Ειδήσεις

Κλήθηκαν σε απολογία 9 στελέχη της Τράπεζας Δωδ/σου

Ενώπιον του Ειδικού Ανακριτή Διαφθοράς κλήθηκαν σε απολογία για την 3η Απριλίου 2017 9 πρώην μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδ/σου, δύο γενικοί διευθυντές και ένας ειδικός οικονομικός σύμβουλος, που κατηγορούνται για απιστία από κοινού και κατ’ εξακολούθηση με περιουσιακή ζημία που υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ, αδίκημα που φέρεται ότι τελέστηκε στη Ρόδο κατά το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2010 έως την 8η Δεκεμβρίου 2013.
Ο μηνυτής είχε λάβει δάνειο ύψους 111.000 ευρώ, προκειμένου να καλυφθούν επιχειρηματικές δραστηριότητες της εταιρείας του, ενώ ως εγγυητές είχαν συμβληθεί ο ίδιος και η σύζυγός του.
Περί το τέλος του 2010 η εταιρεία του ανέστειλε τις επαγγελματικές της δραστηριότητες, ωστόσο, όμως, εξυπηρετούσε το αναληφθέν δάνειο, συνέχισε δε να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2011, με υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό την 18.05.2012, 103.363,32 ευρώ.
Ζήτησε τότε, όπως ισχυρίζεται, να κινηθούν οι διαδικασίες ρευστοποίησης των μερίδων του, μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του μηνός Ιανουαρίου 2012, με αποκλειστικό σκοπό να εξοφληθεί πλήρως, συμψηφιστικά με την τρέχουσα αξία των μερίδων του, το δάνειο της εταιρείας του.
Αυτό δεν του επετράπη όμως από την τράπεζα με αποτέλεσμα να υποστεί ζημία.
Μεταξύ άλλων ισχυρίζεται ότι δεν είχε δοθεί η σωστή εικόνα για την οικονομική κατάσταση της τράπεζας στους συνεταίρους.
Είχε υποβάλει εξάλλου και υπόμνημα ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου στο οποίο διατείνεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος, δια της Διεύθυνσης Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος, είχε συντάξει πόρισμα τον Αύγουστο του 2012 με το οποίο επιρρίπτονται σαφείς ευθύνες για ορισμένες πράξεις διαχείρισης.
Ο Αντεισαγγελέας Εφετών Δωδεκανήσου έκρινε συνοπτικά ότι παρά τις συστάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η Συνεταιριστική Τράπεζα δεν βελτίωσε τα χρηματοοικονομικά της μεγέθη, οι δε προσπάθειες αύξησης των κεφαλαίων της υπήρξαν αποτυχημένες, με αποτέλεσμα, να ανακληθεί η άδεια λειτουργίας της και να τεθεί υπό ειδικό καθεστώς εκκαθάρισης.
Θεωρεί παραπέρα ότι η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της τράπεζας, ξεκίνησε από τα τέλη του έτους 2009. Ειδικότερα, όπως εκθέτει στην διάταξη που εξέδωσε, την περίοδο 31-12-2009 έως 31-12-2012 τα συνολικά απασχολούμενα κεφάλαια μειώθηκαν κατά 16%, και οι καταθέσεις κατά 18%. Παράλληλα, διογκώθηκαν τα καθυστερούμενα δάνεια και η κερδοφορία της Τράπεζας, από το 2009, άρχισε να μειώνεται με τα προβλήματα να γίνονται εντονότερα το 2010 και το 2011 μέχρι το 2012, οπότε κατέγραψε ζημίες.
Αποτέλεσμα δε τούτων ήταν η μείωση των Ιδίων Κεφαλαίων και η διαμόρφωση του Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας καθώς και του Δείκτη Κύριων Στοιχείων Βασικών Ιδίων Κεφαλαίων (Core Tier 1 Capital) σε επίπεδο κατώτερο του ελαχίστου επιτρεπομένου από το σχετικό θεσμικό πλαίσιο.
Θεωρεί παραπέρα ότι τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της τράπεζας, δεν προέβησαν εγκαίρως στις ενέργειες εκείνες, που ήταν αναγκαίες για την διόρθωση των οικονομικών μεγεθών, την συγκράτηση των κεφαλαίων και την διάσωση της Τράπεζας.
Αναφέρει μεταξύ άλλων ότι έγινε δεκτός μεγάλος αριθμός αιτήσεων εξαργύρωσης μερίδων από 1-1-2011 έως 8-11-2011 και ρευστοποίησης συνεταιριστικών μερίδων σε διάφορους μεριδούχους και μετά την 9-11-2011 με αποτέλεσμα να χαθούν τα αντίστοιχα κεφάλαια και να αποδυναμωθεί έτι περαιτέρω ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας, ο οποίος, όπως προανεφέρθηκε, βρισκόταν ήδη κάτω του ελαχίστου προβλεπομένου τότε ορίου του 10%.
Προσέτι δε, από έγγραφα, φέρεται να προέκυψε ότι έτερος σημαντικός παράγοντας, που συνετέλεσε στην υποκεφαλαιοποίηση της Τράπεζας, υπήρξαν, όχι τα δάνεια που έλαβαν οι εγκαλούμενοι (σε αντίθεση με τα όσα υποστηρίζει ο εγκαλών, τα εν λόγω δάνεια ελήφθησαν νομίμως, με τα συνήθη επιτόκια, είχαν επαρκή κάλυψη και εξυπηρετούνταν προσηκόντως), αλλά η πολύ κακή ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου γενικά και η αύξηση των καθυστερούμενων και μη εξυπηρετούμενων δανείων, η οποία πιθανολογείται ότι δεν ήταν απότοκος αποκλειστικά της οικονομικής κρίσης, αλλά και της έλλειψης ορθής πιστοδοτικής πολιτικής.
Η Αντεισαγγελέας Εφετών, που παρήγγειλε την άσκηση δίωξης, έκρινε επιπλέον ότι οι σχηματισθείσες από τα όργανα της Τράπεζας προβλέψεις για μελλοντικές υποχρεώσεις της (λόγω ενδεχόμενης απώλειας επισφαλών απαιτήσεων ή μελλοντικών φορολογικών υποχρεώσεων), υπολείπονταν των προβλέψεων, που έπρεπε να κάνουν βάσει των λογιστικών κανόνων και της ΠΔ/ΤΕ 2442/1999, γεγονός που επηρέαζε τον υπολογισμό του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας.
Η τράπεζα, όπως έγραψε η «δημοκρατική», απορρίπτει τις ως άνω αιτιάσεις της ΤτΕ και έχει κατ’ επανάληψη τονίσει ότι ήταν άδικη και προειλημμένη η απόφαση της Ελληνικής Πολιτείας για την αναστολή της λειτουργίας της.
Την υπόθεση χειρίζεται για λογαριασμό του μηνυτή ο δικηγόρος κ. Σέργιος Αναστασιάδης.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου