Αγαπητοί συνάδελφοι, με τον Προϋπολογισμό του 2019 καταφέραμε να συνδυάσουμε όλα όσα προϋποθέτει η δημοσιονομική αξιοπιστία και ταυτόχρονα, να έχουμε το περιθώριο να στηρίξουμε έμπρακτα την κοινωνία. Να θέσουμε τις βάσεις για μια υγιή και δίκαιη ανάπτυξη.
Με τον προϋπολογισμό μας, που είναι επεκτατικός για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία μνημονιακών πολιτικών, χαράσσουμε και προσδιορίζουμε τη δική μας αναπτυξιακή πρόταση απέναντι στις πολιτικές της σκληρής λιτότητας που ήταν η επιλογή των προηγούμενων κυβερνήσεων. Κύριοι συνάδελφοι, όταν είδα το όνομά μου γραμμένο τελευταίο στη λίστα των ομιλητών, αναρωτήθηκα τι θα έχει μείνει να πει κανείς ως Βουλευτής αφού θα έχουν μιλήσει αρκετοί Υπουργοί, όλοι οι Κοινοβουλευτικοί Εκπρόσωποι, όλοι οι άλλοι συνάδελφοι. Έτσι, κατέληξα ότι το καλύτερο θα ήταν να καταθέσω στο Σώμα προτάσεις και σκέψεις που διαμορφώθηκαν μέσα από τις συζητήσεις που είχα με φίλους και συνεργάτες για το μέλλον της Χώρας. Σας παρουσιάσω λοιπόν, τρεις θεματικές ενότητες με προτάσεις που αφορούν τον προϋπολογισμό, αλλά και την καθημερινότητα των πολιτών.
Η πρώτη ενότητα αναφέρεται στην υπερχρέωση της χώρας, η δεύτερη ενότητα στο κοινωνικό απόθεμα που περιλαμβάνει ο προϋπολογισμός και η τρίτη είναι μια σειρά από ερωτήσεις που κυριάρχησαν στις συζητήσεις και οι αντίστοιχες απαντήσεις που δόθηκαν και τις οποίες επίσης καταθέτω.
Στον προϋπολογισμό του 2019, περιλαμβάνεται ένα σημαντικό κονδύλι, περίπου 6 δισεκατομμύρια ευρώ, για την πληρωμή τόκων και δανείων του δημόσιου χρέους. Το ποσό αυτό παρά τις ευνοϊκές ρυθμίσεις που έχουν γίνει παραμένει πολύ μεγάλο. Και παραπέμπει φυσικά στον υπερδανεισμό της χώρας που συντελέστηκε σε όλη την περίοδο μέχρι το 2009. Ας θυμηθούμε ότι τότε το δημόσιο χρέος ανερχόταν περίπου στα 300 δισεκατομμύρια ευρώ και ως ποσοστό του ΑΕΠ περίπου στο 120%. Παραμένει, όμως (και σήμερα) πολύ υψηλό, παρά τις θυσίες στις οποίες υποβλήθηκε ο ελληνικός λαός επί πολλά χρόνια και παρά τις «αναδιαρθρώσεις» που ανεπιτυχώς επιχειρήθηκαν μέχρι το έτος 2014, όπως το PSI κ.λπ.
Ας έρθουμε όμως, στο κρίσιμο ερώτημα: Ποιοι ευθύνονται για την υπερχρέωση της χώρας; Αυτοί που κυβερνούσαν μέχρι το 2009. Και τι ουσιαστικό έκαναν αυτοί που κυβερνούσαν μέχρι το 2014 για την αντιμετώπιση αυτού του τεράστιου προβλήματος; Σήμερα έχουμε το φαινόμενο τα ίδια κόμματα, οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις, τα ίδια πρόσωπα που προκάλεσαν αυτήν την αλόγιστη διαχείριση και διόγκωση του δημόσιου χρέους να εμφανίζονται ως τιμητές, αλλά και ως σωτήρες ταυτόχρονα, χωρίς ίχνος κριτικής και αιδούς και μάλιστα, χρησιμοποιώντας ένα περιτύλιγμα υποκρισίας, τον όρο «πολιτικός πολιτισμός», μέσα στο οποίο όμως δεν μπορείς να κρυφτείς. Γιατί αν ο πολιτικός πολιτισμός δεν βγαίνει από την καρδιά σου, αν δεν βγαίνει από το μυαλό σου, από το βίωμά σου και την κουλτούρα σου, τότε το καταλαβαίνει όλος ο κόσμος. Κύριοι συνάδελφοι, σκεφθείτε: Αν το ύψος του δημόσιου χρέους ήταν στο μισό του σημερινού πόσο σημαντική εξοικονόμηση πόρων θα είχαμε από την εξυπηρέτησή του. Πόροι που θα μπορούσαν να διατεθούν τόσο για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής όσο και για τη χρηματοδότηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Δεν είναι, όμως, μόνο η επιβάρυνση σε τόκους η μόνη επίπτωση της υπερχρέωσης της χώρας. Η αδυναμία δανεισμού από τις αγορές που προέκυψε από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης το 2009, έφερε στη χώρα την εποπτεία, την επιτροπεία, τα μνημόνια, τα επώδυνα μέτρα με όλες τις συνέπειες που υπέστη ο ελληνικός λαός και ιδιαίτερα τα πιο ευπαθή κοινωνικά στρώματα, όπως οι συνταξιούχοι, οι άνεργοι, οι μικροεπαγγελματίες, οι υπάλληλοι κ.λπ. Και ο «βρόχος» του υψηλού δημόσιου χρέους θα συνεχιστεί, δυστυχώς, για πολλά χρόνια, να «στραγγαλίζει» την οικονομία της χώρας και να υπονομεύει την ανάπτυξη. Σε αυτήν την οικονομική δράση εμείς απαντούμε με μια πολιτική αντίδραση, κατά την έννοια της φυσικής. Η πολιτική μας αντίδραση είναι ο σχεδιασμός ενός άλλου, διαφορετικού, κοινωνικά δίκαιου αναπτυξιακού μοντέλου.
Δεύτερον, ο προϋπολογισμός του 2019, όπως σωστά έχει επισημανθεί, είναι ο πρώτος προϋπολογισμός που δεν περιλαμβάνει περιοριστικά μέτρα. Αντίθετα, έχει μέτρα ανακούφισης ευπαθών κοινωνικών ομάδων, όπως η μείωση του ΕΝΦΙΑ, η μη περικοπή των συντάξεων, το επίδομα στέγασης και άλλα, τα οποία σε συνδυασμό με άλλα μέτρα που προωθούνται, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού, σηματοδοτούν τη μετάβαση στη νέα μεταμνημονιακή εποχή και αποτελούν ουσιαστικά ποιοτική αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, με στόχο την ενίσχυση των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων. Θα πρότεινα εδώ, γνωρίζοντας την ευαισθησία του υπουργού Υγείας, κ. Ξανθού, και του αναπληρωτή υπουργού, κ. Πολάκη, για τα προβλήματα της τρίτης ηλικίας – και αυτή είναι η πρόταση που σας έλεγα – και στο πλαίσιο της μελετώμενης νέας πολιτικής για το φάρμακο, να αποφασιστούν δύο απλά συγκεκριμένα μέτρα. Πρώτον, να επανέλθει σε όλα τα φάρμακα η συμμετοχή του ασφαλισμένου στα επίπεδα που ίσχυαν μέχρι το 2012, δηλαδή 0%, 10% και 25%, υπολογισμένη στην πραγματική τιμή του φαρμάκου και δεύτερον, να περιοριστεί ο αριθμός των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και να ελεγχθούν οι τιμές τους.
Παράλληλα, τίθεται από πολλούς το ζήτημα αν όλα αυτά τα μέτρα και γενικότερα η νέα κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής έχουν αναπτυξιακή διάσταση. Η απάντηση που δόθηκε είναι θετική. Η αύξηση της κατανάλωσης που φέρνουν αυτά τα μέτρα θα συμβάλλει στην αντίστοιχη αύξηση του ΑΕΠ και επομένως θα λειτουργήσει αναπτυξιακά. Αλλά, φυσικά αυτό δεν αρκεί.
Για να εμπεδωθεί η ανάπτυξη της οικονομίας, η οποία έχει εισέλθει σε ανοδική τροχιά χρειάζεται να γίνουν επενδύσεις ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα.
Και στο θέμα αυτό ο προϋπολογισμός δίνει θετική απάντηση.
Περιλαμβάνει μέτρα τα οποία θα συμβάλλουν στη δημιουργία ευνοϊκού κλίματος για τις επενδύσεις. Τέτοια μέτρα είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών, η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 50% στους νέους εργαζόμενους, που έχει ήδη ψηφιστεί, η μείωση της φορολογίας στα διανεμόμενα κέρδη των επιχειρήσεων και η σταδιακή μείωση του φόρου επί των κερδών των επιχειρήσεων.
Αγαπητοί συνάδελφοι, περνώντας στην τρίτη ενότητα, θα θέσω τα κρίσιμα ερωτήματα που συζητήθηκαν:
Πρώτο, ποιοι ευθύνονται για την υπερχρέωση της χώρας, που οδήγησε στα μνημόνια; Κοινή απάντηση όλων: Όσοι κυβέρνησαν τη χώρα μέχρι το 2010.
Δεύτερο, πώς διαχειρίστηκαν την κρίση στα χρόνια 2010-2014 οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας; Με μέτρα που επιβάρυναν κύρια τους πιο φτωχούς συμπολίτες μας και τη μεσαία τάξη.
Τρίτο, ποιοι επέβαλαν τα σκληρά μέτρα των μνημονίων; Η απάντηση, νομίζω, είναι γνωστή απ’ όλους: Οι δανειστές με τη συνδρομή των εγχώριων οικονομικών ελίτ και των κομμάτων της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ.
Τέταρτο, τι κρύβει το προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας; Απάντηση: Απολύσεις και νέα μέτρα υπέρ των πλουσίων και σε βάρος των χαμηλών εισοδημάτων.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρόεδρος της ΝΔ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επαίρεται ότι θα γυρίσει σελίδα. Δεν μας λέει, όμως, προς ποια κατεύθυνση θα τη γυρίσει. Γιατί αν τη γυρίζεις προς τα «δεξιά», τότε γυρίζεις στα προηγούμενα κεφάλαια, δηλαδή γυρίζεις στο παρελθόν και στη συντήρηση.
Εμείς με τη νίκη και με τη βεβαιότητα ότι ο ελληνικός λαός θα μας εμπιστευτεί και την επόμενη τετραετία θα γυρίσουμε τη σελίδα προς τα «αριστερά» για να γράφουμε σε λευκές σελίδες το μέλλον του και την αναπτυξιακή του διάσταση.