Η ατμόσφαιρα στο εφετείο του Λιντς της Αυστρίας στις 27 Ιουλίου 2016 προμήνυε καταιγίδα. To δικαστήριο ζήτησε από τον προσφεύγοντα να εξηγήσει με δικά του λόγια γιατί δεν επιθυμούσε να εκδοθεί στη Γαλλία, η οποία με ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης ζητούσε την έκδοσή του για τη συμμετοχή του στην προετοιμασία των τρομοκρατικών επιθέσεων του Νοεμβρίου. O 34χρονος Πακιστανός Μοχάμεντ Γκάσι Ουσμάν άσκησε έφεση στην αρχική θετική απόφαση του αυστριακού δικαστηρίου για να εκδοθεί και αυτή εκδικαζόταν στις 27 Ιουλίου.
Ο Πακιστανός εμφανίσθηκε στην αίθουσα του δικαστηρίου αλυσοδεμένος στα χέρια και στα πόδια, κυκλωμένος από οκτώ βαριά οπλισμένους, με καλυμμένα τα πρόσωπα, αυστριακούς αστυνομικούς. Ο ίδιος είπε πως φοβάται για τη ζωή του καθώς οι γαλλικές αρχές θα επιθυμούσαν «στο πρόσωπό του να δημιουργήσουν ένα παράδειγμα τιμωρίας» για όσους προετοίμασαν τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη γαλλική πρωτεύουσα στις 13 Νοεμβρίου. Ο Ουσμάν δεν είναι άγνωστος στις ελληνικές αρχές. Η σύλληψή του μάλιστα οφείλεται σε αυτές, παραδέχονται τώρα γερμανικές και αυστριακές αστυνομικές αρχές που μίλησαν στην «Κ» υπό τον όρο της ανωνυμίας. Ο Ουσμάν έφθασε στη Λέρο μαζί με τον Αλγερινό Αντέλ Χαντάντι. Δεν ήταν μόνοι τους.
Ποιοι είναι;
Ταξίδευαν από την Τουρκία μαζί με ακόμα δύο συντρόφους τους για λογαριασμό του Ισλαμικού Κράτους, όπως υποστηρίζουν οι αυστριακές, γερμανικές και γαλλικές αρχές, και ειδικότερα της υπηρεσίας «Εξωτερικών Επιχειρήσεων», κάτι που η Aμερικανίδα δημοσιογράφος Ρουκμίνι Καλιμάχι αποκάλυψε στους N.Y. Times με βάση μαρτυρία κρατουμένου πρώην τζιχαντιστή στη Βιέννη. Οι αυστριακές αρχές υποστηρίζουν ότι το τμήμα αυτό του Ισλαμικού Κράτους προέκυψε από την «υπηρεσία εσωτερικής ασφάλειας» της οργάνωσης.
Οταν έφτασαν στη Λέρο ο Ουσμάν και ο Χαντάντι με τους συντρόφους τους, που λέγονταν Αλοσμάν, είπαν ότι είναι Σύροι από το Χαλέπι με τα ονόματα Φαϊσάλ Αλοφάν (ο Ουσμάν) και Χάλεντ Αλομάρ (ο Χαντάντι). Mόνο που ο Ουσμάν δεν μιλούσε αραβικά σαν Σύρος και ο Χαντάντι, που στην πραγματικότητα ήταν μάγειρας σε εστιατόριο στην πρωτεύουσα του Ισλαμικού Κράτους τη Ράκα, δεν γνώριζε βασικά σημεία της τοπογραφίας του Χαλεπίου όταν ρωτήθηκε από τους ανθρώπους του Frontex. Να σημειωθεί ότι στο διάστημα αυτό οι γερμανικές αρχές ασφαλείας, για παράδειγμα, απέκλειαν να υπάρχουν μεταξύ των προσφύγων στελέχη του Ι.Κ. σε αποστολή, ενώ δεν έδιναν σημασία στο πρόβλημα των «γνήσια πλαστών» συριακών διαβατηρίων.
Στη Λέρο δεν υπήρχε πρόσβαση στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν, διαφορετικά οι Αρχές θα «έβλεπαν» ότι τα δύο διαβατήρια του Αλγερινού Χαντάντι και του Πακιστανού Ουσμάν προέρχονταν από την ίδια παρτίδα όπως και τα δύο γνήσια συριακά διαβατήρια των συντρόφων τους που ανατινάχθηκαν έξω από το Σταντ ντε Φρανς. Mάλιστα το ένα από τα δύο, με αύξοντα αριθμό 007773937, είχε δοθεί στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν για περαιτέρω έρευνα. Ανήκε σε μια παρτίδα 1.452 «μπλάνκο» διαβατηρίων που είχαν πέσει στα χέρια του Ισλαμικού Κράτους, τους αριθμούς των οποίων είχε διαβιβάσει το συριακό κράτος ήδη από το 2014 στις χώρες της Ε.Ε. και στην Ελλάδα.
Οι Αρχές δεν μπόρεσαν να κρατήσουν άλλο τον Ουσμάν και τον Χαντάντι στη Λέρο, επισήμαναν όμως στο «σύστημα» ότι επειδή δεν είχαν πει την αλήθεια, θα έπρεπε να τεθούν υπό παρακολούθηση μετά την αναχώρησή τους από την Kω στις 27 Οκτωβρίου. Η οδηγία των Ελλήνων μεταφράσθηκε «καλυμμένος έλεγχος στοιχείων» για την αυστριακή αστυνομία, «στοχευμένος έλεγχος» για τη γαλλική και «αστυνομική παρακολούθηση» για τη γερμανική, ανάλογα με την ορολογία της κάθε χώρας. Την ίδια ώρα, οι δύο σύντροφοί τους που είχαν ταξιδέψει έως τη Λέρο προχωρούσαν προς το Παρίσι μέσω Βιέννης για να εκτελέσουν την αποστολή που τους είχε αναθέσει το Ι.Κ. Στην τσέπη του ενός βρέθηκε μετά τον θάνατό του –τινάχθηκε έξω από το Σταντ ντε Φρανς– το διαβατήριο από την παρτίδα της Ράκα.
«Μίλησαν» τα κινητά και το Ιντερνετ για τα πραγματικά στοιχεία
Η γερμανική αστυνομία ειδοποίησε τους Αυστριακούς στις 10 Δεκεμβρίου του 2015, με βάση ανάλυση υποκλαπεισών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, ότι οι Χαντάντι και Ουσμάν έμεναν σε ένα σπίτι που φιλοξενούσε πρόσφυγες στο Σάλτσμπουργκ. Οι Ουσμάν και Χαντάντι, ιδιαίτερα ο δεύτερος, ήταν συνεργάσιμοι με τις Αρχές. Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον είχε το τηλέφωνο του Ουσμάν που «μιλούσε» μέσω Whats-Up και Telegram με άλλους «πρόσφυγες» που είχαν φτάσει από τον Aύγουστο έως τον Δεκέμβριο του 2015 στην Ευρώπη. Οι αυστριακές αρχές επιβεβαιώνουν ότι αυτές οι συνδιαλέξεις αποτέλεσαν τον κύριο όγκο της ανάκρισης των δύο «προσφύγων», που έφτασαν από τη Σλοβενία στο Σπίλφελντ της Αυστρίας με τα ονόματα Νάσερ Σαΐντ Μοκάις (ο Ουσμάν) και Μοχάμαντ αλ Φατόρι (ο Χαντάντι). Στη διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης από το εφετείο του Λιντς αλλά και κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων των Ουσμάν και Χαντάντι, ο αριθμός του τηλεφώνου αυτού έπαιξε κεντρικό ρόλο.
Καθημερινή