Συνεδρίασε την Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013 η Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων με πρωτοβουλία και υπό την προεδρία του καθηγητή Δημήτρη Κρεμαστινού, με θέμα την ακρόαση φορέων που σχετίζονται με τον ΕΟΠΥΥ, προκειμένου να διασφαλιστούν οι προϋποθέσεις σωστής λειτουργίας του Οργανισμού, χωρίς να υπάρξουν ιδιαίτερα προβλήματα αναφορικά με το εργασιακό καθεστώς των γιατρών και να τερματιστούν οι συνεχιζόμενες απεργίες που ταλαιπωρούν χιλιάδες ασφαλισμένων.
Συμμετείχαν από πλευράς Υπουργείου Υγείας ο Υπουργός κ. Αδωνις Γεωργιάδης και οι Υφυπουργοί κ. Ζέττα Μακρή και κ. Αντώνης Μπέζας. Από πλευράς ιατρών συμμετείχαν ο Πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου κ. Μ. Βλασταράκος, ο Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών κ. Γ. Πατούλης, η Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Πειραιά κ. Β. Ανεμοδουρά και ο Πρόεδρος της Ενωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ) κ. Δ. Βαρνάβας. Από πλευράς ΕΟΠΥΥ συμμετείχαν ο Πρόεδρος του Οργανισμού κ. Δ. Κοντός, η Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων κ. Θ. Αναγνωστοπούλου, ο Πρόεδρος και ο Γ.Γ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Επιστημονικού Υγειονομικού Προσωπικού, κ.κ. Α. Αποστολόπουλος και Χ. Μπονάνος. Τα διαγνωστικά κέντρα εκπροσώπησαν ο κ. Ε. Σπανός, Πρόεδρος Ιδιοκτητών Διαγνωστικών Κέντρων «Βιοϊατρική» και ο κ. Γ. Βουγιούκας, Πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Ιατρικών Διαγνωστικών Κέντρων. Τέλος συμμετείχε ο Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Ιδιωτικής Πρωτοβάθμιας Υγείας κ. Θ. Χατζηπαναγιώτου.
Ύστερα από μια ενδιαφέρουσα ανταλλαγή απόψεων από την οποία δεν έλειψαν οι έντονες αντιπαραθέσεις, ο Πρόεδρος της Επιτροπής κ. Κρεμαστινός, συνοψίζοντας τα συμπεράσματα της συνεδρίασης δήλωσε ικανοποιημένος από τις εξελίξεις στον ΕΟΠΥΥ, δεδομένου ότι προσωπικά είχε παρέμβει ώστε:
1. Να μην υπάρξουν απολύσεις ιατρικού και υγειονομικού προσωπικού.
2. Όσοι εκ των γιατρών το επιθυμούν, να γίνουν πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.
3. Όσοι δεν επιθυμούν την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση, να μπορούν να συνάψουν συμβάσεις εργασίας με τον ΕΟΠΥΥ, με ειδικό καθεστώς.
Τις ρυθμίσεις αυτές απεδέχθη τελικά και το Υπουργείο Υγείας με τη δήλωση ότι θα αρχίσει συζητήσεις με τους ενδιαφερομένους μετά τη λήξη της απεργίας των ιατρών του ΕΟΠΥΥ.
Στην τοποθέτησή του ο καθηγητής τόνισε τη σημασία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και του θεσμού του οικογενειακού γιατρού, που πρέπει να αποτελεί το θεμέλιο για κάθε εθνικό σύστημα υγείας. Θύμισε μάλιστα τη σχετική μελέτη που είχε υποβάλει στον ίδιο ως Υπουργό Υγείας επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου η «Επιτροπή των 7 σοφών» όπως είχε ονομαστεί. Η επιτροπή αυτή αποτελείτο από τους κορυφαίους στον τομέα τους καθηγητές των μεγαλυτέρων πανεπιστημίων της Αγγλίας, της Σουηδίας, του Καναδά, της Γερμανίας και της Ολλανδίας, με επικεφαλής τον Πρύτανη του London School of Economics. Η πρόταση πήρε τη μορφή νόμου που δεν ψηφίστηκε αλλά διότι παραιτήθηκε η κυβέρνηση λόγω της ασθένειας του Α. Παπανδρέου. Έκτοτε πολλά σημεία του νομοσχεδίου πέρασαν σε διάφορα νομοθετήματα. Θύμισε μάλιστα ότι επί υπουργίας του καθηγητή κ. Στεφανή ψηφίστηκε ο νόμος για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και τον θεσμό του οικογενειακού γιατρού, ο οποίος επίσης δεν εφαρμόστηκε γιατί διαλύθηκε η Βουλή για τις εκλογές του 2004. Ο ίδιος νόμος επικαιροποιημένος ώστε να συμβαδίζει με τα σημερινά δεδομένα, θα έπρεπε να εφαρμοσθεί και σήμερα, είπε ο κ. Κρεμαστινός. Και πιο συγκεκριμένα ανέφερε τα εξής:
«Αυτές τις μέρες, και πάλι φούντωσε η συζήτηση για την ΠΦΥ με επίκεντρο τον ΕΟΠΥΥ και τον ρόλο που καλείται να παίξει. Δικαίως ο κόσμος, που αυτόν κυρίως αφορά, δεν μπορεί να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει. Όμως τα πράγματα είναι απλά. Τόσο απλά που μπορεί να τα αντιληφθεί ο καθένας. Στην ΠΦΥ απαραιτήτως πρέπει να υπάρχει ένας γενικός γιατρός ή παθολόγος που να τον επιλέγει ο πολίτης. Χωρίς το δικαίωμα του πολίτη να επιλέγει από έναν κατάλογο γιατρών που επιθυμούν να υπηρετήσουν τον θεσμό, δεν μπορεί να υπάρξει οικογενειακός γιατρός που θα εμπιστευθεί ο άρρωστος σε ό,τι του λέει. Αν αυτός ο γιατρός κρίνει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει πλήρως το πρόβλημα του ασθενή του, τον παραπέμπει – με ραντεβού που κλείνει ο ίδιος – σε ένα κέντρο υγείας ή νοσοκομείο, όπου υπάρχουν οι γιατροί όλων των ειδικοτήτων. Οι γιατροί αυτοί, αφού εξετάσουν τον άρρωστο και του δώσουν την ενδεδειγμένη θεραπεία, είναι υποχρεωμένοι να ενημερώσουν εγγράφως τον γιατρό που τους τον παρέπεμψε. Έτσι, ο πολίτης εξυπηρετείται υπεύθυνα, ασφαλέστερα και επιστημονικά σωστά. Εάν ο γιατρός της ΠΦΥ, ο λεγόμενος οικογενειακός γιατρός, κρίνει ότι χρειάζονται εξετάσεις που γίνονται σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, συμβεβλημένα με το ΕΣΥ, μπορεί να τον παραπέμψει σε αυτά, προκειμένου να επισπευσθούν τα ραντεβού και να μην υπάρχουν μεγάλες λίστες αναμονής -όταν φυσικά δεν μπορούν τα ραντεβού αυτά να εξυπηρετηθούν εγκαίρως από τα κέντρα υγείας και τα νοσοκομεία.
Αυτό το σύστημα είναι τόσο απλό και τόσο κατανοητό που απορεί κανένας γιατί δεν εφαρμόζεται. Η απάντηση δυστυχώς είναι γνωστή. Υπάρχουν πολλαπλά διαπλεκόμενα συμφέροντα στον χώρο της υγείας, που έχουν κάθε λόγο να αντιδρούν και να αντιστέκονται σε κάθε υγιή πρόταση. Χρειάζεται τόλμη για να εφαρμοσθεί αυτό το Εθνικό Σύστημα Υγείας με θεμέλιο λίθο τον οικογενειακό γιατρό στη βάση ενός αποτελεσματικού και αξιόπιστου συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.»
Συμπερασματικά, ο κ. Κρεμαστινός επανέλαβε την πλήρη ικανοποίησή του για τη σύμπτωση απόψεων όλων των φορέων στα βασικά θέματα που είχε ο ίδιος εισηγηθεί, λόγο για τον οποίο άλλωστε συγκάλεσε τη Διαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής.