Ειδήσεις

Γ. Πάππου: «Η Ελλάδα έχει παντελή έλλειψη νησιωτικής πολιτικής»

Τον προβληματισμό του αναφορικά με την κατάργηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά και τις συνθήκες στις οποίες καλείται να λειτουργήσει η αγορά, εκφράζει στην «δημοκρατική», ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου κ. Γιάννης Πάππου.
«Είμαστε η κατ’ εξοχήν νησιωτική χώρα της Ευρώπης, έχοντας έντονο το στοιχείο της νησιωτικότητας. Η χώρα μας όμως, έχει πλέον παντελή έλλειψη νησιωτικής πολιτικής. Δυστυχώς δεν υπάρχει καμία πρόνοια για τους νησιώτες. Μας αντιμετωπίζουν σαν τους κατοίκους των μεγάλων αστικών κέντρων, κάτι που είναι λάθος. Τα προβλήματα των νησιών τα γνωρίζουν όλοι πολύ καλά. Πολλές φορές είμαστε αποκομμένοι από την υπόλοιπη Ελλάδα, δεν έχουμε δυνατότητα πρόσβασης υπηρεσιών που υπάρχουν στα μεγάλα αστικά κέντρα και φυσικά, παραμένει πρόβλημα το μεταφορικό κόστος. Πολλές φορές αναγκαζόμαστε να πληρώνουμε πολύ ακριβά εισιτήρια είτε σε αεροπορικές είτε σε ακτοπλοϊκές μεταφορές. Όλα αυτά θα έπρεπε να τα έχουν σκεφτεί οι κυβερνώντες και σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να αφαιρέσουν αυτή την μικρή ελάφρυνση’, όπως την λένε. Οι πολιτικοί έλεγαν ότι εμείς οι νησιώτες είχαμε… προνόμια. Το καθεστώς των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά, σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ‘προνόμιο’. Ήταν μια μικρή ελάφρυνση για να αντισταθμίσει τα προβλήματα της νησιωτικότητας. Και όταν λέμε νησιωτικότητα δεν εννοούμε την παραλία και τον ήλιο για τους 3-4 μήνες του καλοκαιριού. Τα προβλήματα είναι όλο τον χρόνο και τον χειμώνα».
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Γ. Πάππου, η καθημερινότητα του νησιώτη και ιδιαίτερα του επιχειρηματία, παραμένει ελλιπής. Και σε όλα αυτά, προστίθεται η επιβολή των capital controls που παραμένουν εν ισχύ στις τράπεζες, καθώς και η δυσκολία στις εισαγωγές – εξαγωγές: «Τα προβλήματα αυτά είναι πολύ μεγάλα. Οι επιχειρηματίες έχουν να αντιμετωπίσουν και την μηδενική πρόσβαση στην ρευστότητα, καθώς οι τράπεζες δεν δίνουν εύκολα χρήματα. Ακόμη και αν δώσουν θα είναι πολύ προσεκτικά ζητώντας πολύ υψηλές διασφαλίσεις –τριπλάσιες του ποσού το οποίο δίνουν. Συνεπώς, είναι ευνόητο ότι μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι πολύ δύσκολο να λειτουργήσει η επιχειρηματικότητα. Αυτό που απαιτείται είναι, να βοηθήσουν οι τράπεζες την ρευστότητα και να υπάρξει σταθερό φορολογικό πλαίσιο, το οποίο να επιβάλει λογικούς φόρους και όχι φόρους εξόντωσης»
ΟΙ ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
Πώς όμως υποδέχτηκε η αγορά της Ρόδου και τα σούπερ μάρκετ τις αυξήσεις στον ΦΠΑ; «Οι αυξήσεις που έγιναν, είναι μίγμα των φορολογικών μέτρων, της κατάργησης των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά και των αυξήσεων στις υπηρεσίες. Στα τρόφιμα για παράδειγμα: υπάρχουν τρόφιμα τα οποία μέσα στην τελευταία διετία από το 9% ΦΠΑ μετακύλησαν στο 24%: όλα τα μπισκότα, οι κονσέρβες, τα τρόφιμα που έχουν δεχθεί μεταποίηση, οι χυμοί, τα αναψυκτικά ήταν στο 9% και σήμερα που μιλάμε ανέβηκαν 15 ποσοστιαίες μονάδες. Αυτό βεβαίως, έχει άμεση συνέπεια στην αγοραστική δύναμη του καταναλωτή που έχει πληγεί τουλάχιστον κατά 15%», λέει ο κ. Πάππου.
Οι έμποροι ωστόσο, βλέπουν ότι είναι πολύ δύσκολο να συγκρατήσουν τις αυξήσεις αυτές και κυρίως, να τις απορροφήσουν. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΕΒΕΔ: «Ο ΦΠΑ δεν έχει να κάνει με συγκράτηση της τιμής. Ο κάθε έμπορος επιλέγει το ποσοστό με το οποίο θέλει να λειτουργήσει. Από εκεί και πέρα, τα προϊόντα τα οποία διοχετεύονται στην αγορά ξέρουμε όλοι ότι θα επιβαρυνθούν με αυξημένο ΦΠΑ. Και βέβαια, οι 15 αυτές ποσοστιαίες μονάδες είναι πολύ δύσκολο να απορροφηθούν».
Συνεπώς, το ‘καλάθι της νοικοκυράς’ συνεχώς… λιγοστεύει. «Το ‘καλάθι της νοικοκυράς’ όχι μόνον συνεχώς μειώνεται, αλλά και συνεχώς τροποποιείται. Αυτό σημαίνει ότι τα νοικοκυριά στρέφονται σε ‘προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας’ –δηλαδή σε μη επώνυμα προϊόντα τα οποία είναι πολύ πιο φτηνά. Και βέβαια, πέραν αυτών των προϊόντων τα νοικοκυριά στρέφονται στις προσφορές, στην προσπάθεια τους να καλύψουν τις ανάγκες τους με μη επώνυμα, μη διαφημιζόμενα προϊόντα –είτε προσωπικής φροντίδας, είτε καθαριότητας του σπιτιού, είτε τρόφιμα».
Η αγοραστική δύναμη λοιπόν μειώνεται συνεχώς, και αλλάζει συμπεριφορά. Ο καταναλωτής επισκέπτεται πιο συχνά το σούπερ μάρκετ και αγοράζει λιγότερες ποσότητες, από τα απολύτως απαραίτητα, επιλέγοντας να κάνει πλέον πιο ‘έξυπνες’ αγορές. Προσπαθεί, με τα χρήματα τα οποία έχει διαθέσιμα να καταφέρει να ψωνίσει τα απολύτως απαραίτητα. Στρέφεται στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας και στις μεγάλες προσφορές: «Αυτά τα προϊόντα έχουν μεγάλη ζήτηση και σε πολλές περιπτώσεις κατασκευάζονται από τα εργοστάσια που έχουν τα επώνυμα brands τροφίμων ή άλλων προϊόντων», λέει ο κ. Πάππου.
Οι τιμές πάντως δεν έχουν να κάνουν μόνον με τα τρόφιμα. Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου σημειώνει: «Οι τιμές αυξάνονται σε όλα. Η επιβάρυνση στα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών αυξήθηκε από το 13% στο 25%. Καταλαβαίνετε ότι η μία αύξηση φέρνει την άλλη».

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου