- Τ. Πιπίνου: «Οι πρώτες μέρες ήταν τρομακτικές»
- Λ. Καβαλιέρος: «δεν ξέρουμε τι θα συμβεί με τα σχολικά»
- Οι πολυεθνικές κερδίζουν και σε αυτόν τον επιχειρηματικό κλάδο
- Πως διαμορφώνεται το «αύριο» για τις εκδόσεις και τους συγγραφείς
Πολύπλευρες είναι οι επιπτώσεις από τις πολιτικοοικονομικές εξελίξεις και όλες οι αναλύσεις δείχνουν με γλαφυρότητα τα προβλήματα στην αγορά και γενικότερα στη λεγομένη «πραγματική οικονομία». Ωστόσο, λίγο φως έχει ριχθεί μέχρι σήμερα στις επιπτώσεις που έχουν οι εξελίξεις για το βιβλίο και την πνευματική τροφή γενικότερα. Δυστυχώς, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με την οικονομία οδηγεί τους επαγγελματίες του κλάδου στο μονόδρομο της light λογοτεχνίας, τους βιβλιοπώλες σε περιπέτειες και τους συγγραφείς στην αφάνεια.
Στη Ρόδο η κατάσταση δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική από εκείνη που ισχύει στην υπόλοιπη Ελλάδα. Ενώ από την αρχή του τρέχοντος έτους οι πωλήσεις των βιβλίων ακολουθούσαν μια καλή πορεία, ξαφνικά τα πάντα βούλιαξαν, όταν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε τη διενέργεια του δημοψηφίσματος. «Οι πρώτες ημέρες ήταν τρομακτικές, από τη μια στιγμή στην άλλη οι πωλήσεις μειώθηκαν σε ποσοστό 80%», δήλωσε προς τη “δημοκρατική” η ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείου “Ακαδημία” και συγγραφέας Τίτσα Πιπίνου και εξήγησε ότι «τελικά η μείωση των πωλήσεων έχει παγιωθεί στο 50% και ουδείς γνωρίζει τι θα συμβεί εάν τελικά οδηγηθούμε σε πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο».
Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και τα όσα περιέγραψε ο κ. Λευτέρης Καβαλιέρος, ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου «Το Δέντρο»: «οι πρώτες μέρες μετά το δημοψήφισμα ήταν πραγματικά δύσκολες, ωστόσο στην πορεία ο κόσμος δειλά – δειλά έχει αρχίσει να επιστρέφει στο βιβλίο, διότι το βιβλίο είναι σταθερή αξία και υπάρχουν καταπληκτικά έργα για όλα τα βαλάντια».
Ωστόσο, το πρόβλημα για τους βιβλιοπώλες είναι πολυδιάστατο. Ο μήνας Ιούλιος, θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους μήνες (μαζί με τον Σεπτέμβριο και Δεκέμβριο) στις πωλήσεις βιβλίων. Η απώλεια αυτού του μήνα, ισοδυναμεί με απώλεια 20% από τον ετήσιο τζίρο της κάθε επιχείρησης. Οι αναγνώστες, παρότι περνούν το κατώφλι του βιβλιοπωλείου, εν τούτοις το κάνουν περισσότερο για «ψυχοθεραπεία» παρά για να αγοράσουν κάποιο από τα βιβλία που τους ενδιαφέρει.
Τι θα γίνει
με τα σχολικά;
Τα σχολικά είδη, ως επί το πλείστον, στηρίζονται σε εισαγόμενες πρώτες ύλες. Ωστόσο, τα “capital controls” δεν επιτρέπουν την πληρωμή τιμολογίων στο εξωτερικό γεγονός που σημαίνει ότι όλες οι εισαγωγικές εταιρείες και οι βιοτεχνίες σχολικών ειδών θα διαθέσουν στην αγορά μόνο το στοκ εμπόρευμα που έχουν στις αποθήκες τους. Όταν αυτό το εμπόρευμα εξαντληθεί, απλώς δεν θα μπορούν να επανατροφοδοτήσουν τα βιβλιοχαρτοπωλεία με νέα εμπορεύματα.
Σημειώνεται ότι πρόκειται για σχολικές τσάντες, τετράδια, μολύβια, χρώματα, χαρτικά και όλα εκείνα που συνοδεύουν τους μαθητές στη σχολική τους πορεία. Εάν, τελικώς η χώρα συρθεί σε εκλογές εντός του φθινοπώρου, τότε η προοπτική άρσης των κεφαλαιακών ελέγχων θα φύγει από το τραπέζι των συζητήσεων και οι επιπτώσεις θα παγιωθούν ως εικόνα.
Βέβαια, η κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί, εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντα των μεγάλων αλυσίδων οι οποίες θα συνεχίσουν χωρίς πρόβλημα τις εισαγωγές, χρησιμοποιώντας τους τραπεζικούς λογαριασμούς που διαθέτουν στην Κύπρο και σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Εφόσον η κατάσταση της οικονομίας παραμείνει στις σημερινές συνθήκες, τότε ημέρα με την ημέρα θα εξαντλούνται τα αποθέματα των σχολικών και χαρτικών ειδών, γεγονός που θα ενισχύει τη θέση των μεγάλων αλυσίδων στην αγορά.
Οι συνθήκες έχουν διαμορφώσει το τέλειο σκηνικό που θα οδηγήσει σε ολοκληρωτικό έλεγχο της αγοράς από λίγες εταιρείες – μεγαθήρια. Αυτές οι εταιρείες θα έρθει η στιγμή που θα καθορίζουν από μόνες τους τις τιμές όλων των εμπορευμάτων, απαλλαγμένες από την πίεση του ανταγωνισμού.
Οι νέες εκδόσεις
και οι συγγραφείς
Παρότι οι Ελληνες είναι ένας λαός που γενικά δεν διαβάζει (περισσότερο βλέπει τηλεόραση και περιηγείται στο ίντερνετ), εν τούτοις η έκδοση νέων τίτλων κάθε χρόνο είναι σημαντική. Ξένοι και Ελληνες συγγραφείς παρουσιάζουν διαρκώς νέα έργα, ορισμένα από τα οποία μένουν ως παρακαταθήκη για τις επόμενες γενεές και άλλα απλώς περιπλέκουν εικόνες με συναισθήματα ως πιο ελαφρά αναγνώσματα για την παραλία. Όλα τα έργα έχουν τη δική τους ξεχωριστή αξία.
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα γνωρίζει άνθιση το πιο ανάλαφρο μυθιστόρημα, το χαρακτηριζόμενο και ως «γυναικεία λογοτεχνία». Ιστορίες αγάπης, χωρισμού, ενδοοικογενειακών σχέσεων, βρίσκονται σε πρώτη γραμμή ζήτησης από Ελληνίδες αναγνώστριες και η ζήτηση αυτή με τη σειρά της έχει προκαλέσει μια ολόκληρη τάση στους εκδοτικούς οίκους. Μάλιστα, στα τελευταία τρία χρόνια έχουν γεννηθεί νέοι, μικροί εκδοτικοί οίκοι, που έχουν ως αποκλειστικό προσανατολισμό αυτού του είδους το μυθιστόρημα, διότι είναι επικερδές.
«Είναι γεγονός ότι υπάρχει αυτή η τάση τα τελευταία χρόνια» εξήγησε στη “δημοκρατική” η συγγραφέας Τίτσα Πιπίνου, που η ίδια ως λογοτέχνης θεωρείται από τους πνευματικούς κύκλους ως μία από τις σημαντικές πεζογράφους, που έχει σήμερα η χώρα μας. «Αυτή είναι η τάση της εποχής» τονίζει η ίδια, όμως δεν κρύβει τη φοβία της για το αύριο. «Ακόμα και αυτή η τάση, στο προβληματικό οικονομικό περιβάλλον αντιμετωπίζει πρόβλημα. Οι εκδοτικοί οίκοι, ο ένας μετά τον άλλον, ανακοινώνουν περιορισμό των εκδόσεων και αναστολή των πληρωμών. Κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο να συμβεί και αυτό δεν είναι καλό για την πνευματική παραγωγή της χώρας μας».
Η πνευματική παραγωγή της χώρας ήδη έχει αρχίσει να επηρεάζεται και από την επιλογή που έχουν κάνει συγκεκριμένα σούπερ μάρκετ να τοποθετήσουν στα ράφια τους βιβλία. Βέβαια, στα ράφια ανάμεσα στα μακαρόνια και στις κομπόστες ροδάκινο δεν πρόκειται ποτέ να βρεθούν τίτλοι όπως η «Αργώ» του Θεοτοκά, ή «Το χαμένο νησί» του Καραγάτση, όμως στα σίγουρα βιβλία τρόμου με πρωταγωνιστές – θύματα παιδιά (όπως βιβλία της Τ. Φλιν) και ανάλαφρα Αρλεκιν θα ζήσουν ιστορικές στιγμές. Ασφαλώς, κάθε φορά που από τα σούπερ μάρκετ αγοράζεται ένα βιβλίο, μια πώληση (με το ελάχιστο ποσοστό κέρδους) χάνεται από τα παραδοσιακά βιβλιοπωλεία.
Προς το παρόν, οι εκδότες παρακολουθούν τις εξελίξεις με περίσκεψη και ζουν τη δική τους αγωνία. Αν και το βιβλίο μεταπήδησε στον ΦΠΑ του 6%, από 6,5%, δυστυχώς το κέρδος για τον αναγνώστη έχει χαθεί, διότι τα μελάνια έχουν μεταπηδήσει στο συντελεστή 23% και έτσι εκμηδενίζεται το υποτιθέμενο οικονομικό όφελος για τον τελικό καταναλωτή.
Το «αύριο» του βιβλίου
Η συζήτηση που τώρα ξεκινάει για το βιβλίο, τις εκδόσεις, την πνευματική παραγωγή, είναι πραγματικά μεγάλη, είναι ανεξάρτητη από τις πολιτικο-οικονομικές εξελίξεις και εξαπλώνεται σε διαστάσεις που δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτές από εκείνους που έχουν μείνει μακριά από τις εξελίξεις της τεχνολογίας.
Οι συσκευές ανάγνωσης ηλεκτρονικών βιβλίων (ebook readers, που μοιάζουν με κινητά τηλέφωνα) έχουν ανατρέψει όλα τα δεδομένα στις εκδόσεις. Η φθηνή αγορά ενός ηλεκτρονικού βιβλίου (ebook) κερδίζει διαρκώς έδαφος σε σύγκριση με το πραγματικό, χιλιοαρωματισμένο βιβλίο χάρτου. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις μεγάλες πλατφόρμες πώλησης ηλεκτρονικών βιβλίων, διατίθενται καθημερινά εκατομμύρια αρχεία ως «ηλεκτρονικά αντίτυπα» βιβλίων που έχουν γραφτεί. Ταυτόχρονα, αυξάνει αντιστοίχως και ο αριθμός των πλατφόρμων διάθεσης ηλεκτρονικών βιβλίων. Η Amazon, που μέχρι πριν από δυο χρόνια κυριαρχούσε στην παγκόσμια αγορά ηλεκτρονικού βιβλίου, τώρα είναι αντιμέτωπη με τη lulu, την kdlbooks και πολλές άλλες που διαθέτουν βιβλία από τιμή μόλις 0.1 ευρώ.
Στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες η έκδοση ebooks είναι εύκολη, γίνεται αυθημερόν και χωρίς καμία αξιολόγηση από κριτικές επιτροπές. Απλώς ο χρήστης ανεβάζει το βιβλίο που έχει συγγράψει, συνήθως το διαθέτει δωρεάν για δύο ή τρεις ημέρες (προκειμένου να αποκτήσει κάποια πρώτα σχόλια αναγνωστών) και ακολούθως θέτει μια κάποια τιμή αγοράς (συνήθως από 1 έως 5 ευρώ). Με τον τρόπο αυτό έχει γεννηθεί ένα καινούργιο επάγγελμα που φέρει την ονομασία «διαχείριση συγγραφέων», οι οποίοι καλούνται από τους διαχειριστές τους να γράψουν βιβλία ανάλογα με τη ζήτηση των χρηστών του διαδικτύου.
Ετσι, μπορεί επί μήνες να γράφονται βιβλία σχετικά με την καλλιέργεια τομάτας σε διάφορες περιοχές του κόσμου, βιβλία για το body building, τη διατροφή ή βιβλία ακραίας διαστροφής.
Όλα αυτά τα δεδομένα μπορεί να φαντάζουν ως μακρινά για όλους εκείνους που βρίσκονται στην ηλικία των 50 ετών και άνω, όμως οι νεότεροι γνωρίζουν καλά πως λειτουργεί το σύστημα και είναι εκείνοι που επίσης ξέρουν ότι δεν θα αργήσει να έρθει στο μέλλον μια στιγμή όπου τα χάρτινα βιβλία θα είναι απλώς και μόνο διακοσμητικά στοιχεία στα ράφια κάποιων ρομαντικών συλλεκτών, όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα με τους δίσκους μουσικής από βινύλιο.