Ειδήσεις

Ξεκίνησε προκαταρκτική εξέταση προς διερεύνηση ποινικά κολάσιμων πράξεων στο Κτηματολόγιο Ρόδου

Με την λήψη καταθέσεων από τους δικηγόρους κ.κ. Γ. Μαυρομάτη, Μανώλη Στάγκα και Θ. Παπαγεωργίου, τον Κτηματολογικό Δικαστή και τη Διευθύντρια του Κτηματολογίου Ρόδου, ξεκινά η προκαταρκτική εξέταση, που προκάλεσε μηνυτήρια αναφορά του πρώτου για την διερεύνηση τυχόν τελέσεως αξιόποινων πράξεων αναφορικά με την λειτουργία του Κτηματολογίου Ρόδου.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική» με την μηνυτήρια αναφορά, επιδιώκεται να διευρυνθούν από τις αρμόδιες αρχές οι λόγοι για τους οποίους δεν μπορεί το Κτηματολόγιο Ρόδου να εκπληρώσει τις προβλεπόμενες από το νόμο υποχρεώσεις του και να παρέχει τις απορρέουσες από αυτόν υπηρεσίες.
Επισημαίνεται ότι η κατάσταση στο Κτηματολόγιο της Ρόδου, ουδέποτε ήταν άριστη, αφού δυστυχώς και στον 20ο και στον 21ο αιώνα, το πρωτόκολλο ετηρείτο και τηρείται χειρόγραφα, οι εγγραφές εξακολουθούν να γίνονται χειρόγραφα, όπως επίσης χειρόγραφα ετηρούντο και συνεχίζουν να καταχωρούνται μέσω των Κτηματολογικών τόμων και των φακέλων, οι πάσης φύσεως μεταγραπτέες πράξεις, με ό,τι συνεπάγεται αυτό, για την ασφάλεια και την προστασία της ακίνητης περιουσίας των κατοίκων της Ρόδου.
Ο κ. Μαυρομάτης υποστήριξε ότι έχουν συσσωρευθεί πλήθος πράξεων, οι οποίες δεν έχουν μεταγραφεί, είτε λόγω αδυναμίας, είτε λόγω αδιαφορίας, είτε λόγω ανικανότητάς των αρμοδίων, ο ακριβής αριθμός των οποίων παραμένει άγνωστος – προσδιορίζεται κατά διάφορα χρονικά διαστήματα σε 7.500 έως 10.000, ή 15.000 ή και παραπάνω.
Αναφέρει παραπέρα ότι «έχει συσταθεί, προφανώς άτυπα, ένα ομολογουμένως πρωτότυπο «αρχείο προβληματικών πράξεων», στο οποίο εναποτίθεντο οι προς μεταγραφή πράξεις (συμβόλαια αγοραπωλησίας, συστάσεις δουλείας, δικαστικές αποφάσεις), οι οποίες είτε δεν πληρούσαν τα πλήρη κριτήρια μεταγραφής σύμφωνα με το Νόμο, (παρουσιάζοντας ελλείψεις τυπικών ή ουσιαστικών σχετικών) αν και υποτίθεται ότι είχαν ελεγχθεί κατά την υποβολή τους και την χειρόγραφη καταχώρησή τους στα οικεία βιβλία, είτε ήσαν παντελώς λανθασμένες ή ακόμη και πλαστές αποφάσεις αποδόσεως δημοσίων ακινήτων πλαστές για την μεταγραφή των οποίων δεν έχουν καταλογισθεί έως σήμερα σε κανέναν ποινικές ευθύνες.
Ο κ. Μαυρομάτης προσθέτει ότι από το 1929 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1950, ετηρείτο ονομαστικό ευρετήριο των κυρίων των ακινήτων, το οποίο άγνωστο με ποίου πρωτοβουλία σταμάτησε να τηρείται κατά παράβαση του θεσμικού του πλαισίου.
Κατήγγειλε ακόμη ότι «απωλέσθηκαν» προς μεταγραφή πράξεις ή σχετικά συνημμένα (δικαιολογητικά, σχεδιαγράμματα, αποδείξεις πληρωμής κ.α.) σε πράξεις, που πράξεις δεν είχαν μεταγραφεί στον ορθό τόμο, αλλά σε άλλο άσχετο, που πράξεις δεν είχαν σημειωθεί καν με μολύβι ή πράξεις είχαν σημειωθεί και στη συνέχεια η καταχώρησή του «σβήσθηκε».
Τονίζει επιπλέον ότι σχεδόν όλες οι πλαστές αποφάσεις είχαν «απωλεσθεί», – ασφαλώς σε μεταγενέστερο της μεταγραφής τους χρόνο – ενώ είχε προηγηθεί η μεταγραφή τους, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό «τεκμήριο νομιμότητος», για την περαιτέρω μεταγραφή και άλλων πράξεων, με δικαιούχους, πρωτίστως ιδιώτες αλλά και Τράπεζες, οι οποίες εμπιστεύθηκαν την γνησιότητα των Κτηματολογικών εγγραφών.
Υποστηρίζει παραπέρα ότι η Διοίκηση όχι μόνο κατασπαταλώντας κατά καιρούς άσκοπα χρήματα, αδιαφόρησε και αδιαφορεί εγκληματικά για την άκρως αναγκαία ψηφιοποίηση και μηχανοργάνωση του, αλλά έφτασε ακόμη και στο σημείο να ψηφίζει νόμους, οι οποίοι παριστάνουν κατά τρόπο προκλητικό, σκανδαλωδώς ψευδώς και δολίως, προφανώς κάτι εξυπηρετώντας ή κάποια τεράστια ποσά που απωλέσθηκαν δικαιολογώντας, ότι ήδη τάχα λειτουργούν με «ολοκληρωμένο πληροφορικό σύστημα».
Υποστηρίζει ότι έχει καταστεί δυσχερής έως αδύνατη:
– Η μεταγραφή πράξεων – δικαστικών αποφάσεων εγγραφής προσημειώσεων υποθήκης, η τροπή των προσημειώσεων υποθήκης σε υποθήκη, η μεταγραφή δικαστικών αποφάσεων αναγνωρίσεως κυριότητος δια της δεκαπενταετούς κτητικής παραγραφής, η μεταγραφή συμβολαίων αγοραπωλησίας, πράξεων συστάσεων οριζοντίου ιδιοκτησίας, συστάσεων δουλείας)
– Η έγκαιρη και εμπρόθεσμη έκδοση πιστοποιητικών ιδιοκτησίας, βαρών και μη διεκδικήσεως, από τα οποία αποδεικνύονται de jure οι κτηματολογικές εγγραφές στα Κτηματολογικά βιβλία, με αποτέλεσμα να καθίσταται προβληματική, τόσο η συζήτηση εμπραγμάτων αγωγών, ιδία με το σύστημα των 100 ημερών, όσο και η διενέργεια πλειστηριασμών, αφού σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας απαιτείται η προσκόμιση και κατάθεση του πιστοποιητικού στον αρμόδιο Συμβολαιογράφο, εντός δεκαήμερης προθεσμίας από την κατάσχεση όπως ορίζει επί ποινή ακυρότητας η παρ. 4 του άρθρου 995 του ΚΠολΔ.

– Η έκδοση ακόμη και των πλέον απλών πιστοποιητικών ιδιοκτησίας, βαρών και μη διεκδικήσεως, ή των τεχνικών σχεδιαγραμμάτων, με αποτέλεσμα να τίθεται πλέον εν αμφιβόλω ή να ματαιωθεί η ολοκλήρωση μίας αγοραπωλησίας, μίας δωρεάς, μίας μισθώσεως, ή μίας εγγραφής εμπραγμάτου ασφάλειας, υπέρ ιδιωτών ή Τραπεζών.
– Ζήτημα προέκυψε σχετικά με την καταβολή τέλους για την έκδοση και παραλαβή των σχεδιαγραμμάτων, κάτι για το οποίο είχε εκφρασθεί η άποψη ότι δεν πρέπει να καταβάλλονται, σύμφωνα, με την από 26/9/2005 γνωμοδότηση του τότε Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ρόδου κ. Γ. Οικονόμου, η οποία προκλήθηκε μετά από αίτημα του Δ.Σ.Ρ.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου