7 λόγοι ακυρώσεως την Κοινής Υπουργικής Απόφασης με την οποία καταργήθηκαν οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ σε 6 μόνο νησιά από την 1η Οκτωβρίου 2015, προβάλλονται στην πρώτη προσφυγή, που ασκήθηκε προχθές ενώπιον του ΣτΕ.
Tην προσφυγή υπέβαλαν συγκεκριμένα στο ΣτΕ, για λογαριασμό του Μυκονιάτη επιχειρηματία κ. Ελευθερίου Σικινιώτη του Ιωάννη, οι δικηγόροι κ.κ. Παναγιώτης Λαζαράτος, Καθηγητής του Διοικητικού Δικαίου και Αλέξανδρος Λυκουρέζος.
Ο επιχειρηματίας στρέφεται κατά της υπ΄ αριθμ. ΥΠΟΙΚ 0010707 ΕΞ 2015/29.09.2015 Κοινής Υπουργικής Αποφάσεως των υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών, με θέμα: «Σταδιακή κατάργηση των μειώσεων των συντελεστών Φ.Π.Α. στα νησιά του Αιγαίου» (ΦΕΚ 2115/ τ. Β΄/30.09.2015) και κατά του Ελληνικού Δημοσίου, όπως νομίμως εκπροσωπείται, εν προκειμένω, από τον υπουργό Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και τον υπουργό Οικονομικών.
Με την προσφυγή τίθενται συνοπτικώς τα ακόλουθα νομικά ζητήματα:
1ον: Το ζήτημα της συμφωνίας της παραγράφου 3 της υποπαραγράφου Δ.2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 με το άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος, καθ΄ ο μέρος με την εν λόγω νομοθετική διάταξη δόθηκε εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών, προκειμένου από 1.10.2015 να καθορίσουν κατ΄ ουσίαν τους νέους συντελεστές Φ.Π.Α. σε συγκεκριμένα νησιά, δίχως στο νόμο να περιλαμβάνεται πρόβλεψη τόσο ως προς το χρονικό σημείο επιβολής των νέων συντελεστών ανά νησί όσο και ως προς τα νησιά του Αιγαίου στα οποία ο νέος αυτός συντελεστής πρόκειται να επιβληθεί.
2ον: Το ζήτημα της ελλείψεως της, κατ΄ άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, ειδικής νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως προς έκδοση της προσβαλλομένης απόφασης.
3ον: Το ζήτημα της συμφωνίας της παραγράφου 3 της υποπαραγράφου Δ.2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 με τα άρθρα 101 παρ. 4 και 106 παρ. 1 του Συντάγματος, καθ΄ ο μέρος με την εν λόγω νομοθετική διάταξη και την κατ΄ εξουσιοδότηση αυτής προσβαλλόμενη Κ.Υ.Α. παραβιάζεται η συνταγματικώς οριζόμενη κρατική υποχρέωση για την προστασία και την προαγωγή της οικονομίας των νησιωτικών και των παραμεθόριων περιοχών της Χώρας.
4ον: Το ζήτημα της συμφωνίας της παραγράφου 3 της υποπαραγράφου Δ.2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 με τα άρθρα 4 παρ. 5 και 78 παρ.1 του Συντάγματος, ενόσω με την εν λόγω νομοθετική διάταξη και την κατ΄ εξουσιοδότηση αυτής προσβαλλόμενη Κ.Υ.Α. οι κάτοικοι και οι εν γένει απολαμβάνοντες υπηρεσίες και προϊόντα που επιβαρύνονται με Φ.Π.Α. επί των υπαγομένων στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω Κ.Υ.Α. νησιών του Αιγαίου, ήτοι της Θήρας, της Μυκόνου, της Νάξου, της Πάρου, της Ρόδου και της Σκιάθου, επιβαρύνονται δυσανάλογα και κατ΄ άνιση κατανομή των δημοσίων βαρών εν σχέσει προς τους λοιπούς κατοίκους νησιών, με τους οποίους μέχρι την εφαρμογή της προκειμένης νομοθετικής διατάξεως και την έκδοση της προσβαλλομένης αναγνωρίζονταν ως τελούντες υπό τις αυτές συνθήκες.
5ον: Το ζήτημα της συμφωνίας της παραγράφου 3 της υποπαραγράφου Δ.2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 με τη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας.
6ον: Το ζήτημα της ανυπαρξίας αιτιολογίας της προσβαλλομένης πράξεως, καθ΄ όσον από κανένα στοιχείο δεν προκύπτουν τα κριτήρια και οι λόγοι για τους οποίους τα συγκεκριμένα έξι (6) νησιά εντάχθηκαν στην «πρώτη ομάδα» νησιών της παραγράφου 3 της υποπαραγράφου Δ.2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015.
7ον: Το ζήτημα της συμφωνίας της παραγράφου 3 της υποπαραγράφου Δ.2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 με τις διατάξεις της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ που αφορά το κοινό σύστημα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Με την προσφυγή προβάλλονται συγκεκριμένα 7 λόγοι ακυρώσεως και συγκεκριμένα:
– Παρανομία της προσβαλλομένης ως εκδοθείσης επί τη βάσει νομοθετικής διατάξεως που αντίκειται στο άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος.
Εκτίθεται συγκεκριμένα ότι είναι αντίθετη προς το Σύνταγμα οιαδήποτε νομοθετική διάταξη παρέχει εξουσιοδότηση στην κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση προκειμένου να καθορίσει η ίδια φορολογικό συντελεστή Φ.Π.Α. σε συγκεκριμένες περιοχές της Επικράτειας, δίχως πρώτα ο κοινός νομοθέτης να έχει ο ίδιος οριοθετήσει δια τυπικού νόμου τις περιοχές αυτές.
Τονίζεται ειδικότερα ότι ο κοινός Νομοθέτης κατ΄ ουσίαν υποκαταστάθηκε στο συνταγματικώς οριζόμενο έργο του περί καθορισμού συντελεστών Φ.Π.Α. σε όλο το εύρος της Επικράτειας. Και τούτο διότι, ναι μεν προβλέφθηκε με νόμο η σταδιακή κατάργηση των μειώσεων των συντελεστών Φ.Π.Α. εντούτοις, στον οικείο νόμο δεν περιελήφθη, ως απαιτείτο κατά τη συνταγματική επιταγή, ρητή πρόβλεψη τόσο ως προς το χρονικό σημείο επιβολής των νέων συντελεστών όσο και ως προς τα νησιά του Αιγαίου, στα οποία ο νέος αυτός συντελεστής πρόκειται να επιβληθεί. Υπό αυτήν την έννοια, η εν λόγω νομοθετική διάταξη είναι ατελής και ανεπίτρεπτα εξουσιοδοτήθηκαν οι Υπουργοί Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών για την επιλογή και διάκριση των «ομάδων νησιών» στα οποία θα επιβαλλόταν η κατάργηση της μειώσεως συντελεστών Φ.Π.Α., αρχής γενομένης από την 1.10.2015.
-Παράβαση της αρχής της νομιμότητας – Έλλειψη εξουσιοδοτικής διατάξεως προς έκδοση της προσβαλλομένης.
Εκτίθεται ειδικότερα ότι με συνταγματική διάταξη παρέχεται στον κοινό νομοθέτη το δικαίωμα να μεταβιβάζει την αρμοδιότητα προς θέσπιση κανόνων δικαίου στην εκτελεστική εξουσία. Όπως επισημαίνεται, η νομοθετική εξουσιοδότηση πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη, δηλαδή να προβαίνει σε συγκεκριμένο προσδιορισμό του αντικειμένου της ενώ στην προκειμένη περίπτωση ερείδεται επί αορίστου νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως.
-Παρανομία της προσβαλλομένης ως εκδοθείσης επί τη βάσει νομοθετικής διατάξεως που αντίκειται στα άρθρα 106 παρ. 1 και 101 παρ. 4 του Συντάγματος.
Εκτίθεται ότι με την εξουσιοδοτική νομοθετική διάταξη της προσβαλλομένης παραβιάζεται η συνταγματικώς οριζόμενη κρατική υποχρέωση για την προστασία και την προαγωγή της οικονομίας των νησιωτικών και των παραμεθόριων περιοχών της Χώρας, καθώς και η υποχρέωση κρατικής μέριμνας προς ανάπτυξη των περιοχών αυτών, κατόπιν επιβολής του συγκεκριμένου μέτρου.
Επισημαίνεται ειδικότερα ότι ελλείπει οιαδήποτε προηγούμενη μελέτη και πρόβλεψη αντισταθμιστικών μέτρων, ενώ δεν λαμβάνονται υπ΄ όψιν οι ιδιαίτερες συνθήκες που υφίστανται στα νησιά εξαιτίας της αποστάσεώς τους από την ηπειρωτική Ελλάδα και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν στην πρόσβαση προσώπων και τη μεταφορά αγαθών.
-Παρανομία της προσβαλλομένης ως εκδοθείσης επί τη βάσει νομοθετικής διατάξεως που αντίκειται στα άρθρα 4 παρ. 5 και 78 παρ. 1 του Συντάγματος.
Εκτίθεται ότι ο νομοθέτης είναι, κατ’ αρχήν, ελεύθερος να καθορίζει τις διάφορες μορφές των οικονομικών επιβαρύνσεων για τη δημιουργία δημοσίων εσόδων προς κάλυψη των δαπανών του Κράτους ή προς ικανοποίηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, που δύνανται να επιβληθούν στους βαρυνόμενους πολίτες με διάφορους τρόπους, περιορίζεται όμως από ορισμένες γενικές αρχές, με τις οποίες επιδιώκεται από το συνταγματικό νομοθέτη η πραγμάτωση των κανόνων της φορολογικής δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου γενικότερα.
Οι αρχές αυτές είναι η καθολικότητα της επιβαρύνσεως και η ισότητα αυτής έναντι των βαρυνομένων, εξειδικευόμενη με τον, κατ΄ αρχήν, βάσει ορισμένης φοροδοτικής ικανότητας, καθορισμό του φορολογικού βάρους, το οποίο, πάντως, επιβάλλεται επί συγκεκριμένης και εξ αντικειμένου οριζόμενης φορολογητέας ύλης, όπως είναι το εισόδημα, η περιουσία, οι δαπάνες ή οι συναλλαγές.
