Ο διαδικτυακός – και όχι μόνο – εμφύλιος τροφοδοτεί τον φανατισμό και υποθάλπει τον τραμπουκισμό
Η ρητορική του μίσους κυριαρχεί σε πολύ μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα μέσω των κοινωνικών δικτύων (facebook, twitter) και όχι μόνο. Η κατάσταση ορισμένες φορές τείνει να γίνει ανεξέλεγκτη και τα όσα καταγράφονται εσχάτως ξεφεύγουν από το πλαίσιο της κλασικής αντιπαράθεσης ιδεών και απόψεων. Οπως επισημάνθηκε και σε Διεθνές Συνέδριο, έπειτα από έρευνα σε περίπου 500 εκατ. tweets, η ρητορική μίσους αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των κοινωνικών δικτύων.
Μια απλή «βόλτα» σε λογαριασμούς στο facebook και στο twitter είναι αρκετή για να αντιληφθεί κανείς τον βαθμό του κοινωνικού διχασμού που υπάρχει σε μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων, από την οικονομία, τους θεσμούς, έως και θέματα που αφορούν τον αξιακό κώδικα. Επί της ουσίας, είναι σε εξέλιξη ένας ιδιότυπος διαδικτυακός «εμφύλιος πόλεμος» που προκαλεί εντάσεις, εξάπτει πάθη και ενδυναμώνει τον άκρατο φανατισμό, καθώς καταγράφονται κύματα λεκτικής βίας και φασιστικό μένος.
Αυτή η ρητορική του μίσους τροφοδότησε και την επίθεση που δέχθηκε από ακροδεξιούς ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης τη 19η Μαΐου, ημέρα μνήμης για τον Ποντιακό Ελληνισμό. Το κλίμα είχε καλλιεργηθεί τις προηγούμενες ημέρες με άκρως επιθετικές, προσβλητικές, χυδαίες και ακροδεξιές αναρτήσεις στο Διαδίκτυο και μάλιστα σε μια περίοδο που συνέπεσε με την επέτειο της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη.
Αυτό ήταν το… προσάναμμα για την απροκάλυπτη και τραμπούκικη επίθεση στον Γιάννη Μπουτάρη, η περίπτωση του οποίου είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική για την εκδήλωση των φασιστικών συμπεριφορών και ενεργειών. Είχε προηγηθεί βέβαια η ανάρτηση στο Διαδίκτυο μιας ψευδούς είδησης (η πληγή των fake news), ότι δήθεν ο δήμαρχος έδωσε άδεια να γίνει την ίδια ημέρα με τις εκδηλώσεις των Ποντίων για την ημέρα της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού η παρέλαση των ομοφυλοφίλων κ.ά. Η ψευδής πληροφορία διαδόθηκε με ταχύτητα φωτός από διάφορα ακροδεξιά, και όχι μόνο, σάιτ και μπλογκ και πυροδότησε νέα ένταση.
Και δεν είναι η μόνη ψευδής είδηση, καθώς καθημερινά μεταδίδονται αμέτρητα ψέματα που δηλητηριάζουν τη δημόσια ζωή του τόπου και, ειδικά εάν αφορούν πολιτικούς, μεγεθύνουν το κλίμα απαξίωσης της πολιτικής, ρίχνοντας νερό στον μύλο της Ακροδεξιάς.
Ρητορική του μίσους
Στην υπόθεση ξυλοδαρμού του Γ. Μπουτάρη αναδείχθηκαν και ορισμένα στοιχεία που έχουν τη σημασία τους: α) η ακραία και απαράδεκτη στάση του πρώην νομάρχη και επί σειρά ετών στελέχους της ΝΔ Παναγιώτη Ψωμιάδη να επιτεθεί στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης με απαράδεκτους και χυδαίους χαρακτηρισμούς (σ.σ. «αυτός ξεπούλησε τη Μακεδονία, αυτή η χολέρα, αυτό το τραβέλι το πολιτικό») και β) η κίνηση του Ηλία Κασιδιάρη να τηλεφωνήσει σε έναν εκ των συλληφθέντων και μετέπειτα καταδικασθέντων για να του πει ότι η Χρυσή Αυγή είναι δίπλα του, παρά την προσπάθεια των γονιών του να διαψεύσουν ότι ο γιος τους έχει οποιαδήποτε σχέση με το κόμμα του Νίκου Μιχαλολιάκου.
Η υπόθεση αξιοποιήθηκε εξαρχής από την κυβέρνηση που είδε μια πολύ καλή ευκαιρία να προσεγγίσει κεντρώους ψηφοφόρους, κλείνοντας το μάτι σε στήριξη του Γ. Μπουτάρη για τον Δήμο Θεσσαλονίκης, στον οποίον ο Αλέξης Τσίπρας τηλεφώνησε για συμπαράσταση, ο υπουργός Επικρατείας Χριστόφορος Βερναρδάκης συμμετείχε στη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου, όπως και ο Σταύρος Θεοδωράκης, ενώ πάρα πολλοί υπουργοί τον στήριξαν.
Παράλληλα, από το Μέγαρο Μαξίμου, στη σκιά και της εισβολής του Ρουβίκωνα στο ΣτΕ – την καταδίκασε μεν η κυβέρνηση, όπως και τις απειλές στον Κυριάκο Μητσοτάκη διά στόματος Αλ. Τσίπρα -, έγινε προσπάθεια ταύτισης της ΝΔ με ακραίους κύκλους, με την επισήμανση ότι ακροδεξιές αντιλήψεις βρίσκουν έκφραση στα ηγετικά κλιμάκια του κόμματος.
Το επικίνδυνο είναι ότι αυτή η ρητορική του μίσους δεν εκπέμπεται μόνο από την Ακροδεξιά, αλλά εμφανίζεται έντονα και από την Ακροαριστερά, γυρίζοντας όλοι με τον τρόπο τους το ρολόι του χρόνου πίσω, σε αλήστου μνήμης εποχές.
Η ένταση είναι κυρίαρχη σε όλο το φάσμα της πολιτικής και κοινωνικής ζωής και καθημερινά καταγράφονται πολλά περιστατικά ακραίας ρητορικής, οδηγώντας έμπειρους πολιτικούς με νομική κατάρτιση να υπενθυμίσουν ότι δύναται να αξιοποιηθεί ο λεγόμενος αντιρατσιστικός νόμος (Ν.4285/2014) και ειδικά το άρθρο που αφορά τη δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους.
Η πόλη των φαντασμάτων
«Εχουν ενεργοποιηθεί ακροδεξιοί θύλακες στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή το Μακεδονικό ζήτημα αλλά και επειδή έχουν χτυπηθεί παλαιά οικονομικά κέντρα (στα νοσοκομεία, την αυτοδιοίκηση, τον ΟΑΣΘ)» σημείωσε ο υπουργός Επικρατείας Χριστόφορος Βερναρδάκης, στη σκιά των κινητοποιήσεων στη Θεσσαλονίκη, από φορείς και πολίτες που έστειλαν μήνυμα της άλλης, δημοκρατικής, ανοικτής και ανεκτικής πόλης.
«Η βαθιά Θεσσαλονίκη δεν είναι απλώς συντηρητική. Είναι σκοτεινή. Είναι η πόλη των φαντασμάτων, που λέει ο Μαζάουερ. Θέλει να κλαψουρίζει μόνο για τα ελληνικά σύμβολά της. Για αυτό μισεί τον Μπουτάρη. Γιατί δεν την αφήνει ήσυχη να βολεύεται στον θυματοποιημένο ναρκισσισμό και στα ψέματά της» έγραψε ο Νίκος Μαραντζίδης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Και ως Σαλονικιός, υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι «τώρα η βαθιά Θεσσαλονίκη μεταμορφώνεται, μασκαρεύεται για την ακρίβεια, σε μια νέα εθνικοφροσύνη, που τρέχει με αλαλαγμούς στα συλλαλητήρια για τη ”Μακεδονία μας” και στα διάφορα ”εθνικά” μνημόσυνα, φοράει αρχαίες πανοπλίες, ορθόδοξους ή ρωσόφιλους μανδύες και βγαίνει δημόσια για να βρίσει χυδαία και να απειλήσει όποιον της αντιμιλά».
Η κοινή διαπίστωση όμως είναι ότι αυτή η Θεσσαλονίκη δεν αφορά μόνο αυτούς που χτύπησαν τον Γ. Μπουτάρη, αλλά και την καλή κοινωνία της πόλης που έχει την αίσθηση πάντα του αδικημένου από το κράτος των Αθηνών.
«Το κράτος των Αθηνών»
Η Θεσσαλονίκη και η συντηρητική της πλευρά αναδείχθηκαν με μεγάλη ένταση στο συλλαλητήριο του περασμένου Ιανουαρίου για το Σκοπιανό. Ταυτόχρονα επηρέασε πολιτικούς συσχετισμούς, αναπροσάρμοσε πολιτικές συμμαχίες, οριοθέτησε ιδεολογικές γραμμές και ανέδειξε εκλεκτικές συγγένειες.
Δεν ήταν λίγοι όσοι είδαν το συλλαλητήριο ως τη μήτρα ενός ακραίου εθνικολαϊκισμού, από την οποία αρκετοί θυμίζουν πως αναδύθηκε η Χρυσή Αυγή, ενώ αυξήθηκε η ριζοσπαστικοποίηση μεγάλου τμήματος της δεξιάς παράταξης και άρχισε να αποκτά δυναμική στο κοινωνικό πεδίο η ακροδεξιά ρητορική.
Με την αναμόχλευση του Σκοπιανού, εμφανίστηκαν και πάλι στο προσκήνιο βουλευτές της ΝΔ με σκληρές και υπερσυντηρητικές απόψεις, παράγοντες της εξωκοινοβουλευτικής Δεξιάς, των Ανεξάρτητων Ελλήνων, της Χρυσής Αυγής, παραεκκλησιαστικές και εκκλησιαστικές οργανώσεις κ.ά.
Η Θεσσαλονίκη ήταν το πρώτο γήπεδο, στο οποίο ύστερα από πολύ καιρό επιχειρήθηκε να λυθούν πολιτικοί λογαριασμοί στην ευρύτερη Δεξιά, ενώ γενικότερα στη Βόρεια Ελλάδα εξακολουθεί να συζητείται σε κάποιους πολιτικούς και επιχειρηματικούς κύκλους – όσο και εάν στην Αθήνα το έχουν ξεχάσει ή δεν το συζητούν σκοπίμως – η ανάγκη δημιουργίας ενός καθαρόαιμου δεξιού κόμματος, μια παραλλαγή της Λέγκας του Βορρά, η οποία θα ενώσει τις διάσπαρτες δυνάμεις της πατριωτικής Δεξιάς και θα είναι έναντι της ΝΔ.