Σκεφτόμουν πως να…γιορτάσω την επίσημη «εγκατάσταση» τού φθινοπώρου, σαν καλή οπαδός του. Φθινοπωρινή Ισημερία προχθές. Κι όπως η νοσταλγία πάει γάντι με το φθινόπωρο, ήρθαν στο νου μου πολλά φθινόπωρα από παλιά. Σαν αυτά τα Κυριακάτικα, που μέσα στο ψιλόβροχο έτρεχα ν’ αγοράσω τη Διάπλαση και να διαβάζω από τον Γρηγόρη Ξενόπουλο το άρθρο του με τον τίτλο «Φθινόπωρο». Να ξεφύγω από τους Καλογρίτσες, τα βοσκοτόπια, τις περούκες, τις άναρθρες κραυγές :
«Ο ουρανός σήμερα είναι ασυννέφιαστος, ολογάλανος και ο ήλιος λάμπει και θερμαίνει σαν καλοκαιριάτικος. Κοιτάζοντας έξω από το ανοιχτό παράθυρο, θα μπορούσα να γελαστώ και να νομίσω, πως ο ημεροδείκτης τρελάθηκε. Αλλά είναι η μυρωδιά του σπιτιού που μου θυμίζει πως είναι φθινόπωρο. Σήμερα μυρίζει ναφθαλίνη. Καταλαβαίνετε γιατί: έχουν βγη από τα μπαούλα τα χειμωνιάτικα ρούχα κι είναι απλωμένα εδώ κι εκεί να ξεζαρώσουν και να ξεμυρίσουν: Χοντρά κοστούμια, βαριά επανωφόρια, φανέλλες, χαλιά, μπερντέδες – η πανοπλία, που θα φορέσουν οι άνθρωποι στο σπίτι, για να πολεμήσουν με τον άγριο χειμώνα που έφτασε. Όχι ο ημεροδείκτης μου ο καημένος δεν τρελάθηκε. Μόνο ο ουρανός σήμερα έχει τις ιδιοτροπίες του. Και αντί να φορή κι αυτός ή να ετοιμάζη τα χειμωνιάτικά του, τα φθινοπωρινά του τουλάχιστο, παρουσιάζεται ψιλοντυμένος με τα γαλάζια του. Μα αλήθεια τόση τρέλα έχει σήμερα ο ουρανός; Πώς τον αφήνει ο γεροχειμώνας, πώς δεν του θυμίζει, πως θα κρυώσει με τα λινά; Βγαίνω στο παράθυρο, για να ιδώ καλύτερα. Α. όχι! Ό,τι γίνεται στο σπίτι, γίνεται και στον ουρανό; Σύννεφα ατμοί, ομίχλες, να τα απλωμένα εκεί κάτω στους μακρινούς ορίζοντες. Λες πως ότι βγήκαν κι αυτά από τα ουράνια μπαούλα και κρεμάστηκαν στις άκρες, για να ξεζαρώσουν και να ξεμυρίσουν από τη ναφθαλίνη. Κι αύριο μεθαύριο ο ουρανός, θέλοντας και μη, θα τα φορέση και το γαλάζιο του φόρεμα θα σκεπαστή κι ο λαμπρός ήλιος θα κρυφτή. Ωστόσο το θέαμα είναι ωραίο. Κανείς δεν μπορεί ν’ αρνηθή, πως η φθινοπωριάτικη φύση παρουσιάζει ένα σωρό ομορφιές. Το φως κάνει χίλια τρελοπαίχνιδα μ’ εκείνα τα μακρινά σύννεφα, τους ατμούς, τις ομίχλες. Τα χρωματίζει με τρόπο, που θα ‘φερνε σ’ απελπισία οιοδήποτε ζωγράφο. Και τα βουνά ολόγυρα, τι ζωηρά χρώματα που παίρνουν; Και τα δέντρα με τα κίτρινα ή κοκκινωπά φύλλα πόσο αλλιώτικα φαίνονται! Kαι η χλόη ακόμη η πράσινη, με πόσα χρυσάφια έχει στολιστή! Και το χώμα, το σχεδόν άσπρο χώμα του καλοκαιριού, πως έγινε βαθύτερο, ζωηρότερο! Κι όλο το τοπίο, πόλη μαζί και εξοχή, πώς φαίνεται σαν καθαρισμένο, σαν ξανανιωμένο! Γιατί και το φθινόπωρο για μια στιγμή παρουσιάζει το ξανάνιωμα της ανοίξεως. Με τη διαφορά, πως αυτό είναι σταθερό, ενώ εκείνο, το φθινοπώρου, είναι απατηλό, ψεύτικο. Το φθινόπωρο είναι λιγάκι ύπουλο. Προσποιείται το καλοκαίρι, αλλά στο βάθος είναι πάντα χειμώνας. Ιδιοτροπίες σαν τις σημερινές τ’ ουρανού, που βγήκε με τα λινά του, είναι πολύ επικίνδυνες.» (Γρηγόριος Ξενόπουλος: . Διάπλασις των Παίδων)
Ίσως και να μην είναι ύπουλο.
Και δεν είναι ούτε καλοκαίρι , ούτε χειμώνας.
Είναι μια γλυκιά προσαρμογή, πότε χαρούμενη και πότε μελαγχολική, έτσι ώστε να μας πάει ομαλά και σιγά στον χειμώνα.
Φύλλο-φύλλο, σταγόνα-σταγόνα βροχής, σύννεφο-σύννεφο, πρωινή ψύχρα-βραδυνή τρεμούλα.
Με τον ερχομό των φθινοπωρινών φρούτων ,την εναλλαγή και ποικιλία όλων των χρωμάτων.
Έτσι προετοιμαζόμαστε σωματικά και συναισθηματικά για τον ερχομό του χειμώνα , όπως προετοιμάζεται και όλη η φύση.
Μ αρέσει το φθινόπωρο, μου φέρνει μια γλυκιά ηρεμία ….. και στο μυαλό μου είναι ακόμα τόσο ζωντανές οι ζέστες του καλοκαιριού που δεν μ αφήνουν να κρυώσω ,και κείνο το κοχύλι στην τσέπη μου δεν μ αφήνει να μελαγχολήσω ….