Το δημογραφικό πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο ως ένα άμεσης προτεραιότητας εθνικό ζήτημα. Οι προβλέψεις είναι δυσοίωνες, οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και χρειάζεται άμεση εγρήγορση. Από όλους.
“Σε οποιοδήποτε σενάριο ακόμη και στο πλέον ευνοϊκό είναι γεγονός ότι ο πληθυσμός μας θα μειωθεί προοδευτικά τα επόμενα χρόνια. Η γήρανση του πληθυσμού θα συνεχίσει και το ποσοστό των υπερηλίκων θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο, με τον πληθυσμό της σχολικής ηλικίας να παρουσιάζει διάφορες αυξομειώσεις”.
Η υπογεννητικότητα και εν γένει το δημογραφικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα μας συνοψίζονται σε αυτές τις αράδες του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Βύρωνα Κοτζαμάνη και δεν είναι ο μόνος ο οποίος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Ένας κίνδυνος, η μία βόμβα -αν θέλετε- η οποία βρίσκεται στα θεμέλια της χώρας πάνω και πέρα από όποια πολιτική και οικονομική κρίση.
Αλήθεια, πόσο μεγάλο είναι το δημογραφικό πρόβλημα; Αποτελεί το νούμερο ένα εθνικό πρόβλημα; Υπάρχουν λύσεις και ποιες είναι; Τι πρέπει να κάνουμε και πως να δράσουμε; Ερωτήματα που αναζητούν απαντήσεις όχι σήμερα, αλλά χθες.
Το πρόβλημα με την ελληνική νοοτροπία, την ελληνική Δημοκρατία είναι ότι λειτουργεί για το σήμερα. Σχεδιάζει το σήμερα και σπάνια έως ποτέ δεν βλέπει μπροστά. Δεν αντιλαμβάνεται τις προκλήσεις και δεν σχεδιάζει με ορίζοντα μια και δύο δεκαετίες στο μέλλον. Τρανό παράδειγμα και το δημογραφικό πρόβλημα που αν και εντοπίζεται από τις αρχές του 1980, δεν υπάρχει, ακόμη και σήμερα, ένα εθνικό σχέδιο μια κοινή στρατηγική που θα έσωζε την Ελλάδα από πολλά δεινά. Και δεν φταίει κρίση. “Η αδιαφορία τα τελευταία 8 χρόνια μετατράπηκε σε επικίνδυνη συμπεριφορά εξαιτίας της πολιτικής που επιβλήθηκε” σημειώνει η Ήρα -Πουλοπούλου στο βιβλίο της “Ο πληθυσμός της Ελλάδας υπό διωγμόν” υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι οι οικονομικές εξελίξεις “οδήγησαν την χώρα σε δραματικές δημογραφικές επιπτώσεις”.
Το δόγμα του σοκ, λοιπόν, που επιβλήθηκε και στην χώρα μας, γνωστό από το βιβλίο της Ναόμι Κλάιν, αποδεικνύει πως η πολιτική που βασίζεται στις ιδέες του Μ.Φριντμαν και της Σχολής του Σικάγο (περιορισμός κρατικών δαπανών και ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων) κατέληξε στην καταστροφή των χωρών και των λαών, με τα μέτρα που επιβλήθηκαν και στην Ελλάδα να αποτελούν ένα ακόμη λιθαράκι στην επιπλέον συρρίκνωση της χώρας. Όχι μόνο μειώθηκε σε απόλυτους αριθμούς η χώρα, αυξήθηκε η θνησιμότητα, ενώ μεταλλάχτηκαν οι αιτίες θανάτων.
Από το 2011 και για πρώτη φορά μεταπολεμικά, ο πληθυσμός της Ελλάδας ξεκίνησε να μειώνεται με τους γηραιότερους να αυξάνονται. Άλλωστε δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της διαΝΕΟσις ο πληθυσμός της χώρας υπολογίζεται στα ανάμεσα στα 10 εκατ.(αισιόδοξο σενάριο) και τα 8,3 εκατ. (απαισιόδοξο σενάριο). Δίπλα στις προβλέψεις αυτές, έρχεται εκείνη της Eurostat, που κάνει λόγο για πληθυσμό 7,2 εκατομμυρίων το 2080.
Γιατί μειώνονται οι γεννήσεις; Πώς έχει αλλάξει η ζωή των πολύτεκνων οικογενειών στη χώρα μας με το πέρασμα του χρόνου; Γιατί καθίσταται διαρκώς δυσκολότερο για τα νέα ζευγάρια να αποκτήσουν οικογένεια; Ποια είναι η θέση των υπευθύνων, των πολιτικών κομμάτων, προκειμένου να ξεφύγει η χώρα μας από αυτόν τον φαύλο κύκλο;
Ο χρόνος τελείωσε. Επιβάλλονται εθνικές προτάσεις και λύσεις στη ρίζα του προβλήματος με έναν κοινό παρανομαστή. Την στήριξη των νέων ζευγαριών με στόχο τη διαμόρφωση ενός κοινωνικού και εργασιακού περιβάλλοντος ευνοϊκό για τη δημιουργία οικογένειας.
Κυριάκος Πιερρακάκης: “Χρόνος δεν υπάρχει. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει βούληση”
Ασφαλιστικό, οικονομική ανάπτυξη, γεωπολιτική θέση της χώρας, είναι κάποιοι από τους τομείς που επηρεάζονται από το δημογραφικό ζήτημα, εξηγεί ο διευθυντής ερευνών της διαΝΕΟσις, Κυριάκος Πιερρακάκης, τονίζοντας πως το μεγάλο αυτό ζήτημα αποτελεί συνισταμένη δύο ισοζυγίων.
“Το πρώτο είναι αυτό των γεννήσεων και των θανάτων. Το δεύτερο, ο αριθμός των ανθρώπων που έρχονται στην χώρα μας και αυτός εκείνων που φεύγουν από αυτή”.
Σημαντική παράμετρος σε ό,τι αφορά το πρώτο ισοζύγιο, το οποίο το 2017 έγειρε υπέρ των θανάτων, είναι το ζήτημα της υπογεννητικότητας, με την οικονομική κρίση να μην είναι η (μοναδική) αιτία του. Πρόκειται για θέμα νοοτροπίας, το οποίο προϋπήρχε της κρίσης και έκτοτε μεγενθύνεται.
Έτσι, ο μέσος όρος παιδιών ανά ζευγάρι έπεσε στο 1,3 ενώ για την αναπλήρωση του πληθυσμού θα έπρεπε να ξεπερνάει το 2 ή το 2,1, καθιστώντας υποχρεωτικά τα μέτρα παρεμβάσεων ειδικά σε συνδυασμό με την παράλληλη αύξηση του προσδόκιμου ζωής.
Αντίθετα, το δεύτερο ισοζύγιο, επηρεάστηκε τα μέγιστα από την οικονομική κρίση. Αυτό δεν είναι άλλο από το μεταναστευτικό ισοζύγιο, “Παλαιότερα στην Ελλάδα ο πληθυσμός αυξανόταν λόγω των εισροών μεταναστευτικού δυναμικού. Δηλαδή τη δεκαετία του 1990 μπαίνουν στην χώρα 580.000, η συνεισφορά των γεννήσεων είναι 50.000 και η συνεισφορά της μετανάστευσης 530.000”.
Στην Ελλάδα της κρίσης, τέτοιου είδους φαινόμενα, που πάντα αύξαναν τον πληθυσμό της έχουν εκλείψει και πλέον ισχύει το αντίθετο: “Εχουμε το brain drain, το φαινόμενο διαρροής του εργατικού δυναμικού στα χρόνια της κρίσης με πάνω από 400.000 να εγκαταλείπουν τη χώρα και για πρώτη φορά μεταπολεμικά είχαμε πληθυσμιακή μείωση. Ο πληθυσμός πέφτει από τα 11,1 εκατ. στα 10,7 εκατ. Αυτή η εικόνα είναι προβληματική. Και είναι το δεύτερο χειρότερο δημογραφικό προφίλ της Ένωσης”.
Η πρόβλεψη κι οι επιπτώσεις
Οι προβλέψεις για το πληθυσμιακό μέλλον της Ελλάδας είναι εξαιρετικά δυσοίωνες. Με βάση το χειρότερο σενάριο, ο πληθυσμός της χώρας θα φτάσει τα 8,3 εκατομμύρια το 2050. Πιο μετριοπαθής πρόβλεψη κάνει λόγο για 8,8 εκατομμύρια. Σε κάθε περίπτωση, μιλάμε για μία μείωση τουλάχιστον 2 εκατομμυρίων.
Η κατάσταση αυτή έχει επιπτώσεις και σε ό,τι αφορά στην σύσταση του πληθυσμού, εξηγεί ο κ. Πιερρακάκης. “Οι άνω των 65, που σήμερα αποτελούν το 21% του πληθυσμού, θα φτάσουν στο 30% – 33% του πληθυσμού το 2050”.
Η επιδείνωση του δημογραφικού γεννά μια σειρά από συνεπαγωγές. “Η πρώτη αφορά στο ασφαλιστικό σύστημα. Ένα σύστημα, που είναι ήδη προβληματικό. Αν επαληθευτούν οι προβλέψεις, ο νόμος Κατρούγκαλου δεν θα είναι επαρκής και θα πρέπει να γίνονται συνεχώς αυξήσεις στα όρια συνταξιοδότησης και μειώσεις στις συντάξεις, με τις εισφορές να είναι ήδη πάρα πολύ υψηλές”.
Η δεύτερη συνεπαγωγή αφορά την επιβράδυνση της οικονομίας. “Σε όσες χώρες έχουμε υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, συνήθως έχεις αυξήσεις στον ενεργό πληθυσμό, αλλα και στον συνολικό. Πώς, λοιπόν, η Ελλάδα θα πιάσει ανάπτυξη 4%, όταν ο πληθυσμός συνεχώς μειώνεται; Γιατί όταν μειώνεται ο πληθυσμός, μειώνονται και οι καταναλωτές, άρα και οι τζίροι στις αγορές”.
Υπάρχουν, επίσης, και τα γεωπολιτικά θέματα. “Θα πρέπει να δούμε αν στα σύνορα, στα νησιά ή άλλες περιοχές ο πληθυσμός μειώνεται πιο γρήγορα από ό,τι σε άλλα μέρη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει σαν χώρα πρέπει να πούμε ότι πρόκειται για ένα εθνικό θέμα και ότι πρέπει να προχωρήσουμε σε μια σειρά από πολιτικές προκειμένου να διαχειριστούμε το ζήτημα.
Οι πολιτικές αυτές, υπογραμμίζει ο κ. Πιερρακάκης, θα πρέπει να κινούνται σε τρεις άξονες:
Γονιμότητα: “Πώς δηλαδή θα στηρίξουμε την οικογένεια από το πρώτο παιδί και πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε την ελληνίδα μάνα να ξεκινήσει να κάνει παιδιά νωρίτερα. Οι περισσότεροι δημογράφοι λένε ότι πρέπει να δώσεις έξτρα κίνητρο ώστε να γίνει το πρώτο παιδί πριν τα 30έτη. Γιατί, αν γίνει σε αυτή την ηλικία, αυξάνεις την πιθανότητα και για δεύτερο”.
Για να συμβεί αυτό, τονίζει, απαιτείται, η λεγόμενη βοήθεια στο σπίτι· με εισοδηματικά κριτήρια, δωρεάν παιδικό σταθμό, δωρεάν ιατροφαρμακευτική κάλυψη, στήριξη του τοκετού αλλά και οικονομική ενίσχυση ενός νεου ζευγαριού. “Πρέπει να δημιουργηθεί ένα πακέτο ουσίας, το οποίο θα απευθύνεται στην ελληνική οικογένεια και θα την στηρίζει στην πράξη”.
