Θα συνεχίσει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος να περνά με το κόκκινο σακίδιο του την πόρτα της οδού Νίκης ή θα επιδιώξει, από το φθινόπωρο και μετά, τη μετακόμισή του σε άλλο χαρτοφυλάκιο; Ανασχηματισμός έγινε τον περασμένο Νοέμβριο, όμως και τότε παρά την έντονη φημολογία ο επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου δεν άλλαξε.
Μια πρώτη ανάγνωση των τωρινών κινήσεων δείχνουν πως υπουργός των Οικονομικών από το Λονδίνο, ψάχνοντας επενδυτές, δηλώνει για άλλη μια φορά πως είναι έτοιμος να υπερασπιστεί τη συμφωνία που έφερε, αλλά και να διαχειριστεί την επόμενη ημέρα από το Λουξεμβούργο.
Σε όλη τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης ακόμα και τον Φεβρουάριο, όπου καταγράφηκε η επικοινωνιακή σύγκρουση με το Μαξίμου, ο υπουργός των Οικονομικών είχε μιλήσει για τη συλλογική ευθύνη δείχνοντας τη βούληση του να μην γίνει «ο νέος Βαρουφάκης» και να μη δεχτεί την «πολιτική του θυσία» στον βωμό της συμφωνίας. Η «παγίδα» της «λύσης πακέτου», στην οποία εγκλωβίστηκε και ο ίδιος, ξεπεράστηκε και τα χέρια της διαπραγματευτικής ομάδας λύθηκαν αυτόματα.
Το γεγονός ότι η πρόταση Σόιμπλε – έστω με μια άλλη μορφή – έγινε τελικά αποδεκτή, τοποθετεί τον Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον Γιώργο Χουλιαράκη στο βάθρο των «ισχυρών» της διαπραγμάτευσης ανεβάζοντας τις μετοχές τους στην Ηρώδου Αττικού. Τα τηλεφωνήματα του πρωθυπουργού και η πίεση που άσκησε σε ανώτατο επίπεδο δεν επισκίασαν επικοινωνιακά τη διαδρομή που ακολούθησαν οι δυο επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου.
Οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις έχουν εδραιώσει τη θέση του Ευκλείδη Τσακαλώτου ως βασικού συνομιλητή με τους εταίρους. Οποιαδήποτε σκέψη του πρωθυπουργού για αντικατάσταση του από άλλο πρόσωπο και μετακόμισή του σε άλλο χαρτοφυλάκιο πρέπει να «ζυγιστεί» και μέσα από τις επιθυμίες των δανειστών που φαίνεται πως έχουν βρει στο πρόσωπο του Έλληνα «τσάρου της οικονομίας» έναν αξιόπιστο συνομιλητή. Το σκεπτικό αυτό αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα εν όψει και της δύσκολης γ’ αξιολόγησης. Τα πρόσφατα καλά λόγια του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν πέρασαν απαρατήρητα στο Μαξίμου, αν και οι Γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου δεν αποκλείεται να αλλάξουν τις ισορροπίες.
Συνυπολογίζοντας τα δεδομένα από τη διαπραγμάτευση του τελευταίου χρόνου, όλα τα σενάρια που θέλουν τον κ. Τσακαλώτο να αναλαμβάνει στον επόμενο ανασχηματισμό ένα ρόλο υπερυπουργού – συντονιστή των οικονομικών και αναπτυξιακών υπουργείων, προϋποθέτουν την αντικατάστασή του από τον Γιώργο Χουλιαράκη. Ο ίδιος, πάντως μέσα από το περιβάλλον του, δεν έχει αφήσει ποτέ να εννοηθεί πως θέλει να αποχωρήσει από γραφείο του στον 6ο όροφο της οδού Νίκης.
Υπερθεματίζοντας στην παραμονή του Ευκλείδη Τσακαλώτου ο πρωθυπουργός δε θα μπορούσε σε αυτή τη φάση να απομακρύνει τον υπουργό των Οικονομικών από τη θέση του, από τη στιγμή που με τη συμφωνία της 22ας Μαΐου «επετεύχθη ο πολιτικός στόχος που είχε θέσει η κυβέρνηση», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά στο πρόσφατο υπουργικό συμβούλιο. Οι δυσκολίες της γ’ αξιολόγησης, ωστόσο απαιτούν πέρα από «γερό στομάχι» και διάθεση για νέες υποχωρήσεις, χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει τις αντοχές που μπορεί να έχει ο βασικός διαπραγματευτής της κυβέρνησης μετά από σχεδόν δυο χρόνια στο τιμόνι της ελληνικής οικονομίας.
Βασικός παράγοντας που δεν πρέπει να λησμονηθεί είναι πως με τη διατήρηση του Ευκλείδη Τσακαλώτου στη θέση του, ο πρωθυπουργός μετριάζει και τις αντιπολιτευτικές φωνές από την κίνηση των «53+». Μπορεί οι συναντήσεις των στελεχών της τάσης με τον επικεφαλής υπουργό τους να έχουν αραιώσει και κατά πολλούς να θεωρείται πως οι σχέσεις έχουν διαρραγεί μετά τις «κόκκινες γραμμές» που και ο ίδιος έχει πατήσει, ωστόσο η επιρροή που έχει ακόμα είναι μεγάλη. Σημαντική μερίδα στελεχών θεωρούν πως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος τραβώντας τον Αλέξη Τσίπρα από το «αριστερό μανίκι» καταφέρνει να αντισταθμίσει, έως ένα βαθμό, τις υποχωρήσεις της κυβέρνησης απέναντι στα ισχυρά «θέλω» των δανειστών
Ο ανασχηματισμός μπορεί να μην είναι αυτή τη στιγμή στα πλάνα του πρωθυπουργού, με δεδομένο ότι η δυναμική του θα χανόταν μέσα στην «καλοκαιρινή ραστώνη», ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος θα είναι το βαρόμετρο για τις αλλαγές που θα γίνουν και τις «καραμπόλες» που θα προκύψουν.
Στη μνημονιακή Ελλάδα, ωστόσο κανένας υπουργός των Οικονομικών δεν έχει καταγράψει θητεία μεγαλύτερη των δυο ετών.
newpost.gr