Δεν θα γίνει κατηγορία σε βάρος συμβολαιογράφου και μουσουλμάνου

Να μην γίνει κατηγορία σε βάρος ενός συμβολαιογράφου της Ρόδου και ενός Μουσουλμάνου, ιδιοκτήτη μεγάλης ακίνητης περιουσίας, για τις πράξεις της ψευδορκίας κατ΄εξακολούθηση και της ηθικής αυτουργίας σε εξακολουθητική ψευδορκία αποφάσισε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου με βούλευμα που εξέδωσε.
Το ιστορικό της υπόθεσης, που αφορά ένδικη διαφορά του Μουσουλμάνου με δύο εργολάβους, έχει σύμφωνα με την κρίση του δικαστικού συμβουλίου ως εξής:
«…Δυνάμει συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου που συντάχθηκε από συμβολαιογράφο, ο δεύτερος κατηγορούμενος διόρισε γενικούς και ειδικούς πληρεξουσίους, αντιπροσώπους του και αντικλήτους τους δύο μηνυτές, στους οποίους χορήγησε ανέκκλητη, ισχύουσα και μετά το θάνατό του ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα να υποβάλουν από κοινού είτε χωριστά ενώπιον της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου ή άλλης αρμόδιας Υπηρεσίας αίτηση εξαγοράς ενός αγρού εκτάσεως 26.000 τ.μ. περίπου ή όσης έκτασης κι αν είναι πλέον ή έλαττον, που βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια «Κανδηλί», της νήσου Ρόδου, το οποίο ακίνητο, ως αναφέρεται στο ως άνω πληρεξούσιο νέμεται και κατέχει ανενόχλητα και απαραβίαστα επί εξήντα έτη. Ακολούθως, δυνάμει συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου που συντάχθηκε αυθημερόν, ο δεύτερος κατηγορούμενος έδωσε στους μηνυτές ανέκκλητη, ισχύουσα και μετά το θάνατό του ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα όπως προβούν, είτε από κοινού είτε χωριστά, στην πώληση του ως άνω αγρού, προς οποιονδήποτε τρίτο ή προς τον εαυτό τους ακόμα και με αυτοσύμβαση, για το οποίο (ακίνητο) θα υποβάλλονταν αίτηση εξαγοράς ενώπιον της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου ή άλλης αρμόδιας Υπηρεσίας, προκειμένου το ακίνητο να περιέλθει στην κυριότητα του εντολέα με εξαγορά. Κατά τη σύνταξη των ως άνω πληρεξουσίων ήταν παρών τόσο ο εντολέας, όσο και ο οδηγός του δεύτερου κατηγορουμένου, ο οποίος είχε συνοδεύσει αυτόν στο συμβολαιογράφο, ενώ προσήλθαν και οι αδελφοί εργολάβοι, οι οποίοι καίτοι δεν υπέγραψαν τα ως άνω πληρεξούσια, έλαβαν γνώση του περιεχομένου τους κατά την ανάγνωσή τους και την υπογραφή τους από τον εντολέα, δεύτερο κατηγορούμενο. Το δεύτερο δε πληρεξούσιο έλαβε χώρα, καθόσον οι αδελφοί εργολάβοι έλαβαν από κάποιον πελάτη τους, το χρηματικό ποσό των 65.000 ευρώ, το οποίο παρέλαβαν, με την παρουσία και του δεύτερου κατηγορουμένου, έξω από το γραφείο του πρώτου κατηγορουμένου, όπως και οι ίδιοι εκθέτουν στην έγκλησή τους.
Ο τελευταίος δε έδωσε με ιδιόχειρο σημείωμά του στον πρώτο κατηγορούμενο, τα στοιχεία του ακινήτου που αφορούσαν τα δύο πληρεξούσια. Εντούτοις, τα κτηματολογικά στοιχεία του ακινήτου ήταν εσφαλμένα και στην πραγματικότητα αφορούσαν σε ακίνητο στη θέση Κανδηλί, εκτάσεως 35.230 τ.μ., το οποίο ανήκε στον δεύτερο κατηγορούμενο κατά ποσοστό 11/12 εξ αδιαιρέτου, κατά πλήρη κυριότητα, και όχι σε ακίνητο εκτάσεως 26.000 τ.μ., το οποίο στερούμενος τίτλο ιδιοκτησίας, ο δεύτερος κατηγορούμενος νεμόταν και κατείχε για 60 έτη. Εν συνεχεία, οι εντολοδόχοι, κάνοντας χρήση του πληρεξουσίου, δυνάμει συμβολαίου αγοραπωλησίας συμβολαιογράφου της Ρόδου μεταβίβασαν στον εαυτό τους με αυτοσύμβαση το ακίνητο με κτηματολογική μερίδα 245, αντικειμενικής αξίας 78.633,14 ευρώ. Ο δεύτερος κατηγορούμενος με την από 8-9-2004 μηνυτήρια αναφορά του προέβη σε μήνυση κατά των εδώ μηνυτών και εντολοδόχων του, εργολάβων καθώς και της ως άνω συμβολαιογράφου, και ασκήθηκε ποινική δίωξη κατ’ αυτών για απάτη τελεσθείσα από κοινού, της οποίας το περιουσιακό όφελος ή η ζημία υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ και απλή συνέργεια στην πράξη αυτή (για τη συμβολαιογράφο). Δυνάμει, του υπ’ αριθμ. 29/2008 βουλεύματος του συμβουλίου Εφετών Δωδεκανήσου, οι ανωτέρω απηλλάγησαν της κατηγορίας, καθόσον δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ότι οι εντολοδόχοι παρέστησαν εν γνώσει τους ψευδώς στο μηνυτή εντολέα ότι τα κτηματολογικά στοιχεία που προσκόμισαν ήταν ακριβή, καθόσον τα εσφαλμένα στοιχεία δεν προσκομίστηκαν από τους εντολοδόχους, αλλά από τον ίδιο τον μηνυτή και εδώ δεύτερο κατηγορούμενο. Στα πλαίσια της ανάκρισης που διενεργήθηκε για την πράξη της απάτης και της απλής συνέργειας σε αυτήν, εξετάσθηκε ενόρκως ο πρώτος κατηγορούμενος.
Τα όσα ο πρώτος κατηγορούμενος κατέθεσε ως μάρτυρας ενώπιον του αρμοδίου ανακριτικού υπαλλήλου, ήταν απολύτως ακριβή και αληθή, αφού όπως και οι ίδιοι οι μηνυτές εκθέτουν στη μήνυσή τους, ο πρώτος κατηγορούμενος ήταν πράγματι συμβολαιογράφος του δεύτερου, ενώ, κατά τα λοιπά, ο ενόρκως εξετασθείς μάρτυρας κατέθεσε το αληθές περιεχόμενο των συνταχθέντων πληρεξουσίων. Εν συνεχεία, στις 27-10-2006 εξετάστηκε εκ νέου ενόρκως ο πρώτος κατηγορούμενος. Με την κατάθεσή του επίβεβαίωσε τα όσα είχε καταθέσει στην πρώτη του κατάθεση για τη σχέση που συνέδεε τους δύο κατηγορουμένους, για τη σύνταξη των πληρεξουσίων και το περιεχόμενό τους. Επίσης, ο αριθμός μερίδας του ακινήτου ήταν πράγματι εσφαλμένος, αφού αυτός πράγματι δεν ανταποκρίνονταν στο περιγραφόμενο στα πληρεξούσια ακίνητο εμβαδού 26.000 τ.μ. και υπό τη νομή του δεύτερου κατηγορουμένου για 60 έτη, αλλά σε ακίνητο εκτάσεως 35.230 τ.μ., ήδη ανήκον κατά κυριότητα στον υπερήλικα κατά ποσοστό 11/12 εξ αδιαιρέτου. Εξάλλου, πράγματι τα κτηματολογικά στοιχεία δόθηκαν ως προαναφέρθηκε από τον υπερήλικα και δεν τα συμπλήρωσε ο πρώτος κατηγορούμενος, ενώ ο τελευταίος δεν προέκυψε ότι γνώριζε τη συναλλακτική σχέση του εντολέα και των εντολοδόχων.
Εξάλλου, η διαφορά που προέκυψε μεταξύ των αδελφών εργολάβων και του δευτέρου κατηγορουμένου έχει ήδη διευθετηθεί και ο τελευταίος, με την από 4-7-2007 δήλωσή του ενώπιον συμβολαιογράφου Ρόδου, για την οποία συντάχθηκε σχετική πράξη, δήλωσε ότι υπήρξε σύγχυση για το καταβληθέν τίμημα της αγοραπωλησίας και ότι από πλάνη υπέβαλε τη μηνυτήρια αναφορά. Με βάση τα περιστατικά αυτά δεν προέκυψε οποιαδήποτε απατηλή συμπεριφορά του πρώτου κατηγορουμένου, ούτε και του δεύτερου ως ηθικού αυτουργού…».