Την 20η Νοεμβρίου 2018 θα αναβιώσει ενώπιον του Στ’ Τμήματος του Αρείου Πάγου υπόθεση σωματεμπορίας που είχε προκαλέσει αίσθηση στο νησί της Ρόδου, μετά την άσκηση αιτήσεως αναίρεσης από ένα εκ των 8 κατηγορούμενων.
Ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου κατηγορούμενοι ήταν 8 κάτοικοι Ρόδου, Αττικής, Κω και Καρπάθου.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε επιβάλει:
– Ποινή κάθειρξης 13 ετών και 14 μηνών και χρηματική ποινή 71.200 ευρώ με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα στον Θ. Α., κατηγορούμενο για σωματεμπορία από κοινού, αρπαγή ανηλίκου από κοινού, παραβίαση προσωπικών δεδομένων από κοινού και παράνομη οπλοκατοχή.
Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο τον έκρινε ένοχο αναγνωρίζοντάς του ελαφρυντικό και παύοντας υφ’ όρων διώξεις για πλημμελήματα και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 5 ετών και 9 μηνών την οποία μετέτρεψε προς 5 ευρώ ημερησίως.
– Ποινή κάθειρξης 10 ετών και 6 μηνών και χρηματική ποινή 52.000 ευρώ είχε επιβληθεί στην Ε. Μ. για σωματεμπορία από κοινού.
Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της αναγνώρισε ελαφρυντικό, την έκρινε αθώα παραβίασης προσωπικών δεδομένων και της επέβαλε ποινή φυλάκισης 3 ετών με 3ετή αναστολή.
Αθώοι κρίθηκαν ο Ι.Κ. στον οποίο είχε επιβληθεί πρωτοδίκως ποινή κάθειρξης 10 ετών και 10 μηνών και χρηματική ποινή 52.000 ευρώ και οι Ι. Τ., Δ. Π., Μ. Σ. και Ι. Λ. στους οποίους είχε επιβληθεί πρωτοδίκως ποινή κάθειρξης 10 ετών και χρηματική ποινή 50.000 ευρώ.
Ως ανυποστήρικτη απορρίφθηκε η έφεση του Χ. Λ., κατοίκου Καρπάθου, που έχει καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης 10 ετών και 10 μηνών και χρηματική ποινή 52.000 ευρώ ενώ δεν είχε ασκήσει έφεση ο Φ. Κ., που είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ποινή φυλάκισης 10 μηνών με 3ετή αναστολή για αρπαγή ανηλίκου από κοινού.
Την 29η Μαρτίου 2010 μια 21χρονη, υπήκοος Ρωσίας, παρουσιάστηκε στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου και κατήγγειλε ότι τον Φεβρουάριο του 2009 ήλθε στην Ελλάδα προκειμένου να εργαστεί ως χορεύτρια, μέσω ενός τουριστικού γραφείου.
Όταν έφτασε στην Αθήνα τηλεφώνησε σε μια Ρωσίδα, ονόματι Νατάσα, η οποία την ενημέρωσε ότι θα την παρελάμβανε από το αεροδρόμιο ο πρώτος εκ των κατηγορουμένων.
Εκείνος αφού πήρε το διαβατήριό της, εξέδωσε και για τους δύο εισιτήρια προκειμένου να έρθουν στη Ρόδο.
Όταν έφτασαν στο νησί, όπως ισχυρίζεται, την οδήγησε σε ένα σπίτι στ’ Αφάντου και της είπε ότι θα μένει εκεί. Έκτοτε, όπως ισχυρίστηκε, δεν της επέστρεψε το διαβατήριό της, λέγοντάς της ότι το κρατούσε προκειμένου να τακτοποιήσει τα χαρτιά της για να έχει νόμιμη παραμονή στη χώρα.
Ένα μήνα μετά μετέβησαν, όπως δήλωσε, σε ένα μπαρ της Κω και εκεί της ζήτησε να συνευρίσκεται με πελάτες, εφόσον το επιθυμούν, έναντι αμοιβής.
Ισχυρίστηκε ακόμη ότι την απείλησε ότι αν δεν υπάκουε θα την “πωλούσε” για να δουλεύει κλεισμένη σε οίκο ανοχής, λέγοντάς της ακόμη ότι χρειαζόταν τα χρήματα προκειμένου να της εξασφαλίσει νομιμοποιητικά έγγραφα για την παραμονή της στη χώρα.
Στο συγκεκριμένο μπαρ, σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς της, συνευρίσκετο ερωτικά με πελάτες έναντι αμοιβής, που εισέπραττε ο ιδιοκτήτης του μπαρ, ο οποίος και κανόνιζε τα ραντεβού της.
Επέστρεψε στη συνέχεια, όπως διηγείται, στη Ρόδο και ο πρώτος κατηγορούμενος την έβαλε να δουλέψει για δέκα μέρες σε μπαρ στην οδό Καποδιστρίου ως στριπτιζέζ και συνοδός πελατών και μετά σε ένα άλλο μπαρ στον Αρχάγγελο για τρεις μήνες.
Στο τελευταίο μπαρ, όπως διατείνεται, συνευρίσκετο ερωτικά με πελάτες έναντι αμοιβής που εισέπραττε ο ιδιοκτήτης. Εν συνεχεία εργάστηκε, όπως ισχυρίστηκε, σε μπαρ στην περιοχή της Ιξιάς για τρεις μήνες, όπου συνέβαινε το ίδιο, ενώ εργάστηκε και σε μπαρ στη Ρόδο.
Στο τελευταίο κέντρο, όπως δήλωσε δεν συνευρέθη ερωτικά με πελάτες διότι ο ιδιοκτήτης φοβόταν μην συλληφθεί.
Μαζί με μια άλλη κοπέλα από τη Ρωσία, μεταφέρθηκαν στην πορεία σε μπαρ στην Κάρπαθο, όπου συνευρίσκετο ερωτικά με πελάτες με όμοιο τρόπο.
Ο πρώτος κατηγορούμενος, όπως κατέθεσε, στην πορεία μετέφερε την ίδια και την συμπατριώτισσά της σε ένα σπίτι στα Κοσκινού. Στο σπίτι αυτό υπήρχαν κάμερες στο εσωτερικό του από τις οποίες ο πρώτος κατηγορούμενος τις παρακολουθούσε μέσω του κινητού του τηλεφώνου!
Τις ίδιες κάμερες φέρεται να είχε και σε ένα σπίτι στο Ροδίνι, όπου διέμεναν αρχικά.
Στη Ρόδο ο πρώτος κατηγορούμενος, όπως κατήγγειλε, στη συνέχεια την έβαλε να δουλέψει σε μπαρ στην οδό Καποδιστρίου για ενάμιση μήνα και εκεί αναγκάστηκε να συνευρεθεί ερωτικά με ένα άτομο.
Αφού είχαν γυρίσει από το μπαρ αυτό στο σπίτι στα Κοσκινού με την άλλη Ρωσίδα περί ώραν 07.00 βρήκε, όπως είπε, την ευκαιρία και το έσκασε για να καταγγείλει τα ανωτέρω στην αστυνομία.
Υποστήριξε παραπέρα ότι ο πρώτος κατηγορούμενος την είχε χτυπήσει όταν έμαθε ότι ήταν έγκυος από ένα φίλο της στην Κάρπαθο.
Ισχυρίστηκε ακόμη ότι της έφτιαξε βιβλιάριο εργασίας στο οποίο φαινόταν ότι ήταν δήθεν παντρεμένη με Έλληνα υπήκοο.
Υποστήριξε επίσης ότι δεχόταν απειλητικά τηλεφωνήματα στο κινητό της τηλέφωνο.
Η 17χρονη που διέμενε σε διαμέρισμα στην οδό Μαλιαράκη, απασχολούνταν ως σερβιτόρα σε εστιατόριο και παρουσιάστηκε στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου.