Η φωτιά χρειάστηκε 1,5 ώρα για να φτάσει στη Μαραθώνος και το Μάτι θα μπορούσε να εκκενωθεί το αργότερο μέσα σε 83 λεπτά αν είχε υπάρξει έγκαιρη ειδοποίηση
Τέσσερα αμείλικτα ερωτήματα που αποτυπώνουν την ολιγωρία, τις παραλείψεις και τα λάθη της κυβέρνησης και των αρμοδίων υπηρεσιών που οδήγησε στη φωτιά στο Μάτι και τους 99 νεκρούς περιγράφει η έκθεση του καθηγητή Φυσικών Καταστροφών του Πολυτεχνείου Κρήτης Κωνσταντίνου Συνολάκη.
– Γιατί ο βαθμός επικινδυνότητας στην Ανατολική Αττική για πρόκληση πυρκαγιάς ήταν στο 4 και όχι 5, όταν ήταν γνωστό από την προηγούμενη μέρα ότι στην περιοχή θα έπνεαν δυτικοί άνεμοι 7 μποφόρ;
– Γιατί τα πυροσβεστικά αεροσκάφη έφτασαν στην περιοχή αφού η φωτιά είχε περάσει τη Λεωφόρο Μαραθώνος;
– Γιατί δεν αξιολογήθηκε εγκαίρως η βεβαιότητα ότι θα απειληθούν κατοικημένες περιοχές; Και κυρίως
– Γιατί δεν ειδοποιήθηκαν οι κάτοικοι να εκκενώσουν το Μάτι, όταν από το πόρισμα προκύπτει ότι υπήρχε χρόνος να σωθούν ακόμη και πεζή;
Την ίδια ώρα ακόμα περισσότερη οργή δημιουργεί το εύρημα της επιτροπής Συνολάκη, που συγκροτήθηκε μετά από πρόσκληση του προέδρου της ΝΔ Κυριάκου Μητσοτάκη, ότι η απομάκρυνση των κατοίκων της περιοχής πεζή προς την ακτή θα μπορούσε να είχε ολοκληρωθεί κατ ελάχιστον μέσα σε 57 λεπτά και κατά μέγιστον 83 λεπτά αν είχε υπάρξει έγκαιρη ειδοποίηση.
Ακόμα και το μέγιστο του χρόνου να είχε χρησιμοποιηθεί από τους πολίτες, αυτό θα ήταν αρκετό για να γλιτώσουν πάρα πολλοί καθώς κατά την επιτροπή του καθηγητή Συνολάκη οι προσομοιώσεις επιβεβαίωσαν ότι η πυρκαγιά έφτασε στη Λεωφόρο Μαραθώνος σε περίπου 1,5 ώρα μετά τη έναρξή της.
Ακολουθεί περίληψη της έρευνας για την πυρκαγιά στο Μάτι, όπως την παρουσίασε στην εκδήλωση της Τετάρτης 12 Σεπτεμβρίου.
«Η πυρκαγιά της Ανατολικής Αττικής της 23ης Ιουλίου ήταν ένα ακραίο φαινόμενο που, ωστόσο, δεν δικαιολογεί την απουσία σχεδιασμού και προετοιμασίας του μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας. Η παρούσα μελέτη δεν φιλοδοξεί να υποκαταστήσει ένα πλήρες σχέδιο οργανωμένης απομάκρυνσης πληθυσμού, αλλά να εξετάσει εναλλακτικούς τρόπους δράσης που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την ανάπτυξη ενός τέτοιου σχεδιασμού. Εξετάζεται πώς τα μοντέλα προσομοίωσης πυρκαγιάς θα μπορούσαν να βοηθήσουν και να επιταχύνουν τη λήψη ορθών αποφάσεων, και ακολούθως διερευνάται ο σχεδιασμός των κατάλληλων ενεργειών για την οργανωμένη απομάκρυνση του πληθυσμού περιοχές υψηλού κινδύνου με βάση τα αποτελέσματα της προσομοίωσης.
Αρχικά, έγιναν προσομοιώσεις της εξάπλωσης της δασικής πυρκαγιάς στην περιοχή της εθνικής τραγωδίας με το πρόγραμμα FARSITE υπό διάφορα σενάρια μετεωρολογικών συνθηκών. Σενάρια δηλαδή που προφανώς θα μπορούσαν και θα έπρεπε να έχουν εξετασθεί στο Ενιαίο Συντονιστικό Κέντρο Επιχειρήσεων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας ή ακόμη και να προϋπήρχαν ως πρότυπα μοντέλα για τη λήψη άμεσων αποφάσεων.
