Ειδήσεις

“Δεν αντέχουμε άλλους φόρους-Κινούμαστε στην κόψη του ξυραφιού”

Το «υπαρκτό» ενδεχόμενο να καταγραφούν απώλειες στον τουρισμό τα επόμενα δύο χρόνια, υπογράμμισε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κ. Ανδρέας Ανδρεάδης μιλώντας στη 24η Ανοικτή Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου την Πέμπτη στο Μέγαρο Μουσικής. «Κινούμαστε στην κόψη του ξυραφιού και κινδυνεύουμε όχι μόνο να μην πετύχουμε τον νέο στόχο αλλά και να πέσουμε κάτω από τα επίπεδα του 2015. Και δεν κινδυνολογούμε. Οι απώλειες θα φανούν σταδιακά και όχι αμέσως», τόνισε, συμπληρώνοντας ότι «ήδη το πρώτο τετράμηνο του 2016 δείχνει σημάδια κόπωσης». Για εφέτος η αρχική πρόβλεψη του ΣΕΤΕ ήταν θετική, με 1,5 εκατ. περισσότερες αφίξεις στα 25 εκατ., συν 2,5 εκατ. από κρουαζιέρα. Και έσοδα στα 15 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 800 εκατ. σε σχέση με το 2015.

«Ο τομέας λοιπόν θα σταματήσει να είναι σε θέση να φρενάρει την πτώση του ΑΕΠ. Αρα δεν θα επιτευχθούν οι στόχοι ανάπτυξης. Αρα, θα πρέπει να ενεργοποιηθούν νέα μέτρα. Αρα, πάλι οι Ελληνες θα πληρώσουν και μάλιστα διπλά, όσα οι τουρίστες δεν θα δώσουν φέτος και του χρόνου», υποστήριξε. Ο ίδιος επικαλούμενος πρόσφατη μελέτη, επισήμανε ότι «το 40% των τουριστικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν σοβαρά ζητήματα βιωσιμότητας». Τα επτά χρόνια ύφεσης «έχουν δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στον κλάδο. Τα βάρη, ακόμα και των υγιών επιχειρήσεων, έχουν πλέον συσσωρευτεί», είπε, υπογραμμίζοντας «τη δαμόκλειο σπάθη των κόκκινων δανείων», την ώρα που «η αγορά λειτουργεί υπό καθεστώς μηδενικής ρευστότητας».

Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ επανέλαβε την έκκληση του τομέα να κλείσει η αξιολόγηση. «Διότι όσο καθυστερεί να ολοκληρωθεί, εκ των πραγμάτων, οδηγείται η Κυβέρνηση στην επιβολή σπασμωδικών, επιπρόσθετων μέτρων». Και σημείωσε ότι οι επιπρόσθετοι φόροι που θα επιβληθούν, σε περίπτωση που δεν επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι, ακριβαίνουν το τουριστικό πακέτο, το οποίο, «ήδη σημειώνει τεράστιες απώλειες ανταγωνιστικότητας, της τάξης του 10%, λόγω των φόρων του τρίτου μνημονίου, εξανεμίζοντας ουσιαστικά το 50% της ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας της χώρας, λόγω εσωτερικής υποτίμησης από την αρχή των μνημονίων».

Τόνισε επίσης ότι «κινδυνεύουμε να χάσουμε μία μοναδική θετική γεωπολιτική συγκυρία και ευκαιρία που δεν θα κρατήσει για πάντα. Τρέχουμε να καλύψουμε τις προϋποθέσεις λειτουργίας που χρειάζονται τα νέα συστήματα που επιβάλει η διαδικασία έκδοσης βίζα με βιομετρικά χαρακτηριστικά σε αγορές που έχουν τεράστια ζήτηση όπως αυτή της Ρωσίας. Αδυνατούμε να διαχειριστούμε άμεσα, ολιστικά και αποτελεσματικά το προσφυγικό / μεταναστευτικό ζήτημα, ενισχύοντας την αρνητική εικόνα της χώρας στο εξωτερικό». Το 4ο τρίμηνο του 2015 ο δείκτης κύκλου εργασιών στον τομέα παροχής υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης της ΕΛΣΤΑΤ, παρουσίασε μείωση της τάξης του 8%. Το αντίστοιχο τρίμηνο του 2014 ήταν +11% και του 2013 +37%.  Η μείωση αποδίδεται κατά κύριο λόγο στη σημαντική αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ, σε συνδυασμό με την έξαρση του προσφυγικού προβλήματος και τα capital controls.

Αναφερόμενος στον «τιτάνιο άθλο» του ελληνικού τουρισμού από το 2010, καθώς μέσα σε συνθήκες πρωτόγνωρης ύφεσης αύξησε κατά 40% τα έσοδα που έφερε στη χώρα, έναντι πτώσης του ΑΕΠ κατά 25%, ανέφερε ότι το 2015 ο τομέας επιβαρύνθηκε δύο φορές με τον διπλασιασμό του ΦΠΑ διαμονής από το 6,5% στο 13%, την αύξηση του ΦΠΑ της εστίασης, των μεταφορών και άλλων υπηρεσιών από το 13% στο 23% και άλλες πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις και με την αύξηση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών.

Ταυτόχρονα χαρακτήρισε «εξωφρενικό» και «τελείως παράλογο» τον «φόρο πληρότητας» για ξενοδοχεία πάνω από δύο αστέρια και ενοικιαζόμενα δωμάτια πάνω από δύο κλειδιά, καλώντας τον Πρωθυπουργό να σταθεί αλληλέγγυος. «Καμία τουριστική επιχείρηση δεν έχει πλέον το περιθώριο να απορροφήσει, ούτε κατά διάνοια, ένα πρόσθετο τέτοιο κόστος. Και πόσοι Ελληνες θα έχουν τη δυνατότητα να το πληρώσουν και πόσοι ξένοι, οι οποίοι μόλις αντιληφθούν το πόσο αδικαιολόγητα ακριβή σε σχέση με τον ανταγωνισμό, γίνεται πλέον η Ελλάδα, θα την προσπεράσουν και θα επιλέξουν κάποιον άλλο προορισμό;», ρώτησε.

Αναφερόμενος στις ανεξέλεγκτες μισθώσεις ιδιωτικών χώρων, υπογράμμισε ότι το κράτος «σύμφωνα με μελέτη του ΞΕΕ, χάνει τουλάχιστον 270 εκατ. ευρώ φορολογικά έσοδα κατ’ έτος». Και αυτό γιατί «ακόμα και σήμερα δεν έχει διασφαλιστεί ένα πλαίσιο ισονομίας, φορολογικής συμμετρίας και κανόνων λειτουργίας σε σχέση με τα υπόλοιπα τουριστικά καταλύματα. Και εικάζουμε ότι δεν έχει γίνει, γιατί προφανώς είναι πιο εύκολο να φορολογηθεί αυτό που βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας και όχι αυτό που φοροδιαφεύγει. Γιατί πρέπει να ενεργοποιηθούν οι μηχανισμοί είσπραξης. Και ξέρουμε όλοι ότι εδώ υπάρχει διαχρονικά μια σοβαρή αδυναμία. Ομως πρέπει να γίνει επιτέλους».

Ο ίδιος εξηγώντας «γιατί είναι τρομερά δύσκολο να γίνουν επενδύσεις στην Ελλάδα» περιέγραψε μια ενδεικτική επένδυση δέκα εκατ. ευρώ, που αφορά την αγορά γης και τη δημιουργία ενός ξενοδοχείου πέντε αστέρων 100 δωματίων στην Ελλάδα, τονίζοντας ότι στη δεκαετία απόσβεσης η πρόσθετη δαπάνη ισοδυναμεί με 4 έως 5 εκατομμύρια ευρώ επιπλέον, απ’ ό,τι στην Ισπανία, σε μία χώρα «πολύ ασταθέστερη και με σημαντικά χαμηλότερο επίπεδο δημόσιων υποδομών». Σε αυτό πρόσθεσε «όλα τα άλλα εμπόδια που υπάρχουν στις τουριστικές επενδύσεις, που σχετίζονται με θέματα πολεοδομίας, αρχαιολογίας, περιβαλλοντικών εγκρίσεων».

Η Ελλάδα «έχει τις μεγαλύτερες φορολογικές επιβαρύνσεις και κατά συνέπεια τα περισσότερα φορολογικά αντικίνητρα για την ανάπτυξη του τουρισμού σε σχέση με τις λοιπές ανταγωνίστριες χώρες», τόνισε ο κ. Ανδρεάδης, επικαλούμενος πρόσφατη μελέτη του Συνδέσμου, επισημαίνοντας τις αστάθειες στο φορολογικό και οικονομικό περιβάλλον, καθώς ήδη επίκειται η κατάθεση στη Βουλή του 7ου φορολογικού νομοσχεδίου τα τελευταία τέσσερα έτη. Πέρα από τον κλάδο της διαμονής επιβαρύνσεις που δεν υπάρχουν σε ανταγωνίστριες χώρες δέχεται το yachting με φόρους στις μαρίνες «που απομακρύνουν κάθε επίδοξο επενδυτή». Οριζόντιες αυξήσεις επηρεάζουν σε υπερθετικό βαθμό τους κλάδους ενοικίασης αυτοκινήτων, μεταφορών, τουριστικών λεωφορείων, διοργάνωσης συνεδρίων, ταξιδιωτικών γραφείων, εστίασης, επιβατηγού ναυτιλίας και κάθε κρίκο της αλυσίδας του ελληνικού τουρισμού.

Και κατέληξε θέτοντας ως ζητούμενα, μετά από επτά χρόνια ύφεσης, την επιβράβευση της υγιούς επιχειρηματικότητας, το σταθερό, αναπτυξιακό και δίκαιο φορολογικό σύστημα, την αποτελεσματική πάταξη της φοροδιαφυγής, την ολοκλήρωση του επενδυτικού νόμου με όρους της αγοράς και το βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα και αγορά εργασίας.
Το ΒΗΜΑ

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου