δώδεκα ετών και χρηματικής ποινής 30000 ευρώ, στο δεύτερο.
Όμως μετά τη δημοσίευση της πρωτοβάθμιας αποφάσεως ίσχυσε ο νεώτερος νόμος 4139/2013, κατά το μέρος που αφορά και ρυθμίζει το ίδιο θέμα, για το οποίο καταδικάσθηκαν οι ήδη αναιρεσείοντες, ο οποίος, είναι επιεικέστερος του προϊσχύσαντος ν. 3459/2006, δεδομένου ότι απαιτεί συνδρομή και της νέας επιβαρυντικής περιστάσεως του προσδοκώμενου οφέλους άνω των 75.000 ευρώ, η οποία καθιστά τις συγκεκριμένες πράξεις διακινήσεως των ναρκωτικών ιδιαίτερα διακεκριμένες, συνδρομή η οποία δεν συντρέχει εν προκειμένω, ενώ δεν αρκεί πλέον για τον χαρακτηρισμό της ως άνω πράξεως διακινήσεως ναρκωτικών ως διακεκριμένης, μόνη η επιβαρυντική περίσταση της κατ’ επάγγελμα τελέσεως, η δε τοιαύτη της κατά συνήθεια τελέσεως δεν είναι πλέον αξιόποινη.
Ως εκ τούτου, ο Αρειος Πάγος, έκρινε ότι οι ως άνω πράξεις, για τις οποίες καταδικάσθηκαν οι ήδη αναιρεσείοντες, τιμωρούνται πλέον με την ποινή του (επιεικέστερου) βασικού εγκλήματος διακινήσεως ναρκωτικών.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου