Του Τέρη Χατζηιωάννου
Παραμονή των Ταξιάρχων εκπληρώνοντας ένα τάμα, βρεθήκαμε σε ένα μοναδικό μοναστήρι. Η Σταυροπηγιακή Μονή Ταξιάρχη Μιχαήλ Ρουκουνιώτη, είναι το παλιότερο μοναστηριακό φρουριακό συγκρότημα στη Σύμη. Η ιδιαιτερότητα του (η ύπαρξη δύο ναών, ο ένας υπερκείμενου του άλλου, είναι αποτέλεσμα των διαδοχικών οικοδομικών φάσεων τις οποίες έχει υποστεί η μονή, κυρίως κατά τον 18ο αιώνα), καθιστούν το συγκρότημα μοναδικό στον ελληνικό χώρο. Κτίστηκε το 14ο αιώνα από Ιωαννίτες Ιππότες, πάνω σε χαλάσματα παλαιότερου μοναστηριού, γεγονός που το καθιστά ένα από τα παλαιότερα χριστιανικά μνημεία στα Δωδεκάνησα. Μετά την κατάληψη της Ρόδου από τον Σουλτάνο Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή το 1523, η Σύμη όπως και τα άλλα μικρότερα νησιά, περιήλθαν στην τουρκική διοίκηση του σαντζακιού της Ρόδου και απέκτησαν προνόμια που τους βοήθησαν να αναπτύξουν την ναυτική τέχνη και το εμπόριο. Μέχρι και την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669, τα πλοία των Συμιακών έφεραν τη σημαία του Αγίου Μάρκου με τα συνεπακόλουθα προνόμια, προκειμένου να προστατευτούν από τους πειρατές, οπότε βρέθηκαν και πάλι εκτεθειμένα.
Τον Γενάρη του 1684 η κοινότητα των Συμαίων έστειλε ως απεσταλμένο τον ηγούμενο της Μονής Ρουκουνιώτη, ιερομόναχο Ανανία για να διαπραγματευτεί με τον Φραγκίσκο Μοροζίνη, διοικητή του στόλου της Βενετικής Δημοκρατίας την προστασία των πλοίων τους, όπως αποδεικνύει η επιστολή του Μοροζίνη προς «τους επαρχιώτες της νήσου Σύμης». Στο πρώτο μισό του 17ου αιώνα και μάλλον μετά το 1618 χρονολογείται και η μεγάλη φορητή εικόνα της Φιλοξενίας του Αβραάμ που εκτίθεται στο κάτω καθολικό, έργο του κρητικού ζωγράφου Στυλιανού Γεντή ή Γενίτη.
Στον ίδιο ζωγράφο αποδίδεται και η μεγάλη λατρευτική εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, στο άνω καθολικό, σύμφωνα με επιγραφική μαρτυρία. Ο 18ος αιώνας φαίνεται ότι ήταν περίοδος ακμής για τη Μονή. Το 1738 τοιχογραφήθηκε ο πάνω ναός από τον λαϊκότροπο ζωγράφο Γρηγόριο το Συμαίο, ενώ το ίδιο διάστημα η μοναστική κοινότητα του Ρουκουνιώτη αριθμούσε περί τους 80 καλόγερους σύμφωνα με βιβλιογραφική πηγή.
Το 1765 ιδρύθηκε στη Σύμη η Σχολή της Αγίας Μαρίνας την οποία ενίσχυαν οικονομικά οι Μονές Πανορμίτη και Ρουκουνιώτη. Από τους μορφωμένους μοναχούς των δυο Μονών προερχόταν ενίοτε και το διδακτικό προσωπικό της Σχολής. Κατά τον 19ο και 20ο αιώνα, μολονότι η παλιά αίγλη είχε χαθεί και η πρωτοκαθεδρία είχε περάσει στην Ι.Μ. Πανορμίτη, η Μονή Ρουκουνιώτη διέθετε οικονομικούς πόρους και μεγάλη κτηματική περιουσία. Από τα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα η μοναστική κοινότητα βρισκόταν σε παρακμή, ενώ καλόγεροι υπήρχαν στη μονή μέχρι το θάνατο του τελευταίου ηγουμένου Μακαρίου Μπάρβα, το 1945.
Αξιόλογα είναι το μεγάλων διαστάσεων αιωνόβιο κυπαρισσόδεντρο, έξω από την είσοδο του αύλειου χώρου της Μονής του «Μιχαήλη», το αρκοσόλιο με τους τάφους των ηγουμένων στο κάτω καθολικό, ένα μικρό σκαλοπάτι από οικόσημο της περιόδου της Ιπποτοκρατίας, τα ξυλόγλυπτα τέμπλα των δύο ναών και βεβαίως η λατρευτική εικόνα του Αρχάγγελου Μιχαήλ με το αστέρι από πολύτιμες πέτρες στο μέτωπο του, μοναδική στον ελληνικό αγιογραφικό χώρο.
Ο Ρουκουνιώτης άναψε την κανδήλα του, μοσχοβόλησε λιβάνι, γέμισε ψαλμωδίες και ύμνους και χτύπησε τις καμπάνες για να υποδεχθεί τους προσκυνητές στη γιορτή του Παμμέγιστου Αρχιστράτηγου Μιχαήλ. Και του χρόνου…