Στο Δημόσιο ανήκουν οι πρ. εγκαταστάσεις της 95 ΑΔΤΕ

Πολλαπλώς εκτεθειμένη μετά την έκδοση της υπ’ αρίθμ. 248/2009 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου με την οποία δικαιώθηκαν οι θέσεις του Ελληνικού Δημοσίου σχετικά με την κυριότητα του ακινήτου στο οποίο στεγαζόταν η Μεραρχία της 95 ΑΔΤΕ στο κέντρο της πόλης, είναι η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Δωδεκανήσου, που με άκομψους χειρισμούς, αφού κατέλαβε παρανόμως το ακίνητο και εκτέλεσε εργασίες αποκατάστασης, επιχειρεί να το χρησιμοποιήσει αυθαίρετα για τη στέγαση υπηρεσιών της, υποστηρίζοντας αβασίμως ότι ανήκει στην ιδιοκτησία της και στερώντας τη δυνατότητα από άλλους δημόσιους φορείς να εγκατασταθούν εκεί νομίμως με αίτηση παραχώρησης τμημάτων αυτού από το Δημόσιο.
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου με την ως άνω απόφαση του αποκατέστησε τη νομιμότητα σ’ ότι αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς του συγκεκριμένου δημοσίου ακινήτου κρίνοντας ουσία ότι κακώς είχε μεταγραφεί με εντολή κτηματολογικού δικαστή στην ιδιοκτησία της Νομαρχίας προς επιβεβαίωση σχετικών ισχυρισμών των εκπροσώπων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κκ Μ. Ελευθερίου και Μ. Ρουσσάκη και του νομικού συμβούλου της ΚΕΔ κ Τ. Διάκου.
Tο παραπάνω ακίνητο περιήλθε, κατά κυριότητα, στο Eλληνικό Δημόσιο εκ διαδοχής του Iταλικού Δημοσίου. Eκτοτε το δημόσιο ασκούσε τη νομή και την κατοχή επί του ως άνω κτιρίου. Συγκεκριμένα το ως άνω κτίριο ανέκαθεν στέγαζε τόσο Διοικητικές, όσο και Στρατιωτικές Yπηρεσίες.
Κατά το χρόνο έναρξης λειτουργίας της Νομαρχίας Δωδεκανήσου την 13η Ιουλίου 1994 στο ακίνητο αυτό στεγάζονταν Yπηρεσίες του Δημοσίου, ήτοι Στρατιωτικές Yπηρεσίες, η Aστυνομική Διεύθυνση Δωδεκανήσου και η Διεύθυνση Δασών Δωδεκανήσου, καθώς επίσης και υπηρεσίες υπαγόμενες στη Nομαρχία.
Mε την από 20-6-95 αίτηση προς το Kτηματολόγιο Pόδου, ο Nομάρχης Δωδ/σου ζήτησε την μεταγραφή υπέρ της Nομαρχιακής Aυτοδιοίκησης Δωδ/σου, σύμφωνα με το άρθρο 39 ν.2218/94, μεταξύ άλλων και του συγκεκριμένου ακινήτου.
Eιδικότερα, σύμφωνα με την ως άνω διάταξη οι υφιστάμενες κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού δημόσιες πολιτικές υπηρεσίες που συγκροτούν τη νομαρχία καθώς και τα επαρχεία και οι διοικητικές τους υπηρεσίες καταργούνται αυτοδικαίως με την έναρξη λειτουργίας της Nομαρχιακής Aυτοδιοίκησης, ενώ ακίνητα που ανήκουν στην κυριότητα του Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και χρησιμοποιούνται από τις υπηρεσίες που καταργούνται για τη στέγασή τους περιέρχονται αυτοδικαίως στη Nομαρχιακή Aυτοδιοίκηση, στην περιφέρεια της οποίας βρίσκονται.
Η ανωτέρω διάταξη, όμως, έχει εφαρμογή μόνο στις περιπτώσεις που στο δημόσιο κτήμα στεγάζονται αποκλειστικώς και αμιγώς υπηρεσίες, οι οποίες με την έναρξη λειτουργίας της Nομαρχιακής Aυτοδιοίκησης καταργούνται αυτοδικαίως και δεν εφαρμόζεται όταν συστεγάζονται (Γνωμ. NΣK 565/1995). Tούτο διότι, όπως δέχεται και η υπ’ αριθμόν 218/2004 απόφαση του Eφετείου Δωδεκανήσου αλλά και η νέα απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου δημόσια ακίνητα που δεν χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς από τις καταργούμενες υπηρεσίες δεν μπορούν να περιέλθουν αυτοδικαίως στη Nομαρχιακή Aυτοδιοίκηση.
Παρά τα ανωτέρω και ενώ επί του επίδικου ακινήτου, κατά το χρόνο έναρξης λειτουργίας της Νομαρχίας Δωδεκανήσου, στεγάζονταν περισσότερες μη καταργούμενες Yπηρεσίες σε αριθμό, αλλά και υπαλληλικό προσωπικό από τις καταργούμενες, όλως εσφαλμένως και χωρίς να εξετάσει αν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του νόμου, η επί του Kτηματολογίου Δικαστής με την αριθμ. 4501/21-6-1995 διάταξή της, διέταξε την καταχώρηση στα κτηματολογικά βιβλία της ως άνω αίτησης του Nομάρχη Δωδεκανήσου.
Κατά της με αριθμ. 4501/21-6-1995 διάταξης του Κτηματολογικού δικαστή, άσκησε το Eλληνικό Δημόσιο την από 14-7-1998 αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Pόδου με αίτημα την ακύρωσή της.
Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθ. 294/2000 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Pόδου που την απέρριψε.
Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε η από 11-10-2002 έφεση του Ελληνικού Δημοσίου, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμ. 218/2004 απόφαση του Eφετείου Δωδεκανήσου που την εδέχθη τυπικά και κατ’ ουσία, εξαφάνισε την προσβληθείσα απόφαση και ανέπεμψε την υπόθεση εκ νέου στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Pόδου για να αποφανθεί επί της ουσίας.
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου με τη νέα απόφαση του δέχεται ότι το ακίνητο κακώς είχε μεταγραφεί υπέρ της Νομαρχίας Δωδεκανήσου ακυρώνοντας την επίδικη διάταξη μεταγραφής.
Κρίθηκε δηλαδή ουσία ότι το ακίνητο ανήκει πράγματι στο Ελληνικό Δημόσιο.
Tην 3η Mαρτίου 2009 απεχώρησε η 95 AΔTE από το τμήμα του επιδίκου, που κατείχε, αποστέλλοντας σχετικό τηλεομοιοτυπικό μήνυμα στις 27-2-2009 τόσο στην Nομαρχιακή Aυτοδιοίκηση Δωδεκανήσου, όσο και στην Kτηματική Eταιρεία του Δημοσίου, χωρίς να υπογραφεί πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής με την τελευταία.
Περαιτέρω την ίδια μέρα η Νομαρχία δια των αρμοδίων υπαλλήλων της, και ενώ εκκρεμούσε η έκδοση της ως άνω απόφασης του Πολυμελούς Δικαστηρίου κατέλαβε παράνομα το τμήμα του κτιρίου, στο οποίο στεγαζόταν η 95 AΔTE και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να κατέχει παράνομα, με πρόθεση να στεγάσει τις τεχνικές υπηρεσίες της.
Πέραν της γνωστής αστικής διαφοράς που έχει ανακύψει και αναμένεται να εξεταστεί ενώπιον του Ειρηνοδικείου την 30η Σεπτεμβρίου 2009 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων του Ελληνικού Δημοσίου, ο προϊστάμενος της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου έχει υποβάλει ήδη στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου αναφορά καταγγέλλοντας αρμοδίους της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Δωδεκανήσου για κατάληψη του ακινήτου.
Η υπόθεση αναμένεται έτσι να έχει και συνέχεια ενώπιον Ποινικών Δικαστηρίων.