Του Παναγιώτη Στάθη
Στον σκόπελο της καθυστέρησης στην οριστική επίλυση των εκκρεμών υποθέσεων διαφθοράς, κυρίως για τις μίζες στα εξοπλιστικά προγράμματα, σκοντάφτει η επιδίωξη των ελληνικών αρχών να επαναπατρίσουν εκατομμύρια ευρώ που έχουν δεσμευθεί σε ελβετικές τράπεζες και αφορούν υποθέσεις δωροδοκιών. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν σε εκκρεμότητα απάνω από 40 αιτήματα δικαστικών συνδρομών από τις ελληνικές αρχές για δεσμεύσεις περιουσιακών στοιχείων στην Ελβετία τα οποία περιμένουν να ικανοποιηθούν και αντιστοιχούν σε μερικές δεκάδες εκατομμύρια “φρέσκο” χρήμα για τα ελληνικά ταμεία. Εξ ου και ο Έλληνας πρωθυπουργός κατά την πρόσφατη συνάντηση του στο Πεκίνο, ζήτησε από την Ελβετίδα ομόλογο του (Πρόεδρο του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου) την αποδέσμευση υπέρ του ελληνικού Δημοσίου 30 εκατ. ελβετικών φράγκων (28 εκατομμυρίων ευρώ) που έχουν κατασχεθεί από το 2012 σε ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς τα οποία διακινήθηκαν στις γνωστές ποινικές υποθέσεις των εξοπλιστικών προγραμμάτων των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων.
Μόνο του Κάντα
Η πρώτη οικειοθελής απόδοση κατασχεθέντων χρημάτων από την Ελβετία στην Ελλάδα σε ποινική υπόθεση έγινε τον Απρίλιο του 2014, όταν ο Αντώνιος Κάντας, τ. αναπλ. Διευθυντής Εξοπλισμών του ΥΠΕΘΑ, επέστρεψε στο ελληνικό Δημόσιο χρήματα δωροδοκιών που είχαν δεσμευτεί από την Ομοσπονδιακή Ελβετική Εισαγγελία. Εκ τ6ων δικηγόρων του Κάντα ήταν ο Ηλίας Μπίσιας (Δρ. Νομ. Παν/μιου Ζυρίχης, Δικηγόρος Αθηνών κ΄ Ελβετίας) ο οποίος εξηγεί πως για να επιστρέψουν τα χρήματα πρέπει να υπάρχουν τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, άρα τα πάντα είναι συνάρτηση της ταχύτητας ή της βραδύτητας της Ελληνικής δικαιοσύνης.
Όπως αναφέρει “εάν πράγματι διατυπώθηκε τέτοιο αίτημα από τον Έλληνα πρωθυπουργό, η ικανοποίηση του από ελβετικής πλευράς δεν είναι επί του παρόντος εφικτή για τους εξής λόγους:
1. Περιουσιακά στοιχεία, τα οποία δεσμεύονται (δηλ. κατάσχονται) σε ελβετικούς λογαριασμούς στο πλαίσιο εκτέλεσης διεθνών αιτημάτων δικαστικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις, αποδίδονται στο αιτούν κράτος μόνο υπό τον όρο της υποβολής από το τελευταίο αμετάκλητης δικαστικής απόφασης δήμευσης. Όπως μπορούμε να γνωρίζουμε, καμία γνωστή υπόθεση των εξοπλιστικών δεν έχει εκδικαστεί έως σήμερα από την ελληνική Δικαιοσύνη αμετάκλητα και ως εκ τούτου τα εν λόγω δεσμευμένα χρήματα δεν μπορούν να αποδοθούν.
2. Στην περίπτωση κατά την οποία περιουσιακά στοιχεία, συσχετιζόμενα με τις ελληνικές υποθέσεις των εξοπλιστικών, έχουν δεσμευτεί σε ελβετικούς λογαριασμούς στο πλαίσιο σχηματισμού ελβετικής ποινικής δικογραφίας (δηλ. χωρίς προηγούμενο ελληνικό αίτημα δικαστικής συνδρομής), η Ελλάδα θα μπορούσε σύμφωνα με το υφιστάμενο ελβετικό νομικό πλαίσιο να διεκδικήσει 50% – 100% των κατασχεθέντων χρημάτων, εφόσον πληρούνται αθροιστικά οι κάτωθι τρείς προϋποθέσεις:
α. θα πρέπει να έχει προηγηθεί έκδοση αμετάκλητης εισαγγελικής ή δικαστικής απόφασης δήμευσης των κατασχεθέντων στην Ελβετία,
β. ακολούθως να επιτευχθεί σχετική συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών για το ακριβές ποσό απόδοσης στην Ελλάδα και
γ. η Ελλάδα να χορηγεί αντίστοιχο δικαίωμα στην Ελβετία (όρος αμοιβαιότητας).
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελληνική νομοθεσία δεν προβλέπει αντίστοιχη απόδοση περιουσιακών στοιχείων σε αλλοδαπό δημόσιο, τα οποία έχουν δημευτεί από τα ελληνικά ποινικά δικαστήρια, εκτιμώ ότι δεν υφίσταται στην προκειμένη υπόθεση νομικό θεμέλιο για την διεκδίκηση των επίμαχων χρημάτων από την Ελλάδα. Απόδοση κατασχεθέντων χρημάτων στο ελληνικό Δημόσιο, τα οποία έχουν δεσμευτεί στο πλαίσιο ελβετικής ποινικής έρευνας μπορεί να συντελεστεί χωρίς αμετάκλητη απόφαση δήμευσης, μόνο όταν ο κατηγορούμενος (δικαιούχος των κατασχεθέντων) αιτηθεί με δική του πρωτοβουλία ενώπιον των ελβετικών εισαγγελικών αρχών την ανεπιφύλακτη μεταφορά των χρημάτων του σε τραπεζικό λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου”.
capital.gr