Επισημαίνεται έτσι ότι ο φόρος δεν αποκλείεται να βαρύνει ορισμένο μόνο κύκλο προσώπων ή πραγμάτων, υπό τον όρο ότι πλήττει ορισμένη φορολογητέα ύλη και ορισμένη κατηγορία φορολογικών υποκειμένων.
-Παρανομία της προσβαλλομένης ως στηριζομένης σε νομοθετική διάταξη που αντίκειται στις συνταγματικώς κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας.
Εκτίθεται ότι αποφασίσθηκε η επιβολή αυξημένων συντελεστών Φ.Π.Α. μόνον σε έξι συγκεκριμένα και διάσπαρτα νησιά του Αιγαίου. Ως εκ τούτου, παραβιάσθηκε η αρχή της ισότητας, λόγω της άνισης μεταχειρίσεως των κατοίκων και των καταναλωτών αγαθών και υπηρεσιών που βαρύνονται με Φ.Π.Α. επί των συγκεκριμένων νησιών σε σχέση με τους κατοίκους των λοιπών νησιών του Αιγαίου αλλά και της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Κατ΄ αυτόν τον τρόπο εξομοιώθηκαν ανόμοιες, τόσο από πραγματικής όσο και από νομικής απόψεως, καταστάσεις, δοθέντος ότι οι κοινωνικές, οικονομικές και γεωγραφικές συνθήκες που επικρατούν στα προκείμενα έξι νησιά, αφενός είναι ουσιωδώς διαφορετικές εν σχέσει προς τις αντίστοιχες κρατούσες συνθήκες στην ηπειρωτική Ελλάδα, αφετέρου δεν διαφοροποιούνται προς τα σύγχρονα υφιστάμενα δεδομένα των λοιπών νησιών του Αιγαίου που μέχρι και σήμερα ισχύει το καθεστώς μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α.
-Παρανομία της προσβαλλομένης λόγω ανυπαρξίας αιτιολογίας ως προς την από 1.10.2015 κατάργηση των μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α., ειδικώς για αυτά τα έξι (6) νησιά.
Όπως επισημαίνεται από κανένα στοιχείο δεν προκύπτουν τα κριτήρια και οι λόγοι για τους οποίους τα συγκεκριμένα έξι νησιά εντάχθηκαν στην «πρώτη ομάδα» νησιών της παραγράφου 3 της υποπαραγράφου Δ.2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015. Και ναι μεν η υπό κρίση Κ.Υ.Α. συνιστά κανονιστική διοικητική πράξη που εκ της φύσεώς της, κατ΄ αρχήν, δεν απαιτεί την ύπαρξη αιτιολογίας για την έκδοσή της, εντούτοις, στην προκειμένη περίπτωση, η αιτιολόγηση της διακρίσεως των νησιών Θήρα, Ρόδος, Νάξος, Πάρος, Μύκονος και Σκιάθος έναντι των λοιπών νησιών που υπήγοντο στο αυτό φορολογικό καθεστώς είναι επιβεβλημμένη για λόγους ασφάλειας δικαίου και κοινωνικής σταθερότητας (ειρηνευτική λειτουργία της αιτιολογίας των διοικητικών πράξεων).
Η ανυπαρξία δε, αιτιολογίας φθάνει στην παρούσα περίπτωση μέχρι του σημείου χαρακτηρισμού της συγκεκριμένης επιλογής νησιών ως «τυχαίας», άλλως ως ερειδομένης σε άρρητα και μη στηριζόμενα σε κανόνες δικαίου ποιοτικά κριτήρια, με συνέπεια να στερείται η προσβαλλόμενη από κάθε νόμιμο έρεισμα και να επιβάλλεται εξ αυτού η δικαστική ακύρωσή της.
– Παρανομία της προσβαλλομένης ελλείψει συμφωνίας της παραγράφου 3 της υποπαραγράφου Δ.2 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 με τις διατάξεις της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ που αφορά το κοινό σύστημα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εκτίθεται ότι η ΚΥΑ αντίκειται στην Οδηγία 2006/112/ΕΚ περί κοινού συστήματος Φόρου Προστιθέμενης Αξίας μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Όπως επισημαίνεται τα νησιά των συγκεκριμένων νομών, λόγω των γεωγραφικών, κοινωνικών και οικονομικών τους ιδιαιτεροτήτων, αντιμετωπίζονταν διαχρονικά τόσο κατά την Οδηγία 2006/112/ΕΚ όσο και κατά την εθνική νομοθεσία, ως μία ενιαία και αδιαίρετη ολότητα. Υπό αυτήν την εκδοχή, η εξαίρεσή τους, δια σταδιακής καταργήσεως, από το σύστημα μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. και η εισαγωγή διακρίσεως άνευ κριτηρίων μεταξύ των νησιών του ενός ή του άλλου νομού είναι αντίθετη προς το Ενωσιακό Δίκαιο.
Η ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης στην Ολομέλεια του ΣτΕ δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί.