Διπλωματικές επαφές σε πολιτικό αλλά και υψηλόβαθμο υπηρεσιακό επίπεδο, σε πολλές ευρωπαϊκές, συμμαχικές και μη, πρωτεύουσες, έχει ξεκινήσει ήδη και θα συνεχίσει να προωθεί τις επόμενες ημέρες η Ελλάδα, προκειμένου να ενημερώσει για τις θέσεις της χώρας ως προς τη Συνθήκη της Λωζάννης, την τουρκική τακτική αμφισβήτησής της με ευθύνη του ίδιου του προέδρου της Τουρκίας κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και την κατάσταση στο Αιγαίο Πέλαγος.
Την ίδια στιγμή, στο ΓΕΕΘΑ και τα επιτελεία υπάρχει ανησυχία για δύο λόγους: Αφενός για την επανάληψη της κινητικότητας στο Αιγαίο διά των υπερπτήσεων ή των εμπλοκών ανάμεσα σε μαχητικά, αφετέρου διότι η δραστηριότητα αυτή φαίνεται να διεκπεραιώνεται και με διαφορετικά μέσα (π.χ. ελικόπτερα της Ακτοφυλακής) και από λιγότερο έμπειρα πληρώματα, αποτέλεσμα των εκκαθαρίσεων που έχουν γίνει στον τουρκικό στρατό μετά τις 15 Ιουλίου.
Σε κάθε περίπτωση, το συμπέρασμα που εξάγεται σε όλα τα επίπεδα (πολιτικό, στρατιωτικό και διπλωματικό) είναι ότι η προ της 15ης Ιουλίου τουρκική ρητορική περί αποκλινουσών αντιλήψεων ανάμεσα στην Αγκυρα και το –πάλαι ποτέ– στρατιωτικό κατεστημένο είναι πλέον γράμμα κενό περιεχομένου και ως εκ τούτου αφαιρείται από την παραδοσιακή πολιτική επιχειρηματολογία που συχνά χρησιμοποιούσαν οι πολιτικοί της γειτονικής χώρας στις επαφές τους με τους Ελληνες ομολόγους τους.
Στις συναντήσεις που έχουν οι Ελληνες διπλωμάτες σε πρωτεύουσες και διεθνείς οργανισμούς αντιλαμβάνονται ότι υπάρχει ευήκοον ους για τις ανησυχίες της Αθήνας. Ωστόσο εξίσου σαφές είναι πως, πέρα από την κατανόηση, κάθε χώρα διατηρεί και τις απαραίτητες αποστάσεις στα ενημερωτικά διαβήματα των διπλωματών. Είναι ενδεικτικό ότι πέρα από μια πολύ γενική εικόνα (και ορισμένες φορές παραπληροφόρηση ή και πλήρη απουσία ενημέρωσης) οι εταίροι της Ελλάδας στην Ευρώπη αντιλαμβάνονται την κατάσταση στο Αιγαίο ως μικρής σημασίας και, σε κάθε περίπτωση, δευτερεύουσας σε σχέση με τις στρατηγικές στοχεύσεις των Τούρκων στη Συρία και το Ιράκ. Οι περισσότεροι από τους Ευρωπαίους, μάλιστα, φαίνεται ότι ιεραρχούν, πάνω απ’ όλα, τη συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας για το προσφυγικό.
Τι τους λέμε
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, στο γενικό μοτίβο όσων αναφέρουν οι πρέσβεις προς τους ξένους (και προφανώς έχουν σχεδιαστεί και δρομολογηθεί σε κεντρικό επίπεδο με τον ΥΠΕΞ κ. Ν. Κοτζιά) γίνεται λόγος για τον αναθεωρητισμό που εκπέμπουν οι πρόσφατες ομιλίες του κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και τον «ενδοτουρκικό» ανταγωνισμό επί αυτών, καθώς έχουν πλέον ενεργοποιηθεί και τα αντανακλαστικά των κεμαλιστών πολιτικών που προσπαθούν να υπερθεματίσουν σε εθνικιστικούς τόνους. Αυτός ο εθνικιστικός ανταγωνισμός είναι δυνατόν, σύμφωνα με την άποψη της Αθήνας, να οδηγήσει σε προοδευτική κλιμάκωση η οποία θα μπορούσε να αποκτήσει μια ανεξέλεγκτη δυναμική, ακόμη και από τον ίδιο τον κ. Ερντογάν.
Στη «βεντάλια» των ελληνικών επιχειρημάτων περιλαμβάνεται και το γεγονός ότι η Τουρκία, η οποία αμφισβητεί τη Συνθήκη της Λωζάννης, διατηρεί στρατιωτική παρουσία σε τρεις γειτονικές της χώρες (Κύπρος, Συρία, Ιράκ). Επίσης, γίνεται λόγος και για την προσπάθεια της Αγκυρας να ασκήσει πιέσεις προς την Αθήνα και μέσω της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, την οποία και επιδιώκει με διάφορους τρόπους να επηρεάσει ή και να ποδηγετήσει.
Tι μας απαντούν
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες για την εικόνα της Τουρκίας στην Ευρώπη είναι οι απαντήσεις που έλαβαν οι Ελληνες διπλωμάτες από συναδέλφους τους ή και πολιτικούς. Στην περίπτωση μεγάλης δυτικοευρωπαϊκής χώρας, οι ελληνικές θέσεις έγιναν κατανοητές. Και ο Δυτικοευρωπαίος συνομιλητής του Ελληνα πρέσβη σχολίασε ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη η κατάσταση διεθνούς απομόνωσης την οποία διέρχεται η Τουρκία, λόγω των εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή της.
Αλλος Δυτικοευρωπαίος διπλωμάτης παραδέχθηκε ότι, πράγματι, η ελληνική ανησυχία δεν είναι αδικαιολόγητη λόγω της «παράδοξης» συμπεριφοράς της Τουρκίας. Ωστόσο, συμπλήρωσε, η Δύση δεν έχει την πολυτέλεια να αφήσει τις σχέσεις της με την Τουρκία να ατονήσουν καθώς, μεταξύ άλλων, είναι αδιανόητη πιθανή αποτυχία εφαρμογής της Κοινής Δήλωσης Τουρκίας – Ε.Ε. για το προσφυγικό.
Οι Ανατολικοευρωπαίοι διπλωμάτες, σε πολύ διαφορετικό τόνο από τους Δυτικούς συναδέλφους τους, αφενός συμφωνούν ότι η ρητορική Ερντογάν είναι λανθασμένη και δημιουργεί κινδύνους για τη διεθνή νομιμότητα (λόγω αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάννης), αφετέρου εντοπίζουν αρκετά κοινά σημεία στη συμπεριφορά της Τουρκίας στο Αιγαίο με εκείνη της Ρωσίας στη Βαλτική.
Στη νησίδα Παναγιά
Σε στρατιωτικό επίπεδο την εβδομάδα που πέρασε τα επιτελεία είχαν να αντιμετωπίσουν μια επανάληψη της τακτικής των υπερπτήσεων πάνω από τη νησίδα Παναγιά στα ανατολικά των Οινουσσών, εμπλοκές μαχητικών, ανταλλαγές NOTAM και NAVTEX αλλά και εκατέρωθεν επιχειρησιακές εκπαιδεύσεις με σκοπό την πρωτοκαθεδρία στην αρμοδιότητα (και υποχρέωση με βάση τις διεθνείς συνθήκες) Ερευνας και Διάσωσης. Μόλις την Παρασκευή, μία τουρκική και μία ελληνική φρεγάτα, προσέγγισαν ένα ερευνητικό σκάφος που διεξήγαγε θαλάσσιες έρευνες στην περιοχή ανατολικά της Καρπάθου και νοτίως της Ρόδου, με άδεια από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, για λογαριασμό του Πολυτεχνείου Κρήτης.
Η ενασχόληση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής με την Τουρκία σημαδεύτηκε τις τελευταίες ημέρες από την εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση που προκάλεσε η λανθασμένη μεταφορά των δηλώσεων του κ. Ερντογάν στη Ριζούντα από το ΑΠΕ και το Γραφείο Τύπου της πρεσβείας στην Αγκυρα. Εκείνο που ανησυχεί τους έμπειρους διπλωμάτες, που παρακολουθούν με προβληματισμό τα τεκταινόμενα των τελευταίων ημερών, είναι ότι, παρά τις πολλαπλές προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα, φαίνεται να απουσιάζει από την κεντρική πολιτική σκηνή ένα συνεκτικό σχέδιο για τον αναπροσδιορισμό της εξωτερικής πολιτικής με βάση τις νέες προκλήσεις.
Τα μηνύματα που καταφθάνουν στο υπουργείο Εξωτερικών, έπειτα από τα ενημερωτικά διαβήματα ανά τον κόσμο, φαίνεται να σκιαγραφούν μια εικόνα μεταβολής πολλών από τις παλιές βεβαιότητες της εξωτερικής πολιτικής. Είναι πολύ αμφίβολο, αν έξω από το ΥΠΕΞ και το διπλωματικό σώμα, σε κεντρικό κυβερνητικό επίπεδο, υπάρχει αντίληψη των διαμορφούμενων συνθηκών.
Τι είναι το «Εθνικό Συμβόλαιο»
Ο όρος του «Εθνικού Συμβολαίου» (ή «Εθνικού Ορκου»), όπως αυτός χρησιμοποιήθηκε και τέθηκε επανειλημμένως από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις πρόσφατες παρεμβάσεις του, είναι μια σαφής, ευθεία παραπομπή στο προ της Συνθήκης της Λωζάννης στάτους κβο. Το «Εθνικό Συμβόλαιο» αποτελεί μια δέσμη έξι αποφάσεων που ελήφθησαν από το οθωμανικό κοινοβούλιο (κάτι σαν ανακτοβούλιο του σουλτάνου) και δημοσιεύθηκαν στις 12 Φεβρουαρίου 1920 για το μέλλον μιας σειράς επαρχιών. Η πρώτη απόφαση τονίζει ότι το καθεστώς των επαρχιών που κατοικούνταν από αραβική πλειοψηφία κατά την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου θα καθοριζόταν με δημοψήφισμα. Δεύτερον, το καθεστώς των Καρς, Αρνταχάν και Βατούμ θα πρέπει, επίσης, να καθοριστεί με δημοψήφισμα, όπως, τρίτον, και εκείνο της δυτικής Θράκης.
Τέταρτον, το καθεστώς ασφαλείας της Κωνσταντινούπολης και των Στενών του Βοσπόρου θα καθοριστεί από την Τουρκία και άλλες χώρες. Πέμπτον, τα δικαιώματα των μειονοτήτων θα καθοριστούν σε συνάρτηση με την προστασία των μουσουλμανικών μειονοτήτων σε γειτονικές χώρες. Και έκτον, ζητήθηκε η άρση των πολιτικών, οικονομικών και δικαστικών απαγορεύσεων. Η δημοσίευση αυτών των θέσεων προξένησε τότε την ανησυχία των Μεγάλων Δυνάμεων (Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία), οι οποίες στις 16 Μαρτίου 1920 επενέβησαν, καθαίρεσαν το συμβούλιο του σουλτάνου και ενθάρρυναν τη δημιουργία του νέου, εθνικιστικού κοινοβουλίου.
Καθημερινή