Οι προσομοιώσεις επιβεβαίωσαν ότι η πυρκαγιά έφτασε στη Λεωφόρο Μαραθώνος σε περίπου μιάμιση ώρα μετά τη έναρξή της. Γεγονός που θα μπορούσε άλλωστε να προβλεφθεί και χωρίς τα μοντέλα προσομοίωσης. Και αυτό καθώς με ισχυρούς ανέμους της τάξεως των 7 μποφώρ η φωτιά είναι γνωστό ότι κινείται με περίπου 5 km/h και επομένως ήταν εφικτό να προβλεφθεί ότι θα έφτανε στη Μαραθώνος σε μιάμιση ώρα, δεδομένου ότι ο δρόμος αυτός απέχει 7,5 χιλιόμετρα από το σημείο της εκδήλωσής της.
Η προσομοίωση διαφόρων τακτικών εναέριας αναχαίτισης του πύρινου μετώπου απέδειξε επίσης ότι ο συνδυασμός ρίψεων νερού από αεροσκάφη τύπου CL-215 και CL-415 θα μπορούσε να επιβραδύνει την εξέλιξη της φωτιά για τουλάχιστον μία ώρα, επιτρέποντας την ασφαλή απομάκρυνση όλων των κατοίκων είτε πεζή, είτε ακόμη και με αυτοκίνητα.
Στη συνέχεια, χρησιμοποιήθηκαν διάφορα εναλλακτικά μοντέλα για την εκτίμηση του χρόνου που θα απαιτείτο για την εκκένωση της περιοχής. Το μοντέλο (agent-based model Artisoc4.0) του Πανεπιστημίου Waseda της Ιαπωνίας που έλαβε υπόψιν του όλους τους παράγοντες και τις συνθήκες της περιοχής, έδειξε ότι η απομάκρυνση των κατοίκων της περιοχής πεζή προς την ακτή θα μπορούσε να είχε ολοκληρωθεί κατ ελάχιστον μέσα σε 57 λεπτά μετά από έγκαιρη ειδοποίηση. Επιπλέον, προσομοιώσεις με το μοντέλο NETLOGO του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Όρεγκον (Εικόνα 1) έδειξαν ότι η πεζή εκκένωση της περιοχής προς τις ακτές το αργότερο σε 83 λεπτά θα είχε επιτευχθεί, χωρίς να κινδυνεύσει κανείς από την πυρκαγιά, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι είχε δοθεί έγκαιρη εντολή στους κατοίκους.
Στην περίπτωση της πυρκαγιάς της 23ης Ιουλίου στο Μάτι, χαρακτηριστική είναι η λανθασμένη εκτίμηση του αρχικού μεγέθους της φωτιάς, όπως και η καθυστερημένη αξιολόγηση και αντιμετώπιση της, καθώς οι περισσότεροι πυροσβεστικοί πόροι επιχειρούσαν στο ήδη υπάρχον μέτωπο στα Γεράνεια Όρη (Κινέτα).
Οι ισχυροί άνεμοι συνέδραμαν στην ταχύτατη εξάπλωση της πυρκαγιάς. Ωστόσο, η βοήθεια από εναέρια μέσα ήταν ελάχιστη. Ένα ελικόπτερο Ericksson S-64 επιχείρησε λίγες ρίψεις 45 λεπτά μετά την έναρξή της πυρκαγιάς και μόνον για 30 λεπτά, καθώς χρειάστηκε να προσγειωθεί για ανεφοδιασμό καυσίμων. Επίσης τα τρία CL-415 που εντάχθηκαν στις προσπάθειες έφτασαν στην περιοχή 1 ώρα και 45 λεπτά μετά την έναρξη της φωτιάς, αλλά λόγω των ισχυρών ανέμων και του καπνού οι ρίψεις τους αστόχησαν, και μετά σταμάτησαν να επιχειρούν. Όπως άλλωστε υπογραμμίσθηκε και αυτές οι ρίψεις θα ήταν αναποτελεσματικές, καθώς η φωτιά είχε ήδη περάσει σε μιάμιση ώρα από την εκδήλωσή της τη Λεωφόρο Μαραθώνος.
Επιπλέον, η έρευνά μας κατέδειξε ότι δεν υπάρχουν κατάλληλα σχέδια αντιμετώπισης καταστροφικών περιστατικών και εκκένωσης, ενώ σε τοπικό επίπεδο ο εν λόγω σχεδιασμός είναι επί της ουσίας ανύπαρκτος. Ασαφές και προβληματικό είναι και το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που έχουν όλοι εμπλεκόμενοι φορείς τόσο σε εθνική όσο και σε τοπική κλίμακα. Καθίσταται συνεπώς αδήριτη η ανάγκη συγκρότησης ενός νέου και ολοκληρωμένου σχεδίου για τη διαχείριση έκτακτων καταστάσεων, τόσο σε εθνικό όσο και τοπικό επίπεδο.
Επιβάλλεται επίσης η βελτίωση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων πρώτης προσβολής δασικών πυρκαγιών. Η αναβάθμιση του στόλου πυροσβεστικών αεροσκαφών, η αυξημένη ετοιμότητα ή/και εναέρια επιτήρηση από πυροσβεστικά αεροσκάφη τις ημέρες υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς, η εγκατάσταση συστήματος με βιντεοκάμερες ασφαλείας σε περιοχές υψηλού κινδύνου, καθώς και η βελτίωση της συνεργασίας και επικοινωνίας των εμπλεκόμενων φορέων, θα συμβάλλουν στην όσο το δυνατόν ταχύτερη επέμβαση για την αντιμετώπιση κάθε πυρκαγιάς στα πρώτα κρίσιμα λεπτά.
Απαραίτητος είναι όμως και ο σχεδιασμός ειδοποίησης των πολιτών, που υπάρχει ήδη σε πολλές χώρες του κόσμου. Τρία μέτρα μπορούν να συμβάλλουν άμεσα προς αυτή την κατεύθυνση.
– Πρώτον, η υπογραφή μνημονίων συνεργασίας με ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς, ώστε να μεταδίδουν άμεσα και αδιαμεσολάβητα τα μηνύματα που προέρχονται από την πολιτική προστασία σε στιγμές κρίσης.
– Δεύτερον, η διαμόρφωση βιβλιοθήκης μηνυμάτων ανά περιοχή, προκειμένου η Πολιτική Προστασία να μπορεί να στείλει ακόμη και εξειδικευμένες οδηγίες στους πολίτες για τον τρόπο να προφυλαχθούν.
– Τρίτον, η αξιοποίηση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών, με σκοπό την επέκταση του συστήματος της έγκαιρης προειδοποίησης των πολιτών με πολλαπλά μέσα (κινητά τηλέφωνα, διαδίκτυο κλπ).
Πρέπει να σημειωθεί ότι χρήσιμη είναι και η αξιοποίηση των μοντέλων προσομοίωσης που χρησιμοποιούν πολλά κράτη τα οποία αντιμετωπίζουν συχνά κρίσεις φυσικών φαινομένων. Και αυτό διότι τα μοντέλα αυτά βοηθούν τόσο στην πρόληψη, όσο κυρίως στην ετοιμότητα και την άμεση ανταπόκριση των δομών της Πολιτικής Προστασίας. Για παράδειγμα, πριν από την έναρξη οποιασδήποτε πυρκαγιάς, οι προσομοιώσεις τόσο του φαινομένου, όσο και της διαδικασίας εκκένωσης, μπορούν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη κριτηρίων αξιολόγησης καιρικών συνθηκών και κινδύνου πυρκαγιάς, στην κατάρτιση σχεδίων κινητοποίησης πόρων (επίγειων και εναέριων), και τη δημιουργία κριτηρίων λήψης απόφασης για την οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών. Ωστόσο, τα κριτήρια αυτά θα παραμείνουν θεωρητικά αν δεν ενταχθούν σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό αντιμετώπισης εκτάκτων αναγκών σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης, και αν δεν καταστούν υποχρεωτικές οι ασκήσεις ετοιμότητας και εκκενώσεων σε περιοχές υψηλού κινδύνου.
Εξυπακούεται, τέλος, ότι θα πρέπει να αλλάξει στη χώρα μας και το μοντέλο των ασκήσεων ετοιμότητας, καθώς στα σύγχρονα κράτη αυτές δεν έχουν, βέβαια, το χαρακτήρα των επετειακών γιορτών, αλλά σχεδιάζονται με τρόπο που οι δομές να δοκιμάζονται στα όρια τους και συχνά να αποτυγχάνουν, προκειμένου να αποκαλύπτονται οι αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού και εκ των υστέρων να διορθώνονται.