«Κατέβηκα τη Δευτέρα στο λιμάνι και είδα τα δύο αγοράκια να στέκονται σε ένα πεζοδρόμιο, όπου είχαν βρει μία απάνεμη γωνία. Ηταν τυλιγμένα με χρυσές κουβέρτες και τα κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά της η μητέρα τους. Δεν το σκέφτηκα καθόλου, ήξερα ότι θα συμφωνήσει και ο άντρας μου, και τους κάλεσα να έρθουν στο σπίτι μας να τους φιλοξενήσουμε. Σ’ αυτή την εικόνα, δεν μπορείς να μείνεις αμέτοχος. Εκανα το αυτονόητο και αυτό που υπαγορεύει η συνείδησή μου».
«Το μόνο που κάναμε ήταν να τους προσφέρουμε ένα πιάτο σούπα – που έτυχε να έχουμε εκείνη την ημέρα στο σπίτι μας», λέει η Βασιλεία. Ωσπου να λήξει η απεργία της ΠΝΟ, ο Μοχάναντ, η Μίμο, τα παιδιά τους Αϊσα, Τέιμ και η ανιψιά τους Χαμπίτζια θα φιλοξενηθούν από την ελληνική οικογένεια, που παραδίδει μαθήματα ανθρωπιάς
Η Βασιλεία Αρχοντούλη και ο Τάκης Φραγκούς φιλοξενούν εδώ και τέσσερις ημέρες μία πενταμελή οικογένεια Σύρων προσφύγων. Ανοιξαν το σπίτι τους και πρόσφεραν ένα ζεστό πιάτο φαΐ και ένα κρεβάτι, σε μία οικογένεια που πριν από μερικές ημέρες βομβαρδίστηκε η κατοικία τους.
Ο Μοχάναντ και η σύζυγός του, Μίμο, Σύροι πρόσφυγες με παλαιστινιακή καταγωγή, ξεριζώθηκαν από τον τόπο τους λόγω του πολέμου.
Οταν οι βόμβες σκότωσαν τη μητέρα του Μοχάναντ και κατέστρεψαν το σπίτι τους, πήραν τα δύο αγόρια τους, τον Αϊσα και τον Τέιμ, 6 και 3 ετών αντίστοιχα, καθώς και τη 19χρονη ανιψιά τους, Χαμπίτζια, και ταξίδεψαν με τα πόδια μέχρι τα τουρκικά παράλια. Εκεί είχαν συμφωνήσει με διακινητή να τους περάσει απέναντι.
Οι συγγενείς τους, μόλις ειδοποιήθηκαν ότι έφτασαν όλοι σώοι και αβλαβείς, πλήρωσαν τον διακινητή. «Ημασταν τυχεροί εμείς. Αν και είχε κύματα όταν ταξιδέψαμε με τη φουσκωτή λέμβο, δεν κινδυνέψαμε. Φτάσαμε στο νησί, πήραμε χαρτιά από την αστυνομία, αλλά μας είπαν ότι δεν έχει καράβι για να φύγουμε», λέει στο «Εθνος» η οικογένεια του Μοχάναντ, που πλέον βρήκε «καταφύγιο» στο σπίτι της Βασιλείας.
Λόγω της απεργίας της ΠΝΟ, περίπου 3.000 πρόσφυγες έχουν εγκλωβιστεί στο νησί της Λέρου. Αναγκασμένοι να μείνουν στον δρόμο και σε παγκάκια, φορώντας επί δύο εβδομάδες τα ίδια ρούχα, όντας ταλαιπωρημένοι από το επικίνδυνο ταξίδι στα νερά του Αιγαίου.
Μπροστά στους «εγκλωβισμένους» πρόσφυγες, οι κάτοικοι της Λέρου αντέδρασαν και πήραν την κατάσταση στα χέρια τους, παραδίδοντας μαθήματα ανθρωπιάς και φιλοξενίας. Το παράδειγμα της Βασιλείας γρήγορα ακολούθησαν άλλες δέκα οικογένειες. Δειλά δειλά, ο ένας μετά τον άλλον, κάτοικοι του νησιού ανοίγουν τα σπίτια τους στους πρόσφυγες, στέλνοντας ένα πανίσχυρο μήνυμα αλληλεγγύης.
«Αρχικά πήραμε την οικογένεια στο σπίτι για να κάνουν ένα ζεστό μπάνιο και να τους δώσουμε καθαρά ρούχα. Ομως, μετά την απεργία, τους είπαμε να κάτσουν όσο θέλουν», λέει στο «Εθνος» η Βασιλεία.
Στην αρχή ήταν για όλους μία καινούργια κατάσταση και τις πρώτες ώρες υπήρξε αμηχανία, η οποία όμως ξεπεράστηκε πολύ γρήγορα και οι δύο οικογένειες δέθηκαν κατευθείαν. «Το πρώτο πράγμα που έκαναν όταν ήρθαν στο σπίτι, ήταν ένα ζεστό μπάνιο. Είχαν να κάνουν μία εβδομάδα, φορούσαν τα ίδια ρούχα, ήταν σε άθλια κατάσταση. Δεν θα ξεχάσω τη μητέρα που είχε βάλει τα δύο αγόρια της στο μπάνιο και κλαίγοντας μου έλεγε ευχαριστώ», θυμάται η Βασιλεία.
Μια οικογένεια Ελληνες και Σύροι στη Λέρο
Συγκατοίκηση
Οπως μας λέει, η οικογένεια του Μοχάναντ είναι πολύ φιλικοί και τηρούν όλους τους κανόνες της φιλοξενίας. Οι κοπέλες είναι άψογες, βοηθούν και στις καθαριότητες, ενώ τα παιδιά μας παίζουν όλη μέρα μαζί. «Χθες “έπιασα” τη Μίμο να βοηθάει τον γιο μου τον Δημήτρη να λύσει τις ασκήσεις μαθηματικών. Μόλις με είδανε κρύφτηκαν και οι δύο», εξιστορεί η Βασιλεία, η οποία παραδέχεται ότι αυτή η συγκατοίκηση θα μείνει σε όλους τους αξέχαστη.
Σπεύδει όμως να ξεκαθαρίσει ότι η οικογένειά της δεν έκανε τίποτα σπουδαίο. «Το μόνο που κάναμε -που ακούγεται τόσο μεγάλο, αλλά είναι τόσο απλό- είναι ότι δώσαμε καθαρά ρούχα, ένα πιάτο σούπα -που έτυχε να έχουμε εκείνη τη μέρα στο σπίτι μας- και να κάνουν ένα ζεστό μπάνιο». Και όμως, ο Μοχάναντ και η Μίμο δεν χάνουν ευκαιρία να εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους για τα «αυτονόητα» που προσφέρει η Βασιλεία και ο σύζυγός της Τάκης. Στο σπίτι τους ακούγονται πια παιδικές φωνές χαράς, του Αϊσα και του Δημήτρη, του Ηλία και του Τέιμ.
Το μόνο που έχει απομείνει στην οικογένεια του Μοχάναντ, είναι ένας ασημένιος δίσκος που κουβαλάει μαζί της η Μίμο. Είναι το μοναδικό πράγμα που έχουν από το σπίτι τους στη Συρία. Θέλουν να ξεκινήσουν τη νέα τους ζωή στη Γερμανία, όπου τους περιμένει ο άντρας της 19χρονης ανιψιάς τους…
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΖΕΥΓΑΡΙΟΥ
Από την Αθήνα στο Δίκτυο Αλληλεγγύης της Λέρου
Η Βασιλεία Αρχοντούλη εργάζεται στην Εφορία της Λέρου, ενώ ο σύζυγός της, Τάκης Φραγκούς, είναι καθηγητής μουσικής. Μετακόμισαν πριν από έξι χρόνια στο νησί, επειδή ήθελαν να φύγουν από την Αθήνα. Επέλεξαν τη Λέρο, με κάπως ανορθόδοξο τρόπο. «Πήραμε έναν χάρτη, τον αφήσαμε ανοιχτό στο τραπέζι, κλείσαμε τα μάτια και βάλαμε το χέρι. Από κάτω ήταν η Λέρος», λέει η Βασιλεία για την απόφασή τους να μείνουν στο νησί.
Το μόνο που κοίταξε πριν μετακομίσει ήταν αν υπήρχε παιδίατρος στο νησί. «Η ποιότητα ζωής εδώ είναι τόσο καλή που δεν υπάρχει καν η σκέψη να επιστρέψουμε στην Αθήνα», λέει η Βασιλεία.
Ολο το καλοκαίρι βοηθούσε τους πρόσφυγες που έφταναν ταλαίπωροι στο νησί. Είναι μέλος του Δικτύου Αλληλεγγύης Λέρου, το οποίο σχεδόν έχει υποκαταστήσει τις τοπικές Αρχές. «Η ψυχή του Δικτύου είναι η Ματίνα Κατσιβέλη. Εμείς τη γνωρίζαμε από παλιά, ήταν η ειρηνοδίκης του νησιού, η οποία τώρα έχει βγει στη σύνταξη. Η Ματίνα κινεί όλη την οργάνωση και είναι πάντα δίπλα σε όλους μας και στους πρόσφυγες», λέει η Βασιλεία.
«Το αυτονόητο έκανα»
Από την περασμένη Δευτέρα, η Βασιλεία και ο Τάκης αποτελούν έναν παγκόσμιο φάρο ανθρωπιάς. «Το αυτονόητο έκανα. Να μείνουμε άνθρωποι», λέει η Βασιλεία και προσθέτει: «Ο Ρίτσος έλεγε ‘ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου είναι ο άνθρωπος που έχει ξεχάσει να αγαπάει’. Εγώ προσθέτω που έχει ξεχάσει να αγαπάει τον εαυτό του και τον συνάνθρωπό του»…
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΠΙΝΤΕΛΑΣ ΕΘΝΟΣ