Το 40% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων περιμένει μείωση πωλήσεων τη νέα χρονιά ενώ προβλέπεται ένας νέος κύκλος 60.000 λουκέτων έως το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016.
Οταν ο αμερικανός θεατρικός συγγραφέας Αρθουρ Μίλερ, το 1949, έγραφε το διάσημο έργο του ο «Θάνατος του εμποράκου», σίγουρα δεν φανταζόταν ότι εξήντα έξι χρόνια μετά, το έργο αυτό θα ήταν τόσο επίκαιρο και μάλιστα σε μια χώρα τόσο μακριά από τη δική του. Ο εμποράκος του Μίλερ πουλούσε γυναικεία ρούχα στη Νέα Υόρκη. Στη μεγάλη οικονομική ύφεση του 1929, ο άνθρωπος αυτός καταστράφηκε οικονομικά χωρίς ποτέ να καταφέρει να ορθοποδήσει. Η εικόνα στην Ελλάδα του 2015 μοιάζει ίδια, καθώς από το 2009 έως σήμερα περισσότερες από 230.000 μικρομεσαίες λιανεμπορικές επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να βάλουν λουκέτο, με πολλούς – κυρίως μικρούς – εμπόρους να έχουν καταστραφεί οικονομικά και να συνεχίζουν να κουβαλούν χρέη τα οποία δεν μπορούν να αποπληρώσουν.
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ.
Δυσοίωνα είναι όμως τα μηνύματα και για το 2016, όπως εκτιμούν οι ίδιοι οι έμποροι. Αν δεν αλλάξει το οικονομικό κλίμα, δεν αρχίσει να αντιστρέφεται η έλλειψη ρευστότητας της αγοράς και δεν αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων και της υπερφορολόγησης, το ελληνικό εμπόριο θα συνεχίσει να μαραζώνει. Με 40% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να περιμένουν μείωση των πωλήσεών τους τη χρονιά που έρχεται, προβλέπεται ένας νέος κύκλος 60.000 λουκέτων έως το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2016. Την ίδια ώρα, η πώληση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων σε ξένα funds προοιωνίζεται αφελληνισμό του ελληνικού εμπορίου.
Δεν είναι μόνο οι μικρές επιχειρήσεις που έπεσαν θύματα της οικονομικής κρίσης από το ξέσπασμά της και μετά. Ακόμα και μεγάλες επιχειρήσεις, ανάμεσά τους γνωστά ονόματα όπως η Φωκάς, η Carouzos, η Glou, η Sprider κατέβασαν ρολά και εξαφανίστηκαν από τον επιχειρηματικό χάρτη.
Μέχρι το 2008 ο αριθμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ξεπερνούσε τις 820.000 και η συνεχής αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης ήταν τέτοια που μπορούσε να συντηρήσει τους πάντες στο παιχνίδι της αγοράς. Το ξέσπασμα όμως της οικονομικής κρίσης το 2009 αναδιάρθρωσε ίσως με τον πλέον βίαιο τρόπο τον χάρτη του εμπορίου στην Ελλάδα και σήμερα ο αριθμός των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων μόλις που φτάνει τις 600.000.
ΕΡΗΜΟΙ ΔΡΟΜΟΙ.
Οι εποχές που εμπορικοί δρόμοι της Αθήνας και άλλων μεγάλων πόλεων έσφυζαν από ζωή έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Πολλοί από αυτούς είναι πλέον έρημοι με κλειστά καταστήματα που σε τίποτα δεν θυμίζουν την εικόνα της αγοράς στα τέλη του 2008 και παλαιότερα. Αλλωστε η κατακόρυφη πτώση στον τζίρο των επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου αποτελεί τον πιο αξιόπιστο μάρτυρα.
Σε πολλά σημεία στα εμπορικά κέντρα των πόλεων, όπου άλλοτε οι φωταγωγημένες βιτρίνες έκλεβαν το ενδιαφέρον των καταναλωτών, σήμερα αντικρίζει κανείς σκοτεινά και άδεια καταστήματα.
Στην Αθήνα, σε δρόμους όπως η Σταδίου, η Πανεπιστημίου, η Χαριλάου Τρικούπη, η 3η Σεπτεμβρίου, αλλά και στο Κολωνάκι, σε οδούς όπως η Αναγνωστοπούλου και η Πατριάρχου Ιωακείμ, μετρά κανείς κλειστά ακίνητα που παραπέμπουν είτε σε επιχειρήσεις οι οποίες δεν άντεξαν και έβαλαν οριστικά λουκέτο, είτε σε άλλες, τις οποίες η μείωση του τζίρου ανάγκασε να αναζητήσουν κάποιο ακίνητο με χαμηλότερο ενοίκιο για να μειώσουν το λειτουργικό τους κόστος. Σύμφωνα με καταγραφή του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών, στην οδό Σταδίου 4 στα 10 εμπορικά καταστήματα είναι άδεια και κλειστά, στην Πανεπιστημίου το 36,9%, στην Αναγνωστοπούλου το 35,7% ενώ στην οδό Βουλής το 29,1% και στην Τσακάλωφ το 32,7%.
ΠΙΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΙ.
Ο Νίκος Γιαννέτος είναι έμπορος και ιδιοκτήτης τριών καταστημάτων ανδρικής ένδυσης στο κέντρο της Αθήνας με παρουσία στην αγορά από το 1907. Οπως λέει, τα τελευταία επτά χρόνια η αγορά ακολούθησε πτωτική πορεία ανάλογη αυτής των εισοδημάτων των καταναλωτών. Αρκετά καταστήματα αναγκάστηκαν να κλείσουν καθώς οι επιχειρηματίες δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και να γίνουν ανταγωνιστικοί στο νέο περιβάλλον. «Είναι γεγονός ότι η κατάσταση συνεχίζει να έχει δυσκολίες. Θα έλεγα μάλιστα ότι μέχρι και την έναρξη του εορταστικού ωραρίου η κατάσταση στην αγορά ήταν δραματική. Αυτό άλλαξε από τα μέσα Δεκεμβρίου. Υπάρχει βελτίωση του κλίματος και η αγορά κινείται. Αλλωστε αυτό το είχαν ανάγκη και οι έμποροι και οι καταναλωτές» υπογραμμίζει ο Νίκος Γιαννέτος.
Οπως εξηγεί όμως, οι καταναλωτές είναι πλέον ιδιαίτερα προσεκτικοί. «Δεν υπάρχει η άνεση των προηγούμενων χρόνων. Οι καταναλωτές θέτουν όρια στις αγορές τους και επιδιώκουν να επωφελούνται από τις προσαρμογές των τιμών που έχουν κάνει οι έμποροι. Οσοι έμποροι προσαρμόστηκαν στις νέες συνθήκες εκτιμώ ότι μπορούν να ελπίζουν. Ωστόσο η πραγματικότητα είναι ότι χάθηκε η μεσαία τάξη που ήταν και ο τροφοδότης της αγοράς» προσθέτει.
Ο Νίκος Κουγιουμτζής διατηρεί και αυτός εμπορικό κατάστημα με τουριστικά είδη στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, την τελευταία 25ετία. Οπως εξηγεί, τίποτα δεν θυμίζει την προηγούμενη δεκαετία και πώς άλλωστε θα ήταν αυτό δυνατό, αφού από το 2009 έως σήμερα η πτώση της κατανάλωσης έφτασε στο 45%.
«Η μείωση των εισοδημάτων, η αύξηση της ανεργίας και η υπερφορολόγηση οδήγησαν σε κατακόρυφη πτώση την κατανάλωση. Ο καταναλωτής που ξόδευε για αγορές 100 ευρώ το 2009, σήμερα δεν ξεπερνά τα 50 ευρώ. Η δυσκολία του κόσμου παρά τις καλές τιμές που υπάρχουν δυστυχώς είναι τόσο μεγάλη που αποτυπώνεται στις πωλήσεις των επιχειρήσεων, αρκετές από τις οποίες δεν αντέχουν και κλείνουν» λέει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα νέο κύμα λουκέτων είναι προ των θυρών, καθώς οι ελπίδες για αλλαγή της κατάστασης σύντομα είναι ανύπαρκτες και οι συσσωρευμένες υποχρεώσεις αρκετών δυσβάσταχτες. «Ας ελπίσουμε ότι η κυβέρνηση θα αντιληφθεί πως δεν μπορεί να πνίγει την επιχειρηματικότητα με υπερφορολόγηση την ίδια ώρα που το ελληνικό Δημόσιο χρωστά στις επιχειρήσεις από επιστροφές περίπου 5 δισ. ευρώ».
Μόνο τον μήνα Δεκέμβριο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, ο συνολικός τζίρος των εμπορικών καταστημάτων παρουσιάζει πτώση της τάξης του 8,3% και θα διαμορφωθεί στα 3,22 δισ. ευρώ, από 3,51 δισ. ευρώ το 2014 και 5,6 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2009.
Κάθε μέρα κλείνουν 89 μικρές επιχειρήσεις
Σύμφωνα με στοιχεία που επικαλέστηκε πρόσφατα ο γενικός γραμματέας της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος Γιώργος Κουράσης, καθημερινά σε όλη τη χώρα βάζουν λουκέτο 89 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, ενώ οι δυσοίωνες προβλέψεις μιλούν για 60.000 νέα λουκέτα έως το πρώτο εξάμηνο του 2016.
«Δεν μπορώ να προβλέψω τι περιμένει την επιχείρησή μου τη χρονιά που έρχεται» λέει η Ντέπυ Ασημομύτη, ιδιοκτήτρια καταστήματος με φωτιστικά στη Νίκαια.
«Το 2015 ήταν ίσως η χειρότερη, ειδικά από το καλοκαίρι και μετά, εξαιτίας των capital controls και της ανασφάλειας που δημιούργησαν» εξηγεί.
«Δεν είναι βιώσιμη η κατάσταση, όλες οι επιχειρήσεις μαζεύουν στην καλύτερη περίπτωση μόνο τα έξοδά τους. Εχουμε κατεβάσει όλοι τις τιμές μας, αλλά και πάλι αυτό δεν αρκεί. Οταν οι πελάτες μας δεν έχουν χρήματα και να θέλουν δεν μπορούν να ψωνίσουν» τονίζει.
Πηγή “Τα Νέα”