Με οριστικό «λουκέτο» απειλείται η ΚΑΙΡ!

Την 18η Δεκεμβρίου 2013 κρίνεται ενώπιον της επιτροπής του άρθρου 70Α, του Υπουργείου Οικονομικών, η τύχη της πολύπαθης Δωδεκανησιακής οινοποιίας “ΚΑΙΡ” και το αίτημα για την απαλλαγή της από το φόρο εισοδήματος λόγω υπεραξίας από την πώληση ακινήτων στην ΑΤΕ για εξόφληση οφειλών της προς αυτήν.
Η εξέλιξη της υπόθεσης, που έχει αναβληθεί ήδη δύο φορές ενώπιον της ίδιας επιτροπής, θα καθορίσει εάν υφίσταται υποχρέωση για την εξόφληση οφειλών ύψους 15 εκατ. ευρώ στη ΔΟΥ Ρόδου. Αν η επιτροπή κρίνει ότι δεν πρέπει να απαλλαγεί η ΚΑΙΡ από τη συγκεκριμένη επιβάρυνση, τότε, προκειμένου να γίνει δεκτή η προσφυγή της ενώπιον των Διοικητικών δικαστηρίων για την ακύρωση της απόφασης, θα πρέπει να καταβληθεί το 50% του προστίμου γεγονός που θα οδηγήσει ούτως ή άλλως την επιχείρηση σε λουκέτο.
Το εταιρικό κεφάλαιο της εταιρείας μετά τις αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου που έγιναν κατά καιρούς, ανέρχεται σε 576.720,28 ευρώ, διαιρούμενο σε 465.097 ονομαστικές μετοχές, ονομαστικής αξίας 1,24 ευρώ η κάθε μία. Από αυτές οι 447.602 ανήκουν στην Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Δωδ/σου και οι 17.494 στο Δημόσιο.
Εξαιτίας του συνεχούς δανεισμού της ΚΑΪΡ από την ΑΤΕ το σύνολο των οφειλών της από δάνεια, όπως αυτά είχαν κατά καιρούς ρυθμιστεί και κεφαλαιοποιθεί, ανερχόταν στις 31-12-1997 στο ποσό των 11.830.707.000 δρχ, σε εφαρμογή δε του άρθρου 17α παρ. 6 του ν. 2538/1997 το Ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε, στο πλαίσιο της εξυγίανσης των συνεταιριστικών οργανώσεων και συνεταιριστικών εταιρειών, να καταβάλει στη δανείστρια Τράπεζα, ΑΤΕ, το ποσό των 2.000.000.000 δρχ και έτσι παρέμεινε οφειλόμενο ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο με valleur 31-12-1998 το ποσό των 10.467.464.000 δρχ.
Με τη με αριθμό 419 πρόσθετη σύμβαση ρύθμισης οφειλών της 28-12-2000 ανάμεσα στην ΑΤΕ και την ΚΑΪΡ και σε εφαρμογή της αμέσως παραπάνω διθάταξης και της με αριθμό 4/27-3-2000 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΤΕ, συμφωνήθηκε όπως το ποσό των 10.467.464.000 δρχ ρυθμιστεί ως εξής:
α) ποσό 7.500.000.000 δρχ που αποτελούσε την αξία των ακινήτων της ΚΑΪΡ, εκτάσεως 404 στρεμμάτων στην περιοχή Καναμάτ Ρόδου και 280 στρεμμάτων στην περιοχή Φανών και Καλαβαρδών, θα διαγράψει ισόποση οφειλή της ΚΑΪΡ όταν θα μεταβιβαστούν κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στην ΑΤΕ,
β) ποσό 400.000.000 δρχ ρυθμίζεται σε νέο δάνειο της ΑΤΕ προς την ΚΑΪΡ, που συμφωνήθηκε να καταβληθεί και
γ) ποσό 2.567.464.000 δρχ θα διαγραφόταν αφενός μεν από τη μεταβίβαση στην ΑΤΕ κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή του ιδανικού μεριδίου 1/2 εξ αδιαιρέτου της ΚΑΪΡ επί του ακινήτου του παλαιού εργοστασίου των 13 περίπου στρεμμάτων κατά το ποσό της αξίας αυτού (του 1/2), κατά δε το υπόλοιπο ποσό θα διαγραφόταν σε βάρος της δανείστριας Τράπεζας (ΑΤΕ).
Τέλος, με την από 28-12-2001 συμπληρωματική πρόσθετη πράξη της από 28-12-2000 σύμβασης ρύθμισης οφειλών, ανάμεσα στην ΑΤΕ και την ΚΑΪΡ, ρυθμίστηκαν διάφορα θέματα σχετικά με τα προς μεταβίβαση ακίνητα.
Η υλοποίηση όμως της παραπάνω ρύθμισης δεν προχωρούσε γιατί από τη μεταβίβαση των ακινήτων της ΚΑΙΡ που αναφέρονταν στις παραπάνω συμβάσεις προέκυπτε τεράστια υπεραξία λόγω της μικρής αξίας κτήσης αυτών που αναγράφονταν στους ισολογισμούς, με αποτέλεσμα να προκύπτει πάρα πολύ μεγάλος φόρος εισοδήματος, τον οποίο φυσικά δεν είχε να πληρώσει η ΚΑΪΡ.
Για το λόγο αυτό άρχισε μια συντονισμένη προσπάθεια από την τότε και τις μετέπειτα Διοικήσεις της ΚΑΪΡ με τη βοήθεια όλων των Βουλευτών και της ΠΑΣΕΓΕΣ να γίνει κατάλληλη νομοθετική ρύθμιση ούτως ώστε να μην υπόκειται σε φόρο εισοδήματος η υπεραξία που προκύπτει από την πώληση των ακινήτων της προς την ΑΤΕ με σκοπό τον συμψηφισμό του τιμήματος με τις παραπάνω οφειλές της προς αυτήν.
Τελικά μετά από τις συνεχείς προσπάθειες ο πρώην Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Αλέξανδρος Κοντός κατανόησε το πρόβλημα της ΚΑΪΡ, που, όμως, και όλες οι αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις και οι εταιρείες τους είχαν το ίδιο πρόβλημα, και έτσι τελικά μετά από πέντε χρόνια ψηφίστηκε το άρθρο 6 παρ. 3 του νόμου 3399/2005 υπογεγραμμένου και από τον τότε Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γ. Αλογοσκούφη, που προέβλεπε την απαλλαγή της υπεραξίας με την προϋπόθεση εμφάνισης της σε λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού.
Σύμφωνα με την επισυναπτόμενη αιτιολογική έκθεση η παραπάνω διάταξη ψηφίστηκε «για να αξιοποιηθούν τα αδρανή περιουσιακά στοιχεία των Α.Σ.Ο και ΣΕ, απαλλάσσονται από την φορολογία εισοδήματος η υπεραξία από την πώληση ακινήτου, εφόσον το τίμημα διατίθεται για εξόφληση υποχρεώσεων προς την ΑΤΕ και άλλα «ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και ως ίδια συμμετοχή σε επενδυτικά προγράμματα»
Ο νομοθέτης προσέθεσε την παράγραφο αυτή στο Ν.2810/2000 προκειμένου να διευκολύνει τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και τις Συνεταιριστικές Εταιρείες τους να ρυθμίσουν και να αναδιαρθρώσουν τις οφειλές τους προς την ΑΤΕ και τα παραπάνω ασφαλιστικά ταμεία, εξασφαλιζόταν έτσι η βιωσιμότητα και η εξυγίανσή τους. Σκοπός του νομοθέτη ήταν να διευκολύνει αυτές προκειμένου να απαλλαγούν από το βραχνά των χρεών τους στην ΑΤΕ και στα σφαλιστικά ταμεία και να μεταβιβάσουν τα ακίνητά τους προς εξασφάλιση των χρεών τους χωρίς περαιτέρω φορολογικές επιβαρύνσεις, ενόψει του ό,τι καμιά ΑΣΟ ή συνεταιριστική εταιρεία τους είχε κέρδη.
Το όλο ιστορικό του προβλήματος της ΚΑΪΡ το γνώριζε πάρα πολύ καλά το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και το Υπουργείο Οικονομικών, ότι δηλαδή η ΚΑΪΡ δεν είχε κέρδη για να μπορεί να δημιουργεί αποθεματικό και επομένως έπρεπε να απαλλαγεί από το φόρο εισοδήματος για τις πωλήσεις των ακινήτων της. Το τίμημα όμως θα καταχωρείτο σε λογαριασμό αποθεματικού. Δηλαδή θα ήταν αδιανόητο να παλεύει η ΚΑΪΡ επί πέντε χρόνια για να καταλήξει στο να πληρώσει φόρο, γι’ αυτό και η διατύπωση της παραπάνω διάταξης έγινε με σκοπό να μην πληρώσει η ΚΑΪΡ φόρο εισοδήματος.
Αμέσως μετά την ψήφιση της παραπάνω διάταξης τον Οκτώβριο του 2005, αφού διαπιστώθηκε από τις επικοινωνίες της Διοίκησης με όλους τους αρμόδιους Υπουργούς και παράγοντες ότι δεν θα καταβάλει η ΚΑΙΡ φόρο εισοδήματος λόγω της υπεραξίας που προέκυπτε, προχώρησε στις μεταβιβάσεις των ακινήτων, που αναφέρονταν στις παραπάνω συμβάσεις ρύθμισης οφειλών, προς την ΑΤΕ.
Όμως, από επανέλεγχο που διενήργησε η Δ.Ο.Υ. Ρόδου στα τηρηθέντα βιβλία και στοιχεία της ΚΑΪΡ, επί περαιωμένων χρήσεων, σε εφαρμογή του νόμου 3697/2008 για τα έτη 2005 και 2006, διαπιστώθηκε ότι στη χρήση 2005 έγινε καταχώρηση ποσού 21.032.319,10 ευρώ στην πίστωση του λογαριασμού 41.08 (αφορολόγητο αποθεματικό ν. 3399/05) που αφορούσε την υπεραξία από την πώληση των παραπάνω ακινήτων προς την ΑΤΕ, με αντίστοιχη διαγραφή των δανειακών υποχρεώσεων της ΚΑΪΡ Α.Ε. προς την Α.Τ.Ε.
Το ανωτέρω ποσό, κατά την άποψη της Δ.Ο.Υ. συγκεντρώνει τα εννοιολογικά γνωρίσματα του πραγματοποιημένου κέρδους. Κατά την άποψη της Δ.Ο.Υ. το παραπάνω ποσό της υπεραξίας καταχωρήθηκε στα βιβλία της ΚΑΪΡ εσφαλμένα απευθείας στην πίστωση του λογαριασμού αφορολόγητου αποθεματικού ενώ θα έπρεπε να καταχωρηθεί στα κέρδη από εκποίηση ακινήτων, να συναθροιστεί στο καθαρό αποτέλεσμα της χρήσης και μέσω του πίνακα διάθεσης κερδών, εφόσον υπήρχε επάρκεια κερδών, να δημιουργηθεί το υποχρεωτικό αφορολόγητο αποθεματικό.
Με βάση τα παραπάνω η Δ.Ο.Υ. Ρόδου εξέδωσε και κοινοποίησε στην ΚΑΪΡ την με αριθμό 23/29-3-2013 πράξη προσδιορισμού αποτελεσμάτων και επιβολής φόρου εισοδήματος (αριθμός εντολής 51/18-2-2013), με την οποία προσδιόρισε, λόγω της παραπάνω υπεραξίας, το καθαρό αποτέλεσμα (κέρδος) της χρήσης 2005 στο ποσό των 19.661.0101,70 ευρώ, οπότε βεβαίωσε φόρο εισοδήματος ποσού 6.278.686,04 ευρώ και προσαυξήσεις ποσού 7.534.423,25 ευρώ, ήτοι συνολικά ποσό 13.813.109,30 ευρώ, το οποίο φυσικά είναι τελείως αδύνατο να καταβάλει η ΚΑΪΡ έστω και με οποιαδήποτε ρύθμιση.
Πέραν των άλλων μετά την κοινοποίηση της παραπάνω πράξης από τη Δ.Ο.Υ. Ρόδου, η ΚΑΪΡ κατέθεσε την από 25-4-2013 αίτηση της προς την Επιτροπή Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών του άρθρου 70Α’ του ΚΦΕ, με την οποία ζητά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, με την ακύρωση της παραπάνω πράξης προσδιορισμού φόρου, γιατί οι επιπτώσεις για την εταιρεία θα είναι καταστροφικές.

Με την αίτηση αυτή αποφεύχθηκε μέχρι σήμερα η βεβαίωση του παραπάνω φόρου, του προστίμου και των προσαυξήσεων και η άσκηση ποινικής δίωξης κατά των μελών της τότε Διοίκησης, του Δντή της ΚΑΪΡ και του Προϊσταμένου του Λογιστηρίου για το αδίκημα της φοροδιαφυγής που διώκεται σε βαθμό κακουργήματος.