Ο Γερμανός καθηγητής , Χάιντς Ρίχτερ, ο οποίος σαράντα πέντε χρόνια ασχολείται ακαδημαϊκά με την ελληνική ιστορία και πάνω από 30 χρόνια με την κυπριακή, φιλέλληνας , που έχει κάνει δεύτερη πατρίδα του την Ελλάδα και ειδικότερα την Κρήτη, διώκεται με βάση τον αντιρατσιστικό νόμο για «άρνηση εγκλημάτων του ναζισμού σε βάρος του κρητικού λαού με εξυβριστικό περιεχόμενο». Ολα άρχισαν πέρυσι, όταν το Πανεπιστήμιο Κρήτης αποφάσισε να τιμήσει τον 75χρονο καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Μανχάιμ, απονέμοντάς του επίτιμο διδακτορικό δίπλωμα. Ηταν η ευκαιρία που περίμεναν όσοι είχαν «θιγεί» από το βιβλίο του «Η μάχη της Κρήτης» , όπου διέλυε ορισμένους γοητευτικούς μύθους σχετικά με την αντίσταση στο νησί κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι αντιδράσεις, στις οποίες πρωτοστάτησε ένας πρώην αρχηγός ΓΕΕΘΑ, είχαν αποτέλεσμα, όχι μόνο να αναβληθεί η εκδήλωση λόγω… επεισοδίων (τελικά ο τίτλος τού απονεμήθηκε μια από τις επόμενες ημέρες), αλλά και να γίνουν η αφορμή για την άσκηση αυτεπάγγελτης ποινικής δίωξης από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρεθύμνου. Είναι και δεν είναι αυτονόητο ότι η κριτική ιστορικών απόψεων είναι αρμοδιότητα της επιστήμης και όχι της Δικαιοσύνης. Φυσικά και δεν έχει κανένα νόημα να κρίνει κανείς επί της ουσίας τις απόψεις του καθηγητή που βρίσκεται στο εδώλιο. Αυτό που έχει ίσως σημασία , είναι η σιωπή… επαγγελματιών της προόδου και φανατικών κατηγόρων κάθε παραβίασης της ελευθερίας της έκφρασης – αρκεί να μην πρόκειται (πραγματικά ή φαντασιακά) για ιδεολογικούς αντιπάλους.
Κι εδώ, αντιγράφω το από έναν Κρητικό, τον Ανδρέα Πετρουλάκη, το περιστατικό-σχόλιο για τους αλα καρτ υπερασπιστές :
« Όταν ο Πάνος Καμμένος έκλεινε την ομιλία του για τον προϋπολογισμό, τους έπαιξε ένα άσχημο παιχνίδι. Φύλαγε την τελευταία του φλογερή ατάκα ακριβώς για το θέμα Ρίχτερ και την ιστορική προσβολή που υποτίθεται ότι έκανε στον Κρητικό λαό. Οι υπουργοί και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, με την αταβιστική αντίδραση που έχουν να χειροκροτούν κάθε φορά τους υπουργούς της κυβέρνησής τους, μόλις ο υπουργός Άμυνας ολοκλήρωσε ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Δεν ξέρω πόσοι από αυτούς (είμαι σίγουρος για κάποιους) συνειδητοποίησαν ξαφνικά το θλιβερό θέαμα που παρουσίασαν, να χειροκροτούν αυτοί, οι κάποτε θεματοφύλακες της ελευθερίας του λόγου και της επιστημονικής έκφρασης, που παλιά ήταν δομικά υλικά του αξιακού φορτίου της Αριστεράς, την αξιωματική εθνικολαϊκιστική συγγραφή της ιστορίας. Και, αλήθεια, δεν τους ενόχλησε η υπουργική παρέμβαση σε μια υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιον της Δικαιοσύνης; Δυστυχώς η άνοδος της Αριστεράς στην εξουσία δεν απογοήτευσε μόνο εκείνους που πίστευαν ότι θα κυβερνήσει με διαφορετικό τρόπο από τη Δεξιά. Απογοήτευσε και εκείνους που πίστευαν ότι η Αριστερά θα είναι πάντα η πολύτιμη αιρετική φωνή της κοινωνίας, η ευαίσθητη στην καταπάτηση των δικαιωμάτων δύναμη, ο ευεργετικός συναγερμός αφύπνισης από τις εθνικές και θρησκευτικές βεβαιότητες και αγκυλώσεις. Δεν είναι πια, η εξουσία την αφόπλισε, και αυτό αποτελεί μεγάλη απώλεια για όλους μας. Η Αριστερά παρέδωσε τα όπλα της, όχι στη Βάρκιζα αυτήν τη φορά, αλλά στα δικαστήρια, στις εκκλησίες και τα στρατόπεδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε πια καθεστώς και τα καθεστώτα μισούν τις αιρετικές απόψεις.»
Υ.Γ. Ο τίτλος από κάποιον άλλο Γερμανό τον ποιητή Χάινριχ Χάινε. Θα μπορούσε να είναι και η γνωστή ρήση του Σολωμού: «Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ότι είναι αληθές». Μάθαμε την φράση, αλλά ποτέ δεν την σκεφθήκαμε ως το τέλος. Αν φτάσουμε να θεωρούμε εθνικό το αληθές, τότε πατρίδα όλων μας γίνεται μία. Η αλήθεια. Κι αυτή φοβάμαι πως δεν μαθαίνεται σε δικαστικές αίθουσες…