Ένα στα έξι παιδιά παγκοσμίως βιώνει τη σεξουαλική κακοποίηση, ποσοστό που σε ευρωπαϊκό επίπεδο αυξάνεται στο 20%. Την ίδια ώρα η Ελλάδα, που σύμφωνα με την τελευταία διαβαλκανική έρευνα κρατάει τα πρωτεία στην ψυχολογική κακοποίηση, δεν έχει κεντρικό φορέα καταγραφής περιστατικών κακοποίησης παιδιών, ούτε εξειδικευμένες δομές αντιμετώπισης σχετικών περιπτώσεων.
Τα στοιχεία αυτά παρουσιάστηκαν σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε χθες στην Αθήνα, από την Εταιρία κατά της Κακοποίησης του Παιδιού «ΕΛΙΖΑ», με αφορμή τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας κατά της Κακοποίησης του Παιδιού. Όπως τόνισε η κλινική ψυχολόγος, Τίνια Απέργη, τα παραπάνω ποσοστά μπορούν να αυξηθούν δραματικά λόγω έλλειψης ενημέρωσης και σιωπηρής αποδοχής, ή μη καταγγελίας των περιστατικών αυτών.
Αυξημένου ρίσκου για κακοποίηση θεωρούνται τα παιδιά ηλικίας 0-3 ετών και 12-15 ετών, καθώς τα πρώτα δεν καταλαβαίνουν, ενώ τα δεύτερα έχουν μόλις μπει στη διαδικασία σχηματισμού της σεξουαλικής τους ταυτότητας και στην εφηβεία.
Σύμφωνα με στοιχεία της παιδιάτρου και επίκουρης καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αλεξάνδρας Σολδάτου, τα παιδιά κάτω των τριών ετών διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για σοβαρές κακώσεις, με το 70% των θανάτων λόγω κακοποίησης να αφορούν σε αυτή την ηλικιακή ομάδα. Επίσης, τα παιδιά με προηγούμενη καταγγελία κακοποίησης, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν μοιραία κακοποίηση, ενώ τα παιδιά με ειδικές ανάγκες διατρέχουν τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για κακομεταχείριση σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Ωστόσο, όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικού επιπέδου, φυλής, εθνικής προέλευσης και οικογενειακής κατάστασης, θεωρούνται εν δυνάμει θύματα σωματικής κακοποίησης.
Στην Ελλάδα το νομικό πλαίσιο για την κακοποίηση των παιδιών είναι προβληματικό, καθώς δεν υπάρχει κεντρικός επίσημος φορέας καταγραφής και αντιμετώπισης περιστατικών, ούτε πρωτόκολλο εξέτασης κακοποιημένων παιδιών. Η Ελλάδα στερείται επίσης, διαγνωστικού κέντρου κακοποίησης ανηλίκων και μεταβατικών ξενώνων φιλοξενίας για τα κακοποιημένα παιδιά, όπως παρατήρησε η επιστημονική συνεργάτιδα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και δικηγόρος, Ηλέκτρα Κουτσούκου.
Στην εκδήλωση συζητήθηκε επίσης, η πολύπλευρη έννοια της κακοποίησης και των μορφών της (σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική κακοποίηση και παραμέληση) και έγινε σαφής η ανάγκη ενημέρωσης της ελληνικής κοινωνίας και των φορέων στα θέματα κακοποίησης των παιδιών. Όπως υπογραμμίστηκε, σημαντική επιστημονική εξέλιξη αποτελεί το γεγονός, ότι για όλες τις κατηγορίες παιδιών, η κακοποίηση και η έκθεση στην ενδοοικογενειακή βία, ή τη διαταραγμένη οικογενειακή ζωή, προκαλούν αλλοιώσεις στο DNA ήδη από την παιδική ηλικία. Η βία επιδρά άμεσα στην υγεία των κυττάρων, βραχύνοντας τον κύκλο ζωής τους και αυξάνοντας τις πιθανότητες για πλήθος προβλημάτων υγείας στη μετέπειτα ζωή τους, όπως κατάθλιψη, χρήση ουσιών και κάπνισμα, παχυσαρκία, καρκίνο, διαβήτη, καρδιαγγειακή νόσο και πρόωρο θάνατο.
«Η πρόληψη αποτελεί το άλφα και το ωμέγα στο θέμα της κακοποίησης και απαιτείται η εγρήγορση, όχι μόνο στο στενό οικογενειακό περιβάλλον, αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και στους αρμόδιους κρατικούς φορείς», παρατήρησε η πρόεδρος του «ΕΛΙΖΑ», Μαρίνα Καρέλλα.
Το μη κερδοσκοπικό σωματείο «ΕΛΙΖΑ» ιδρύθηκε το 2008 στην Αθήνα και έχει ως σκοπό να προστατεύει και να προάγει τα δικαιώματα των παιδιών που έχουν υποστεί, ή κινδυνεύουν να υποστούν κακοποίηση ή παραμέληση, δίνοντας έμφαση στην προσχολική ηλικία.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