«Τι πρέπει να κάνει η Ευρώπη για να βοηθήσει την Ελλάδα»

Στη συνεδρίαση της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής (20.9.13), με θέμα την ανταλλαγή απόψεων με τους Έλληνες Ευρωβουλευτές, σχετικά με την ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τη χώρα μας από 1/1/2014, ο καθηγητής Δημήτρης Κρεμαστινός επικέντρωσε την τοποθέτησή του στο τι πρέπει να κάνει η Ευρώπη για να βοηθήσει την Ελλάδα αντί να αρκείται, όπως υποστήριξε, μόνο σε συμβουλές.
Το πλήρες κείμενο της ομιλίας του κ. Κρεμαστινού είναι το ακόλουθο:
«Κύριε Πρόεδρε, μέσα σε ένα κλίμα γενικότερης ανησυχίας, που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη χώρα, πρέπει ο καθένας να προσφέρει ό,τι θετικό μπορεί, για να υπάρξει κοινωνική γαλήνη και για να μπορεί να γίνει μια συζήτηση, που θα φέρει αποτελέσματα.
Κατ’ αρχάς, πρέπει να δούμε το θέμα ιστορικά της Προεδρίας της χώρας. Εγώ, με άλλη ιδιότητα βέβαια, βρέθηκα πολύ κοντά στον Πρωθυπουργό τότε, τον Ανδρέα Παπανδρέου, που έκανε δύο Προεδρίες, και ήξερα ποια ήταν η φιλοσοφία του για την Προεδρία. Η φιλοσοφία του ήταν «τι κερδίζει η χώρα, οικονομικά κυρίως, από την Ευρώπη και τι δίνει η χώρα στην Ευρώπη»; Παραδείγματος χάριν, υποστήριζε τότε τη διεύρυνση προς τον Νότο. Το επιχείρημα το βασικό ήταν ότι κάποια στιγμή οι χώρες του Βορρά που είναι πλουσιότερες, θα πιέσουν τον Νότο. Και όταν ο Νότος έχει μέσα την Ισπανία και την Πορτογαλία η φωνή του θα είναι πιο δυνατή. Ήταν δηλαδή, ένα πολιτικό επιχείρημα. Είναι άλλωστε η εικόνα που έχουμε και σήμερα.
Αργότερα, δυστυχώς, δεν επικράτησε αυτή η λογική και όταν έγινε η μεγάλη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα έχασε οικονομικά. Έχασε από τα όμορα κράτη τα οποία προσέφεραν φορολογικούς παραδείσους, με αποτέλεσμα η βιομηχανία της χώρας μας να έχει μηδενιστεί σήμερα, χωρίς να υπάρχουν ανταλλάγματα. Για σκεφτείτε: Θα δεχόταν ποτέ η Γερμανία ως μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση κάποια ανταγωνιστική χώρα με κίνδυνο να χάσει το μεγάλο πλεονέκτημά της που ήταν η υπεροχή της στη βιομηχανία; Εάν όμως συνέβαινε, θα ζητούσε και θα έπαιρνε κάποια ανταλλάγματα. Τι ανταλλάγματα ζητήσαμε εμείς με τη διεύρυνση της Ε.Ε. με χώρες του τέως ανατολικού μπλοκ (Βουλγαρία, Ρουμανία, Πολωνία κλπ.); Και τι πήραμε; Σχεδόν τίποτα.
Η χώρα μας δεν διεκδίκησε ανταλλάγματα. Η περίφημη διεύρυνση που σήμερα έχουμε, οικονομικά δεν μας ωφέλησε και εδώ είναι τα μεγάλα προβλήματα που προκύπτουν και που κατά τη γνώμη μου πρέπει η Ελληνική Προεδρία και το Υπουργείο Εξωτερικών και ο Πρωθυπουργός τώρα να αναδείξουν.
Σε σχέση με τα ερωτήματα των μεγαλόσχημων του Ευρωκοινοβουλίου, πώς μια χώρα στην οποία υπάρχει τόση αναταραχή, με ακραία κόμματα, μπορεί να αναλάβει την Προεδρία, νομίζω πως πρέπει οι Ευρωβουλευτές μας να έχουν ξεκάθαρη θέση πάνω σε αυτά. Όσοι ενδιαφέρονται τόσο πολύ για αυτή τη χώρα, πρέπει να καταλάβουν ότι οι Έλληνες εγκατέλειψαν τα δύο μεγάλα κόμματα και στράφηκαν σε άλλους σχηματισμούς που υποστήριξαν ότι η πολιτική σκληρής λιτότητας που η Κυβέρνηση ακολουθεί ως μονόδρομο, δεν είναι ο μόνος δρόμος εξόδου από την κρίση. Αυτή είναι η διαφορά που έχουμε στην ουσία και όχι ο διαχωρισμός μεταξύ δήθεν μνημονιακών και αντιμνημονιακών. Κανένας δεν είναι ευτυχής να υποστηρίζει τα μέτρα λιτότητας σαν φάρμακο κατά της χρεοκοπίας.
Ο προβληματισμός λοιπόν πρέπει να στοχεύει στη σωστή επιλογή του δρόμου ή των δρόμων εκείνων που μπορούν να μας βγάλουν από την κρίση. Αν οι εταίροι μας ενδιαφέρονται τόσο πολύ για την Ελλάδα, πρέπει να ανασυντάξουν ένα κοινωνικό κράτος αλληλεγγύης. Όπως ο Ερυθρός Σταυρός στον πόλεμο ενδιαφέρεται για τους τραυματίες, για τους ανάπηρους, έτσι και η Ευρώπη πρέπει με συγκεκριμένα προγράμματα να διασφαλίσει την υγεία, την παιδεία και τη διατροφή ακόμα σε αυτούς που δεν μπορούν να την έχουν, λόγω της κατάστασης που επικρατεί στη χώρα. Θα κρατήσει ένα χρόνο; Δύο; Πρέπει να υπάρξει ένα τέτοιο ανθρωπιστικό πρόγραμμα και όχι να μας κατηγορούν ότι δεν μπορούμε να αναλάβουμε την Προεδρία λόγω της κατάστασης που επικρατεί.
Υπάρχουν άνθρωποι που φτωχαίνουν περισσότερο κάθε μέρα, άνθρωποι που νιώθουν μεγάλη ανασφάλεια και όλοι σχεδόν οι Έλληνες θεωρούν το μέλλον, αβέβαιο. Όσοι λοιπόν ενδιαφέρονται πραγματικά γι’ αυτόν τον λαό, αντί να κάνουν υποδείξεις, πρέπει να λάβουν υπόψη κατ’ αρχήν τον παράγοντα άνθρωπο. Το κοινωνικό κράτος αλληλεγγύης πρέπει να το ζητήσουν και οι Ευρωβουλευτές κατά τη διάρκεια της Προεδρίας μας, αλλά και η κυβέρνηση – εφόσον δεν μπορεί η ίδια να το εξασφαλίσει. Και δεν μπορεί, γιατί δεν έχει τα λεφτά.
Δεν μου αρέσει να λέω άλλα από αυτά που πιστεύω. Αυτά πιστεύω και αυτά λέω.»