Στη φάση αβεβαιότητας που βρίσκεται η διαπραγμάτευση για το κλείσιμο της Αξιολόγησης, υπάρχουν σενάρια που θέλουν την κυβέρνηση να σκέφτεται να την κλείσει, εφόσον έχουν τελειώσει και οι γερμανικές εκλογές. Έντονη επιθυμία της κυβέρνησης, πράγμα που το λέει και δημόσια, είναι να κερδίσει ο Σοσιαλδημοκράτης Μάρτιν Σούλτς. Πράγμα διόλου απίθανο, αφού σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις είναι μία ανάσα από την Άνγκελα Μέρκελ.
Η μεγάλη δόση του Ιουλίου
Αν ισχύσουν αυτά τα σενάρια και η κυβέρνηση μεταφέρει την Αξιολόγηση για το φθινόπωρο, τότε αναγκαστικά θα χρησιμοποιήσει τα αποθεματικά της χώρας, ούτως ώστε να πληρώσει την τεράστια δόση του Ιουλίου. Ο Ιούλιος είναι ο πλέον απαιτητικός μήνας του 2017 όσον αφορά το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού δημόσιου χρέους, με την αντίστοιχη δαπάνη να διαμορφώνεται σε περίπου €7,4 δισ. (€6,6 δισ. για την πληρωμή χρεολυσίων και €0,8 δισ. για την πληρωμή τόκων).
Η «καβάντζα»
της κυβέρνησης
Που θα βρει, τα λεφτά για να προχωρήσει σε μία τόσο ριψοκίνδυνη κίνηση όμως η κυβέρνηση; Σύμφωνα με πληροφορίες αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση έχει στα χέρια της ένα ταμειακό πλεόνασμα 3,5 δισ. ευρώ στην Τράπεζα της Ελλάδος. Καθώς και χρήματα φορέων Γενικής Κυβέρνησης και ασφαλιστικών ταμείων στην Τράπεζα της Ελλάδος, τα οποία εκτιμώνται στα 5 δισ. ευρώ. Τέλος, αν συνεχίσει να μην πληρώνει στην αγορά τις υποχρεώσεις της (περίπου 700 έως 900 εκατ. ευρώ/ μήνα) τους επόμενους 4 μήνες θα μαζέψει άλλα 3 δισ. ευρώ. Θα φτάσει δηλαδή, το καλοκαίρι με ταμειακό απόθεμα άνω των 10 δισ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται πως η ελληνική κυβέρνηση, για να χρησιμοποιήσει αυτά τα λεφτά δεν χρειάζεται να νομοθετήσει, αρκεί μία απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Στο κακό σενάριο λοιπόν, θα δούμε ένα παιγμένο επεισόδιο σαν αυτό του καλοκαιριού του 2015, που οδήγησε σε κλείσιμο των τραπεζών και σε ένα σκληρό και δύσκολο Μνημόνιο 86 δισ.
Ρενάτο Λέκκα
ESM: Οι καθυστερήσεις
κοστίζουν ακριβά
στην ελληνική οικονομία
Οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης πληρώνονται ακριβά προειδοποιεί ο Rolf Strauch επικεφαλής οικονομολόγος του ESM σε συνέντευξή του στο ισπανικό πρακτορείο EFE. Ο αξιωματούχος του ESM δεν αποκλείει να ζητηθούν από την Ελλάδα prior actions πριν θεωρηθεί ότι η αξιολόγηση έκλεισε στο σύνολό της και ληφθεί απόφαση για εκταμίευση.
Όπως είπε μεταξύ άλλων στόχος είναι να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση το συντομότερο δυνατό, κάτι που απαιτεί να κλείσει το Staff Level Agreement και να γίνει η επικαιροποίηση του MoU.
Κατά τον ίδιο οι καθυστερήσεις έχουν αποδειχτεί ακριβές για την ελληνική οικονομία καθώς τόσο οι ιδιωτικές επενδύσεις όσο και η καταναλωτική εμπιστοσύνη «υποφέρουν».
Επιπρόσθετα πρέπει να αποφευχθεί η δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους που η εμπειρία δείχνει ότι έχουν καταστροφικό αποτέλεσμα στην ανάπτυξη και την απασχόληση.
Η κυβέρνηση πρέπει
να επιδείξει «ιδιοκτησία» των μεταρρυθμίσεων
για να γυρίσει η Ελλάδα
στις αγορές
«Η θετική ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα καθησυχάσει τους επενδυτές ότι το πρόγραμμα συνεχίζεται. Η κυβέρνηση πρέπει να επιδείξει «ιδιοκτησία» των μεταρρυθμίσεων για να γυρίσει η Ελλάδα στις αγορές».
Σύμφωνα με τον Rolf Strauch πάντως η σημερινή κατάσταση είναι πολύ διαφορετική (προς το καλύτερο) από το 2015. Η κυβέρνηση πήρε καθαρή εντολή το 2015 να εφαρμόσει το πρόγραμμα σε αντίθεση με τότε που η συνολική ατζέντα είχε τεθεί υπό αμφισβήτηση. Εκτοτε, σημείωσε, η Ελλάδα προχώρησε σε πολλές μεταρρυθμίσεις.
Αναφορικά με το ΔΝΤ σημείωσε ότι η εντολή που έχει ο ESM από τις Συνθήκες είναι να επιδιώξει τη συμμετοχή του Ταμείου «όπου είναι δυνατό». Επιπρόσθετα αρκετές χώρες-μέλη συμφώνησαν στο πρόγραμμα με την πολιτική κατανόηση ότι θα συμμετάσχει.
Σχολιάζοντας το θέμα του χρέους τονίζει ότι υπάρχουν «καθαρές δεσμεύσεις των υπουργών Οικονομικών ότι θα εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα» και αναφέρεται στα βραχυπρόθεσμα μέτρα που ήδη εφαρμόζονται.
Σε ό,τι αφορά τα δημοσιονομικά σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει το πιο δύσκολο κομμάτι της προσαρμογής.
Για το 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα το 2018 που απαιτεί το πρόγραμμα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί πιστεύουν ότι τα μέτρα έχουν ήδη συμφωνηθεί και εφαρμόζονται. Τα νέα βήματα στις συντάξεις και το αφορολόγητο που είναι τώρα υπό συζήτηση θα οδηγήσουν σε ένα περισσότερο ισορροπημένο και φιλικό προς την ανάπτυξη προϋπολογισμό που προσφέρει δημοσιονομικό χώρο για κάποια κοινωνικά μέτρα.
Οι συζητήσεις που γίνονται, προσέθεσε, ίσως δώσουν περισσότερο συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο για το πόσα χρόνια θα πρέπει να παραμείνουν σε αυτό το επίπεδο.
ΔΝΤ: Ας κλείσει η συμφωνία και μετά βλέπουμε για τις δεσμεύσεις της ΝΔ
Οι διαφορές Αθήνας-θεσμών στο θέμα του συνταξιοδοτικού και των εργασιακών εξακολουθούν να υπάρχουν. Αυτό διαμήνυσε ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Τζέρι Ράις, αναφερόμενος στις συζητήσεις που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη στις Βρυξέλλες. Την ίδια στιγμή, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο το ΔΝΤ να ζητήσει διαβεβαιώσεις από την αντιπολίτευση στην περίπτωση που το Ταμείο αποφασίσει να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. Ξεκαθάρισε ωστόσο πως η στιγμή αυτή απέχει ακόμη.
«Έχει υπάρξει πρόοδος αλλά θα απαιτηθεί περισσότερη δουλειά για να γεφυρωθούν οι εναπομείνασες διαφορές. Κοιτάμε το συνταξιοδοτικό και τα εργασιακά» είπε χαρακτηριστικά, ενώ αρνήθηκε να αναφερθεί στο χρόνο ολοκλήρωσης των συζητήσεων.
«Οι ζητήσεις συνεχίζονται στις Βρυξέλλες μεταξύ των αρχών και των θεσμών. Το ΔΝΤ είναι εκεί. Δεν θα κάνω υποθέσεις για το χρόνο ολοκλήρωσής τους, αλλά κινούμαστε όσο πιο γρήγορα μπορούμε», είπε ο κ. Ράις.
Στο ερώτημα αν το ΔΝΤ θα ζητήσει από την αντιπολίτευση διαβεβαιώσεις για τη συνέχιση των υπό διαμόρφωση πολιτικών ο Ράις είπε πως δεν έχει ζητηθεί κάτι τέτοιο, αλλά δεν απέκλεισε να συμβεί στο μέλλον.
«Για εμάς είναι σημαντικό να υπάρχει ισχυρή ιδιοκτησία για την επιτυχία του προγράμματος. Δεν έχουμε επαφή με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Αλλά είναι αληθές ότι έχουμε ζητήσει στο παρελθόν συναίνεση από την αντιπολίτευση. Ωστόσο, αυτό το ζητάμε όταν υπάρχει συμφωνία στην κατεύθυνση ενός προγράμματος. Προς το παρόν απέχουμε από αυτό», τόνισε.
Ο κ. Ράις επιβεβαίωσε ότι η επικεφαλής του Ταμείου και ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν συζήτησαν πρόσφατα για την Ελλάδα, ενώ σημείωσε πως δεν υπάρχει αλλαγή στη στάση ή την οπτική της αμερικανικής κυβέρνησης για το θέμα της Ελλάδας, εξ όσων ο ίδιος γνωρίζει.
Νέα αύξηση κατά 400 εκατ. ευρώ του ELA για τις τράπεζες
Νέα αύξηση του ανώτατου ορίου της παροχής έκτακτης ενίσχυσης ρευστότητας (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες κατά 400 εκατ. ευρώ ζήτησε και πήρε η Τράπεζα της Ελλάδος.
Είναι η δεύτερη αύξηση του ELA το τελευταίο διάστημα καθώς μόλις τη Δευτέρα 13 Μαρτίου η ΤτΕ είχε ζητήσει αύξηση του ορίου κατά 300 εκατ. ευρώ.
Έτσι πλέον το ανώτατο όριο έφτασε στα 46,6 δισ. ευρώ έως και την Τετάρτη 5 Απριλίου.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται να πιστοποιήσει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες από την αβεβαιότητα που προκαλείται καθώς δεν κλείνει η αξιολόγηση και ως συνέπεια αυτής τη μείωση των καταθέσεων.
Όπως αναφέρεται εξάλλου στη σχετική ανακοίνωση «η αύξηση του ανώτατου ορίου κατά 0,4 δισεκ. ευρώ αντανακλά εξελίξεις στη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, λαμβανομένων υπόψη των ροών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα».