Όμως η πραγματικά μεγάλη προσφυγική κρίση που αναμένεται, δεν έχει ακόμη εκδηλωθεί. Η αφετηρία της θα είναι και πάλι η Μέση Ανατολή, αλλά τα αίτιά της θα είναι κλιματικά και όχι γεωπολιτικά. (Άλλωστε, και η ίδια η συριακή κρίση, οφείλεται εν μέρει στην κλιματική μεταβολή, καθώς τα έξι χρόνια ξηρασίας που προηγήθηκαν του 2011 οδήγησαν ένα εκατομμύριο Σύρους αγρότες στην εσωτερική μετανάστευση, με αποτέλεσμα οι πολιτικές εξελίξεις να βρουν τον κοινωνικό ιστό ήδη τραυματισμένο).
Ερευνητές από το Ινστιτούτο Max Planck για τη Χημεία στο Mainz της Γερμανίας και το Cyprus Institute στη Λευκωσία, με επικεφαλής τον καθηγητή Johannes Lelieveld υπολόγισαν ότι στο μέλλον η θερμοκρασία στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική πρόκειται να αυξηθεί σε αβίωτα επίπεδα, με αποτέλεσμα πολλές περιοχές να καταστούν κυριολεκτικά ακατοίκητες.
Η πρόσφατη απόφαση στη Σύνοδο του Παρισιού για το περιβάλλον να καταβληθούν συντονισμένες προσπάθειες ώστε να περιοριστεί η μέση άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη στους δύο βαθμούς δεν αρκεί για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική, καθώς εκεί η αύξηση της θερμοκρασίας το καλοκαίρι (που ούτως ή άλλως είναι ιδιαίτερα θερμό) θα είναι πάνω από δύο βαθμούς ταχύτερη σε σχέση με την μέση άνοδο της θερμοκρασίας παγκοσμίως.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ως βάση κλιματικά δεδομένα για την περίοδο 1986-2005 καθώς και 26 διαφορετικά μοντέλα πρόβλεψης για την ίδια περίοδο. Στο βαθμό που βρήκαν αντιστοιχία ανάμεσα στα μοντέλα και τα δεδομένα, τα χρησιμοποίησαν για προβολές ως προς τις κλιματικές συνθήκες κατά τις περιόδους 2046-2045 και 2081-2100.
Οι εκτιμήσεις τους βασίστηκαν σε δύο σενάρια: στο πρώτο, που αντιστοιχεί και στους στόχους που έχουν θέσει οι σύνοδοι του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή, οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του φαινομένου του θερμοκηπίου υποχωρούν μετά το 2040 και η Γη θα δέχεται θερμότητα 4,5 Watt ανά τετραγωνικό μέτρο στο τέλος του αιώνα, με τη συνολική αύξηση της θερμοκρασίας να περιορίζεται στους δύο βαθμούς Κελσίου. Στο δεύτερο και πιο απαισιόδοξο σενάριο, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου απλώς συνεχίζουν να αυξάνονται με τους σημερινούς ρυθμούς.
Η εκτίμηση, σύμφωνα με το πρώτο και σενάριο, είναι ότι μέχρι τα μέσα του αιώνα η θερμοκρασία στις πολύ ζεστές μέρες του καλοκαιριού θα φτάσει τους 46 βαθμούς Κελσίου (και δεν θα πέφτει κάτω από τους 30 βαθμούς Κελσίου στις αντίστοιχες νύχτες) και αυτές οι μέρες θα είναι 5 φορές πιο συχνές από ό,τι τώρα. Τουλάχιστον 80 ετησίως σε σχέση με ένα μέσο όρο 16 τις τελευταίες δεκαετίες. Στο τέλος του αιώνα θα έχουν φτάσει τις 118 ετησίως.
Στο “απαισιόδοξο σενάριο”, όπου συνεχίζεται η αύξηση των εκπομπών αερίων του φαινομένου του θερμοκηπίου, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. “Εάν η ανθρωπότητα συνεχίσει να εκλύει στην ατμόσφαιρα διοξείδιο του άνθρακα με τους ρυθμούς που το κάνει τώρα, οι άνθρωποι που ζουν στη Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική θα πρέπει να περιμένουν ακόμη και 200 ασυνήθιστα ζεστές μέρες το χρόνο, σύμφωνα με τις προβολές των μοντέλων”, υποστηρίζει ο Πάνος Χατζηνικολάου, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Cyprus Institute και ειδικός στην κλιματική αλλαγή.
Τα πράγματα κάνει ακόμη χειρότερα ένα φαινόμενο τις επιπτώσεις του οποίου βλέπουμε όλο και συχνά, ακόμη και στην Ελλάδα: οι αμμοθύελλες. Η ποσότητα σκόνης της ερήμου στην ατμόσφαιρα της Σαουδικής Αραβίας, του Ιράκ και της Συρία έχει αυξηθεί κατά 70% από την αρχή του αιώνα. Παρατεταμένες ανομβρίες, που με τη σειρά τους επιτείνονται από την κλιματική μεταβολή, οδηγούν σε συχνότερες αμμοθύελλες που αυξάνουν τη συνολική ποσότητα άμμου στην ατμόσφαιρα. Λ.χ. πρόσφατη αμμοθύελλα στην Τεχεράνη με ανέμους 110 χιλιομέτρων προκάλεσε εκτεταμένες ζημιές και παρέλυσε την ιρανική πρωτεύουσα.
Ούτως ή άλλως, ο λόγος που στην Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική προβλέπεται αύξηση της θερμοκρασίας ιδίως το καλοκαίρι (ενώ σε άλλες περιοχές παίρνει κυρίως τη μορφή των θερμότερων χειμώνων) έχει να κάνει με τις ερήμους, αφού στις ερημικές περιοχές παρατηρούνται φαινόμενα ενίσχυσης της θέρμανσης.
Την ίδια στιγμή, η μεγάλη αστικοποίηση των συγκεκριμένων περιοχών κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Το φαινόμενο του “αστικού θερμικού νησιού” περιγράφει τη συνθήκη όπου οι αστικές περιοχές είναι ακόμη πιο θερμές από τις γύρω εκτάσεις. Και οι συγκεκριμένες περιοχές χαρακτηρίζονται από ραγδαία αστικοποίηση.
Όμως, δεν χρειάζεται να περιμένουμε πολύ για να δούμε αφόρητες συνθήκες στις περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Στα μεγάλα έργα του Περσικού Κόλπου ήδη μετράμε κάθε χρόνο νεκρούς εργαζομένους από θερμοπληξία, έστω και αν οι επίσημες στατιστικές προτιμούν να καταγράφουν αυτούς τους θανάτους ως “καρδιακές προσβολές”. Όταν αυξάνεται η σχετική υγρασία, φαινόμενο συχνό στον Περσικό Κόλπο και στην Αραβική Χερσόνησο, και φτάνει το 100%, ο μηχανισμός του ιδρώτα στο ανθρώπινο σώμα δεν λειτουργεί και παρουσιάζεται κίνδυνος σοβαρής θερμοπληξίας ή ακόμη και υπερπυρεξίας.
Ο κίνδυνος αυτός κατεξοχήν απειλεί τις περιοχές που βρίσκονται στις ακτές του Περσικού Κόλπου, τις ελώδεις εκβολές του Τίγρη και του Ευφράτη και τις ακτές της Υεμένης στην Ερυθρά Θάλασσα. Η αλλαγή αυτή κάνει ακόμη πιο επικίνδυνο και το Χατζ, το παραδοσιακό μουσουλμανικό προσκύνημα στη Μέκκα, μια που η τελετουργία του απαιτεί μεγάλη παραμονή στο ύπαιθρο.
Σε αυτό το φόντο, το νερό θα μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο σε δυσεύρετο αγαθό. Ήδη όσες χώρες δεν έχουν πρόσβαση σε ποτάμια, όπως ο Τίγρης ή ο Ευφράτης, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την αφαλάτωση του θαλασσινού νερού. Η διαχείριση του νερού θα γίνεται διαρκώς σοβαρότερο πρόβλημα, εάν συνυπολογίσουμε ότι, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, μέχρι το 2025 το κατά κεφαλή ανανεώσιμο φρέσκο νερό θα είναι μειωμένο κατά 30% σε σχέση με το 1970 για την συγκεκριμένη περιοχή.
Στην πραγματικότητα όμως η κλιματική αλλαγή είναι ένας “πολλαπλασιαστής απειλών”, που έχουν κοινωνικά και όχι φυσικά αίτια. Η εξασφάλιση ανθρώπινων συνθηκών διαβίωσης και κατάλληλων υποδομών, ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα όπου οι επιπτώσεις των κοινωνικών αλλαγών είναι μεγαλύτερες, μπορεί να απαντήσει στα προβλήματα, όμως προαπαιτεί δραματική ανατροπή των τεράστιων ανισοτήτων, της γενικευμένης διαφθοράς και της κρατικής αναποτελεσματικότητας στις εν λόγω χώρες.
Η φτώχεια και η ανεργία, ιδίως του διαρκώς αυξανόμενου νεανικού πληθυσμού, ήδη προκαλούν μεταναστευτικές κινήσεις που συναντιούνται με τους πρόσφυγες από τις εμπόλεμες περιοχές, όπως η Συρία ή το Αφγανιστάν. Ο συνδυασμός ανάμεσα στην κοινωνική υποβάθμιση και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής απειλεί να γιγαντώσει το πρόβλημα.
Εάν ο πληθυσμός της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής φτάσει στα 700 εκατομμύρια το 2050, με τις ίδιες εύθραυστες κοινωνικές και πολιτικές ανισορροπίες και την ίδια τάση περιβαλλοντικής επιδείνωσης, εύλογα μπορεί κανείς να περιμένει τεράστια κύματα προσφύγων προς την Ευρώπη. Προβλέψιμο τίμημα όχι μόνο των επιπτώσεων της βιομηχανικής επανάστασης αλλά και της απρονοησίας της παγκόσμιας κοινότητας για τις σημερινές ανθρωπογενείς προκλήσεις.
capital.gr