Σε πολλές περιοχές δεν υπάρχει δημόσια ογκολογική κλινική με αποτέλεσμα οι πάσχοντες είτε να «μεταναστεύουν» είτε να οδηγούνται στον ιδιωτικό τομέα με μεγάλο οικονομικό κόστος
Με σημαντικές ελλείψεις προσωπικού και – κατά καιρούς – χημειοθεραπευτικών φαρμάκων, αναμονές που ξεπερνούν το τρίμηνο για την έναρξη ακτινοθεραπείας, άνευ μητρώου νεοπλασιών και δομών για τη φροντίδα των ασθενών που βρίσκονται στο τελικό στάδιο της νόσου, εορτάζεται η Παγκόσμια Ημέρα Κατά του Καρκίνου. Τα ογκολογικά περιστατικά στην Ελλάδα εξυπηρετούνται από τέσσερα αντικαρκινικά νοσοκομεία, εκ των οποίων τρία βρίσκονται στην Αττική και ένα στη Θεσσαλονίκη, και από τις ογκολογικές κλινικές γενικών νοσοκομείων. Ωστόσο, περιοχές ολόκληρες δεν διαθέτουν δημόσια ογκολογική κλινική, με αποτέλεσμα οι πάσχοντες είτε να «μεταναστεύουν» είτε να οδηγούνται στον ιδιωτικό τομέα με μεγάλο οικονομικό και προσωπικό κόστος.
Και όλα αυτά τη στιγμή που τα κρούσματα παρουσιάζουν σημαντική αύξηση παγκοσμίως, αλλά και στη χώρα μας.
Επιστολή που έστειλε την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή ο πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας κ. Ευάγγελος Φιλόπουλος αναφέρεται στις εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), σύμφωνα με τις οποίες «τα νέα περιστατικά καρκίνου θα φτάσουν το 2030 τα 23,6 εκατομμύρια από 14,1 εκατομμύρια που ήταν το 2012. Το κόστος σε ανθρώπινες ζωές θα αυξηθεί αναλόγως».
Στην επιστολή επισημαίνεται επίσης το φαινόμενο «του ανεπιθύμητου περιφερόμενου από νοσοκομείο σε νοσοκομείο ασθενούς τελικού σταδίου, που αναξιοπρεπώς ταλαιπωρείται από τη μη ύπαρξη κατάλληλων για αυτόν δομών φροντίδας», για το οποίο ζητεί την εξάλειψή του. «Η ανάγκη ανάπτυξης της παρηγορητικής ιατρικής, της κατ’ οίκον νοσηλείας και της φροντίδας ασθενών τελικού σταδίου μπορεί να επιτευχθεί μόνο με κρατική πρωτοβουλία ή και ανάλογη ενίσχυση» σημειώνεται.
Χωρίς ογκολόγο η Λαμία και η Σπάρτη
Χωρίς μόνιμο ογκολόγο είναι από τον περασμένο Νοέμβριο το Νοσοκομείο Λαμίας, το οποίο εξυπηρετούσε ως τότε σε ετήσια βάση περίπου 4.000 ασθενείς. «Ο γιατρός που ήταν στο νοσοκομείο επέλεξε να ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα και παρότι προκηρύχθηκε η θέση ακόμη δεν έχει καλυφθεί. Οι ανάγκες καλύπτονται εν μέρει από έναν γιατρό που έρχεται μία φορά την εβδομάδα από το Νοσοκομείο Βόλου και έναν στρατιωτικό γιατρό ο οποίος επίσης έρχεται μία φορά την εβδομάδα. Επειδή δημιουργήθηκε έντονο πρόβλημα τον περασμένο Νοέμβριο, αρκετοί ασθενείς πήγαν στον ιδιωτικό τομέα. Επίσης, πολλοί αναγκάστηκαν να συνεχίσουν τη θεραπεία τους σε κάποιο νοσοκομείο της Αθήνας» διευκρινίζει ο πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων του Νοσοκομείου Λαμίας κ. Βαγγέλης Οικονόμου.
Μεγάλη ταλαιπωρία βιώνουν και οι κάτοικοι της Σπάρτης. Σύμφωνα με την πρόεδρο του Συλλόγου Καρκινοπαθών ΚΕΦΙ κυρία Ζωή Γραμματόγλου, το νοσοκομείο της πόλης δεν διαθέτει ογκολογικό τμήμα και οι ασθενείς αναγκάζονται να μεταβαίνουν στην Αθήνα, για να υποβάλλονται σε θεραπεία, κάθε 15-20 ημέρες.
Στην ουρά για ακτινοθεραπεία
Σοβαρό πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει με τις ακτινοθεραπείες, αφού οι αναμονές σε πολλά νοσοκομεία ξεπερνούν τους τρεις μήνες και μπορεί να φθάσουν ακόμα και το εξάμηνο. «Εχουν ξηλώσει τα παλιά μηχανήματα προκειμένου να τοποθετηθούν τα καινούργια, τα οποία είναι τελευταίας τεχνολογίας, γι’ αυτό δημιουργούνται αναμονές οι οποίες είναι από τρεις ως έξι μήνες. Μέχρι να τοποθετηθούν τα νέα μηχανήματα θα υπάρχει αυτό πρόβλημα»επισημαίνει.
«Να μη φύγει κανείς»
Κραυγή αγωνίας βγάζουν οι γιατροί και οι εργαζόμενοι του μεγαλύτερου αντικαρκινικού νοσοκομείου της χώρας, του «Αγίου Σάββα»: «Οι κενές θέσεις γιατρών και νοσηλευτών είναι πάνω από 500. Σημαντικές ανάγκες του νοσοκομείου καλύπτονται από 40 επικουρικούς γιατρούς και άλλους 40 επικουρικούς εργαζομένους, οι οποίοι θα απολυθούν ως το τέλος του χρόνου». Σύμφωνα με τον κ. Κώστα Καταραχιά, πρόεδρο του Συλλόγου Εργαζομένων και επικουρικό ακτινολόγο, ο οποίος πρόκειται να απολυθεί από το νοσοκομείο στις 25 Απριλίου, τον Ιανουάριο απολύθηκαν δύο γιατροί από το Παθολογοανατομικό Εργαστήριο και ένας από το Πνευμονολογικό. «Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Δεν πρέπει να φύγει κανείς. Δεν αντέχουμε άλλο. Είναι διαλυτικό να εναλλάσσεται το προσωπικό, ειδικά σε ένα τόσο ευαίσθητο νοσοκομείο» λέει.
Ανάλογο πρόβλημα αντιμετωπίζει το ογκολογικό νοσοκομείο «Οι Αγιοι Ανάργυροι», όπου ένα από τα βασικά τμήματα, το Αιματολογικό, λειτουργεί με έναν επικουρικό γιατρό.
«Το Αιματολογικό λειτουργούσε με έναν συντονιστή διευθυντή, δύο διευθυντές και έναν επιμελητή Β’. Οι τρεις πρώτοι συνταξιοδοτήθηκαν και ο επιμελητής έφυγε στο εξωτερικό. Τώρα έβαλαν έναν επικουρικό γιατρό σε ένα από τα πιο νευραλγικά τμήματα ενός αντικαρκινικού νοσοκομείου, και ουσιαστικά δεν λειτουργεί» εξηγεί ο γραμματέας του Συλλόγου Εργαζομένων κ.
Ιωσήφ Παπαγεωργίου. Προσθέτει ότι πολλές κλινικές του νοσοκομείου, όπως η Καρδιολογική, η Ουρολογική, η Θωρακοχειρουργική και η Αιματολογική, δεν έχουν ούτε έναν ειδικευόμενο.
Η έλλειψη δομών οδηγεί στο… σπίτι
Ελλείψει δομών περίθαλψης των ασθενών τελικού σταδίου, ορισμένα νοσοκομεία και οργανώσεις εθελοντών εφαρμόζουν προγράμματα κατ’ οίκον υποστήριξης. Καθημερινό αγώνα, κρατώντας ζωντανό το πρόγραμμα, δίνουν τέσσερις νοσηλεύτριες του Αντικαρκινικού Νοσοκομείου «Μεταξά». Σύμφωνα με την κυρία Ρεβέκκα Ψαρράκου, μία από τις νοσηλεύτριες της κατ’ οίκον νοσηλείας και πρόεδρο του Συλλόγου Εργαζομένων του νοσοκομείου, στο πρόγραμμα έχουν ενταχθεί 141 ασθενείς. «Θα θέλαμε να μπορούσαμε να είμαστε δίπλα σε κάθε ασθενή που μας έχει ανάγκη 365 μέρες τον χρόνο. Αυτό δεν είναι εφικτό. Ελλείψει προσωπικού δουλεύουμε πενθήμερο και πρωινές ώρες. Κάθε νοσηλεύτρια φροντίζει, κατά μέσο όρο, πέντε ασθενείς την ημέρα» δηλώνει η κυρία Ψαρράκου.
Εξίσου σημαντική είναι η προσπάθεια που κάνει ο Σύλλογος Καρκινοπαθών ΚΕΦΙ, ο οποίος στέκεται δίπλα στους ογκολογικούς πάσχοντες, σε συνεργασία με τον Οργανισμό «Νοσηλεία», που παρέχει δωρεάν νοσηλεία στο σπίτι. Το αποτέλεσμα της συμμαχίας των δύο Οργανισμών ονομάζεται ΣτηρίΖΟΥΜΕ. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα εφαρμόζεται στην κεντρική και ευρύτερη περιοχή του Δήμου Αθηναίων, μέχρι τις 30 Απριλίου 2018.
ΤΟ ΒΗΜΑ