Εμείς οι σκιτσογράφοι είμαστε εξαιρετικά επιρρεπείς στην υπερβολή. Η υπερβολή άλλωστε, είναι βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα του τρόπου με τον οποίο μεταβολίζουμε την επικαιρότητα και γενικότερα την πραγματικότητα. Από τον υπερτονισμό και την παραμόρφωση ανθρώπινων χαρακτηριστικών, μέχρι το “τράβηγμα” των γεγονότων στα άκρα προκειμένου να φωτίσουμε κάποιες αθέατες πλευρές τους, η τάση να υπερβάλουμε είναι πάντοτε παρούσα.
Κι όμως, όταν καλούμαστε να μιλήσουμε για τον Βαγγέλη Παυλίδη ή ιδιωτικά είτε, πολύ περισσότερο, δημόσια, αυτή η ευκολία να είμαστε πληθωρικοί και σπάταλοι σε λόγια και συναισθήματα μας εγκαταλείπει και δίνει τη θέση της σε μια περίεργη αμηχανία. Ίσως γιατί ο ίδιος ο Βαγγέλης υπήρξε τόσο πληθωρικός που κάνει οποιαδήποτε προσπάθεια αποτίμησης του έργου και της προσωπικότητας του να μοιάζει φτωχή.
Συνηθίζουμε να λέμε πως οι σπουδαίοι δημιουργοί ζουν ακόμα και μετά το τέλος της ζωής τους μέσα από το έργο τους που παραμένει ζωντανό. Είναι μια σκέψη παρήγορη και αισιόδοξη. Πράγματι το έργο του Βαγγέλη Παυλίδη είναι και θα είναι εδώ γιατί υπήρξε ένας σπουδαίος δημιουργός. Κάθε σκίτσο του θα μείνει ζωντανό και παλλόμενο, όπως ήταν τη στιγμή που γεννήθηκε. Οι βαφές που επέλεξε ο Βαγγέλης δεν θα ξεθωριάσουν. Ο Βαγγέλης Παυλίδης περπάτησε σκιτσάροντας τα χρόνια της χούντας και της μεταπολίτευσης, αφήνοντας γελοιογραφικά χνάρια βαριά και ανεξίτηλα, αφού υπήρξε ταυτόχρονα εξαιρετικά ευρηματικός αλλά και πρωτομάστορας της πένας, καυστικός σχολιαστής και συνάμα σπάνιος καλλιτέχνης. Αν για πολλούς από εμάς ο Βαγγέλης υπήρξε αδερφικός φίλος, για νεότερους συναδέλφους υπήρξε δάσκαλος που συνεχίζει ακόμα να διδάσκει κι ας μην είναι εδώ. Σχολιάζοντας την επικαιρότητα ή ομορφαίνοντας βιβλία, ο Βαγγέλης Παυλίδης κατάφερε να αξιοποιήσει το πλούσιο ταλέντο του και να συγκαταλέγεται δίκαια ανάμεσα στους κορυφαίους Έλληνες σκιτσογράφους.
Το έργο του Βαγγέλη, είναι λοιπόν εδώ, ο ίδιος όμως μας λείπει. Μας λείπει πολύ. Έφυγε νωρίς, έφυγε απροσδόκητα κι αν η ελληνική γελοιογραφία φτώχυνε μια φορά, η παρέα μας, η συντροφιά των ελλήνων σκιτσογράφων φαντάζει χρεοκοπημένη, αφού ο Βαγγέλης υπήρξε μια χαρισματική προσωπικότητα. Κάποιοι τον ζήσαμε περισσότερο, παρότι επέλεξε να ζει εδώ στη Ρόδο. Ακόμα όμως και όσοι τον συναναστράφηκαν λιγότερο σίγουρα δεν θα τον ξεχάσουν. Ο Βαγγέλης δημιουργούσε όμορφες ιστορίες και επεφύλασσε για τον εαυτό του το ρόλο του πρωταγωνιστή. Αρκούσε να τσουγκρίσεις ένα ποτήρι κρασί μαζί του για να σου μεταδώσει την αγάπη του για τη ζωή, το κέφι και την όρεξη του να δημιουργήσει ή με τα μολύβια, είτε και χωρίς. Πληθωρικός και πολύπλευρος, κυριαρχούσε στο χώρο, σε “άρπαζε” και σε κέρδιζε, όπως ακριβώς άρπαξε τη ζωή και την έζησε μέχρι τέλους.
Πέρα από δραστήριος δημιουργός υπήρξε υπερδραστήριος άνθρωπος. Παρά την επιλογή του να ζει μακριά από την πρωτεύουσα, εδώ, στην αγαπημένη του Ρόδο, ο Βαγγέλης Παυλίδης δεν φλέρταρε ούτε στιγμή με τον αναχωρητισμό, κάτι που συχνά κάνουν οι μεγάλοι καλλιτέχνες. Δεν αυτοπεριορίστηκε στο ρόλο του παρατηρητή σχολιαστή, αλλά υπήρξε ενεργητικός συνδιαμορφωτής της πραγματικότητας. “Ανακατεύτηκε” με τα κοινά, αφουγκράστηκε και ζυμώθηκε με τους συμπολίτες του, έτρεξε για τον τόπο και τους συνανθρώπους του. Πήρε και έδωσε.
Το κενό που άφησε είναι μεγάλο. Κοιτάζοντάς το όμως συνειδητοποιούμε το μέγεθος του ίδιου. Το μέγεθος του συναδέλφου, του φίλου, του δασκάλου μας. Και κάθε φορά που βρισκόμαστε σε μια όμορφη εκδήλωση σαν τη σημερινή, σε μια έκθεση, ή ακόμα και σε μια απλή βραδιά με κρασί και μεζέδες θα χαμογελάμε και θα λέμε μεταξύ μας τι ωραία που θα ήταν να ήταν μαζί μας και ο Βαγγέλης.