Οι τράπεζες είχαν κλείσει και όταν ο Βαρουφάκης γύρισε σπίτι, εκείνη την πρώτη ημέρα που τα καταστήματα έκλεισαν, γύρισε και είπε στη Δανάη Στράτου: «Αγάπη μου, έκλεισα τις τράπεζες». -“Honey, I shut the banks.” είναι η φράση του περιοδικού που θα γράψει ιστορία, αναφέρει η Ημερησία!
Συγκλονιστικά στοιχεία που μοιάζουν με καλοκαιρινό αφήγημα, δίνει ο New Yorker σε ένα εκτενέστατο κείμενο αφιερωμένο στον Γιάνη Βαρουφάκη υπό τον τίτλο «Ο Έλληνας πολεμιστής».
Αν και πολλά από τα στοιχεία είναι κάπως υπερβολικά, δείχνουν το κλίμα που επικρατούσε στην Ελλάδα αλλά και το πώς βλέπουν οι ξένοι τη δράση του κ. Βαρουφάκη τους τελευταίους μήνες.
“Η παρέα του Βαρουφάκη, εκείνο το βράδυ, ήταν συγκεκριμένη: η γυναίκα του Δανάη Στράτου και ο συνεργάτης του Τζέιμς Γκαλμπρέιθ ο οποίος στην πραγματικότητα λειτουργούσε ως σύμβουλος (άνευ πληρωμής), σε συνεργασία με τον οικονομολόγο του Πανεπιστημίου Κολούμπια, Τζέφρι Σακς. Κάποια στιγμή πέρασε τυχαία και ο υπουργός Παιδείας, Αριστείδης Μπαλτάς και είχε εγκάρδια συνομιλία με τον Βαρουφάκη.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά για την Ελλάδα και η πίεση που ασκούσε η Τρόικα, μέσω της ΕΚΤ, στην Ελλάδα, ήταν έντονη. Οι τράπεζες είχαν κλείσει και όταν ο Βαρουφάκης γύρισε σπίτι, εκείνη την πρώτη ημέρα που τα καταστήματα έκλεισαν, γύρισε και είπε στη Δανάη Στράτου: «Αγάπη μου, έκλεισα τις τράπεζες». -“Honey, I shut the banks.” είναι η φράση του περιοδικού που θα γράψει ιστορία!
Συνέβησαν πολλά εκείνες τις ημέρες: η ελληνική οικονομία μπήκε σε κατάσταση limbo, οι δόσεις προς το ΔΝΤ παραλήφθηκαν, εντός της κυβέρνησης άρχισαν να γίνονται πλάνα για παράλληλο νόμισμα, ενώ ο Κλάους Ρέγκλινγκ έστειλε ένα e-mail στον Βαρουφάκη που σκοπό είχε να του θυμίσει ότι η μη πληρωμή προς το ΔΝΤ, δίνει το δικαίωμα στον EFSF να ζητήσει την άμεση πληρωμή των δανείων προς την ΕΕ από την ελληνική πλευρά. Η απάντηση του Βαρουφάκης ήταν του στυλ «Μολών Λαβέ».
“Πίσω, όμως, στο τραπέζι πριν από το δημοψήφισμα.
Εκεί, ο Βαρουφάκης αναλύει την κατάσταση και ορισμένες στιγμές δείχνει να το διασκεδάζει. Λέει πως πριν από λίγες ώρες τον επισκέφθηκε στο σπίτι του ένα μέλος του γερμανικού κοινοβουλίου, από το κόμμα της Μέρκελ, που του είπε «δεν πιστεύω αυτά που κάνουμε σε εσάς. Αν και ξέρω πως είσαι άθεος, θα προσεύχομαι για εσένα».
Ο Βαρουφάκης διακόπτει την εξιστόρηση και παίρνει τηλέφωνο τον φίλο και σύντροφό του Ευκλείδη Τσακαλώτο και στη συνέχεια αρχίζει να κάνει υποθέσεις για το πώς θα συμπεριφερθεί ο Τσίπρας αμέσως μετά το δημοψήφισμα αν επικρατήσει το «Ναι».
Λέει: «Τα σοφά παιδιά του Μαξίμου κάθονται καλά στις κυβερνητικές θέσεις τους και δεν πρόκειται να τις αφήσουν».
Υπέθετε πως ο Τσίπρας δεν είχε σκοπό να παραιτηθεί, θα προχωρήσουν σε μια στρατηγική αναδόμηση και στις συνέχεια θα πήγαινε σε εκλογές. Όσο για τον ίδιο, είχε αποφασίσει «να καβαλήσει το ηλιοβασίλεμα». Ο Γκαλμπρέιθ του απάντησε πως κάνει λάθος και θα επικρατήσει το «Όχι» γιατί οι Έλληνες δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Όπως και έγινε. Όταν ήρθαν τα πρώτα αποτελέσματα, οι συνδαιτυμόνες τούγκρισαν τα ποτήρια με το κρασί και ζητωκραύγασαν το γνωστό σύνθημα του Τσε «Ηasta la victoria siempre».
Το άρθρο αναφέρει πως από το 2009, ο Γιάνης Βαρουφάκης έχει μπει για τα καλά στα ελληνικά πράγματα ασκώντας έντονη κριτική στο πρώτο μνημόνιο, επί Γιώργου Παπανδρέου, αλλά και στη μετέπειτα πολιτική που επιβλήθηκε από την Τρόικα. Είχε πει σε ανύποπτο χρόνο ότι στην ουσία η Ελλάδα είναι μια χρεοκοπημένη χώρα. Πολύ γρήγορα, μέσα σε ένα έντονα φορτισμένο πολιτικό πεδίο, ο Γιάνης Βαρουφάκης έγινε ένας πολύ γνωστός συγγραφέας και αναλυτής στην Ελλάδα. Κάπως έτσι, στη συνέχεια έγινε ο βουλευτής με τις περισσότερες ψήφους και στη συνέχεια υπουργός Οικονομικών.
Τουτέστιν, έγινε η φωνή της κυβέρνησης και της Ελλάδας προς τους δανειστές και αυτή η φωνή έλεγε με στεντόρειο τρόπο ότι δεν αποδέχεται τους όρους των δανειστών. Κάπως έτσι το Grexit άρχισε να γίνεται η πιθανή κατάληξη του ελληνικού δράματος. Ο Βαρουφάκης δεν έγραφε, πλέον, για την Λαγκάρντ στο blog του – συναντούσε δια ζώσης την Λαγκάρντ. Από την πρώτη στιγμή έδειξε το αντισυμβατικό στυλ του που κάποιοι το έβρισκαν «σέξι» και άλλοι δεν μπορούσαν να το δεχθούν. Ο ίδιος δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται για το μέλλον του στην πολιτική και ήταν αποφασισμένος να πει «όχι» στους όρους και τους κανόνες των δανειστών.
Το παρασκήνιο με τον Ομπάμα
Ο δημοσιογράφος του New Yorker μεταφέρει μια συζήτηση που είχε με τον Γιάνη Βαρουφάκη αμέσως μετά την επίσκεψη του στη Νέα Υόρκη και τη συνάντηση που είχε με τον Μπαράκ Ομπάμα. Ο πρώην ΥΠΟΙΚ του αποκαλύπτει πως ο Ομπάμα του είπε ότι δεν τον ζηλεύει για τη θέση που έχει και τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει. Και ο Βαρουφάκης, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, του είπε πως τα πράγματα είναι, όντως, άσχημα και ότι η ΕΚΤ θέλει να πνίξει την Ελλάδα.
Φυσικά, σε όλη αυτή την πορεία, αποδείχθηκε πως δεν ήταν μόνο η ΕΚΤ που βρέθηκε στο στόχαστρο του Βαρουφάκη, καθώς και οι σχέσεις του με τον Σόιμπλε είχαν έντονη πολεμική διάθεση. Η, δε, κοινή γνώμη της Γερμανίας είδε στο πρόσωπό του τον απόλυτο εχθρό που συμπύκνωνε την άποψή του για τη Γερμανία στην περιβόητη κίνηση με το χέρι, σε μια ομιλία του στο Ζάγκρεμπ.
Ο Βαρουφάκης λέει στο δημοσιογράφο πως είπε στον Ομπάμα το εξής:
«Η κυβέρνησή μας θα συμβιβαστεί, θα συμβιβαστεί, θα συμβιβαστεί, αλλά εμείς δεν θα συμβιβαστούμε».
Κάτι που φαίνεται να άρεσε στον Πρόεδρο των ΗΠΑ που πρόσφερε ανέλπιστη υποστήριξη στην Ελλάδα λέγοντας πως η λιτότητα δεν είναι καλό πράγμα. Τότε, ο Βαρουφάκης του απάντησε πως ο Τζακ Λιού, ο Αμερικανός ΥΠΟΙΚ, του έλεγε άλλα πράγματα, για να πάρει την αφοπλιστική απάντηση του Ομπάμα: «Ξέρεις τώρα πώς είναι οι ΥΠΟΙΚ, είναι πιο συντηρητικοί».
Ο δημοσιογράφος ακολουθεί κατά πόδας τον Βαρουφάκη στην Αθήνα, μέσα στο αυτοκίνητο του τηλεφωνεί ένας υπουργός και έμπλεος αισιοδοξίας του λέει πως έκανε πολύ καλή δουλειά και ότι όλα θα πάνε καλά. Όταν κλείνει το τηλέφωνο ο Βαρουφάκης μονολογεί:
«Πώς στο διάβολο το ξέρει αυτό;».
Αμέσως μετά την επιστροφή του από την Ουάσιγκτον συναντήθηκε με τραπεζίτες και με τον Αλέξη Τσίπρα που με τη σειρά του «πούλησε» μια χαρά τα αποτελέσματα της συνάντησης με τον Ομπάμα. Στη συνέχεια συναντιέται ξανά με τον δημοσιογράφο, στο νέο τους διαμερίσματα και όχι σε εκείνο που είχαν φωτογραφηθεί για το Paris Match. Παραδέχεται πως εκείνη η φωτογράφηση ήταν «ένα μεγάλο λάθος μου». Μαζί με τη Δανάη Στράτου αφηγούνται τις ημέρες που πέρασαν στην Αγγλία και το πώς γνωρίστηκαν, αλλά και πώς ο ίδιος γυρνώντας στην Ελλάδα εντάχθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το τηλεφώνημα
Όταν έγινε υπουργός δέχθηκε τηλεφώνημα από τον Ντάισελμπλουμ που τον ρώτησε τι σκοπεύει να κάνει και εκείνος του απάντησε πως χρειάζεται ένα πρόγραμμα γέφυρα. Ο Ολλανδός του είπε πως ακούγεται λογικό το αίτημα και ότι ετοιμάζεται να έρθει στην Αθήνα. Όταν ήρθε, ο Βαρουφάκης κατάλαβε πως όλα είχαν αλλάξει και τότε λέει στον επικεφαλής του Eurogroup:
«Δηλαδή, με απειλείς από την πρώτη ημέρα με Grexit;», με τον Ντάισελμπλουμ να του απαντάει πως μη ολοκλήρωση του προγράμματος δεν σημαίνει και έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Ακολούθησε η συνέντευξη Τύπου και η περιβόητη ρήση «μόλις σκότωσες την Τρόικα».
Συναντήσεις
Ακολούθησαν οι συναντήσεις με τον Όσμπορν («δέχθηκε τα πάντα από όσα του είπα») και με τον Σαπέν («μιλήσαμε σαν αδέρφια»). Στην πρώτη συνάντηση στο Eurogroup διαπιστώνει πως είναι μια βαρετή συνάντηση και όχι ένα εν εξελίξει δράμα. Βέβαια, εκεί διαφαίνονται οι πρώτες σημαντικές διαφωνίες με τον Σόιμπλε και τον Ντάισελμπλουμ. Εκεί του λένε πως οι εκλογές στην Ελλάδα δεν πρόκειται να αλλάξουν την οπτική της Ευρώπης απέναντι στη χώρα. Όταν του τέθηκε το deadline, πήρε τηλέφωνο τον Τσίπρα και τον ρώτησε αν έπρεπε να υπογράψει καθώς η διορία της 28ης Φεβρουαρίου εξέπνεε. Ο Τσίπρας του απάντησε: «Μην το υπογράψεις». Κάτι που έπραξε. Δεν υπήρχε συμφωνία.
Λίγο καιρό ήρθε η τετράμηνη παράταση και αμέσως ο Βαρουφάκη άρχισε να ακούει την Τρόικα να του χτυπάει την πόρτα λες και τίποτα δεν είχε αλλάξει. Πίστευε πάντα ότι η Λαγκάρντ δεν ήθελε να φύγει η Ελλάδα από την Ευρωζώνη, αλλά οι κατώτεροι υπάλληλοι που έστελνε στην Ελλάδα είχαν δική τους ατζέντα και ασχολούνται με τα… μικρά πράγματα και όχι με τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Τα προβλήματα με τους άλλους ομολόγους του συνέχισαν να υπάρχουν, καθώς καταλάβαιναν τις διαλέξεις του.
Δύο ημέρες πριν από το δημοψήφισμα ο Βαρουφάκης σκέφτεται πως πρέπει να υπάρξει ένα ελληνικό πλάνο. Το συνθέτει μαζί με τον Τζέφρι Σακς και άλλους και το παρουσιάζει στον Τσίπρα που το απορρίπτει ως πολύ επικίνδυνο.
Μετά το Eurogroup στη Ρίγα, τα πράγματα αρχίζουν να καθαρίζουν. Ο Βαρουφάκης καταλαβαίνει πως ο Τσίπρας έχει κάνει πίσω στο θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος, ενώ οι ομόλογοί του δεν θέλουν να συνομιλήσουν μαζί του. Είναι η αρχή του τέλους για τον ίδιο στο υπουργείο. «Ο Τσίπρας τους έδωσε τη λιτότητα ελπίζοντας πως θα πάρει κάτι για τη διαγραφή χρέους. Μόνο που οι καρχαρίες δεν χορταίνουν με λίγο αίμα. Άρχισαν να ζητούν και άλλα. Εγώ ήμουν πολύ δημοφιλής και αν συνέχιζα θα μπορούσα να κάνω κακό στον Τσίπρα», λέει στη συνέχεια. Νιώθει ότι δεν υποστηρίχθηκε. Στις 25 Ιουνίου υπήρχε μια συμφωνία που έδειχνε ότι η Ευρώπη δεν θέλει την Ελλάδα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Σόιμπλε είπε πως δεν θα περάσει από τη γερμανική Βουλή και φυσικά οι μικρές χώρες συντάχθηκαν στο πλευρό του. Και τότε ο Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα. Ο Βαρουφάκης ζήτησε τέσσερις ημέρες διορία για να ψηφίσουν οι Έλληνες, αλλά το Eurogroup τις αρνήθηκε.
Το βράδυ του δημοψηφίσματος ο Βαρουφάκης επισκέφθηκε τον Τσίπρα και του είπε: «Ενεργοποίησέ με ξανά ή άλλαξέ με». Ο Τσίπρας του πρότεινε να πάρει το υπουργείο Οικονομίας. Ο Βαρουφάκης το αρνείται και το επόμενο πρωί υποβάλει την παραίτησή του. Εξηγεί επίσης ότι στη δεύτερη ψηφοφορία για τα προαπαιτούμενα ψήφισε «ναι» για να στηρίξει τον Τσίπρα, αν και δεν πιστεύει στη συμφωνία.
Τι του έμεινε από την παραίτηση; Ότι μπορεί να διαγράψει το τηλέφωνο του Σόιμπλε από το κινητό του. Αν και λέει πως: «Σε προσωπικό επίπεδο τον συμπαθώ. Έχει ένα όραμα, ένα λάθος όραμα, αλλά το πιστεύει. Είναι ένας άνθρωπος με αρχές. Μου αρέσουν οι πολιτικοί που έχουν πεποιθήσεις».
New Yorker, ΗΜΕΡΗΣΙΑ