Παραγωγικό μοντέλο: Σύμφωνα με τον διευθυντή της διαΝέοσις, η Ελλάδα μπορεί να κάνει πολύ καλά αυτό που κάνει η Φλόριντα και η Μαγιόρκα. Να φέρει πληθυσμούς από τον Βορρά για να μείνουν εδώ. Συνταξιούχους από τον Βορρά που θα ζουν στην Ελλάδα και θα ξοδεύουν εδώ τις συντάξεις τους. Όπως τονίζει, πρόκειται για ένα μέτρο στο οποίο η πλειοψηφία των πολιτών θα ήταν θετική.
Μέτρο που, παρά το γεγονός ότι δεν λύνει το δημογραφικό, καθώς οι άνθρωποι αυτοί δεν γίνονται πολίτες της χώρας, λύνει την οικονομική επιβράδυνση από την μείωση του πληθυσμού και παράλληλα μπορεί να αποτελέσει μια τεράστια συνεισφορά στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Πρόκειται για ένα είδος ενεργητικής πολιτικής μετανάστευσης, τονίζει ο κ. Πιερρακάκης. “Θα μπορούσαμε να πούμε, με σχέδιο, ότι θέλουμε συντξιούχους, τουρίστες και στελέχη που δουλευουν με τηλεεργασία. Και να παρέχουμε την υποδομή να δουλέψει όποιος θέλει από εδώ για την εταιρεία του. Θέλουμε και ανθρώπους υψηλών προσόντων και συμβατούς μαζί μας. Αυτό απαιτεί μια στρατηγική που θα θέτει τρεις προτεριαότητες. Αγγλόφωνα ΚΕΠ, κλινικές σε συνεργασία με τα ασφαλιστικά τους ταμεία, και real estate σε συγκεκριμένες περοχές, μεταξύ άλλων”.
Brain drain: Ο τρίτος άξονας σχετίζεται με το πώς μπορούμε να φέρουμε πίσω τους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν πρόσθετες δεξιότητες. “Για να συμβεί αυτό”, τονίζει, “απατείται γενική οικονομική ανάπτυξη και στοχευμένα προγράμματα, όπως πχ μεταδιδακτορικά προγράμματα, χρηματοδοτημένα από ευρωαπαϊκούς πόρους σε Πανεπιστήμια. Να χρηματοδοτήσουμε με ευρωπαϊκά χρήματα θέσεις για όσους έχουν υψηλά προσόντα”.
Μια δημοκρατία του “εδώ και τώρα”
Για τον κ. Πιερρακάκη, για την αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτούνται μακροπρόθεσμες πολιτικές. “Αλλά έχουμε ένα ελάττωμα σαν χώρα. Είμαστε μια Δημοκρατία του ‘εδώ και τώρα’ και όχι μια Δημοκρατία που σχεδιάζει μπροστά”.
Όπως τονίζει το γεγονός ότι στην χώρα μας έχει ξεκινήσει η σχετική συζήτηση και τα κόμματα έχουν ζητήσει τις σχετικές μελέτες της διαΝέοσις, αποτελεί ένα θετικό πρώτο βήμα, όμως αυτό που επί της ουσίας χρειάζεται προκειμένου να υπερβεί η χώρα τα “υπαρξιακά της προβλήματα”, όπως το δημογραφικό χρειάζεται η αντίληψη ότι το πρόβλημα έχει πάψει να αφορά το μετά και πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Για να αντιμετωπιστεί το μείζον αυτό πρόβλημα, που αποτελεί ζήτημα υπόστασης για την Ελλάδα, πρέπει να υπάρξει μια εθνική λογική. “Ως χώρα είμαστε στο σημείο καμπής. Έχουμε ήδη καθυστερήσει, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι να είμαστε εργατικοί καθώς η υπογεννητικότητα είναι το μεγαλύτερο θέμα που αυτή γενιά πρέπει να αντιμετωπίσει. Χρόνος δεν υπάρχει. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει βούληση”.
Τα πολιτικά κόμματα για το δημογραφικό
Η Σία Αναγνωστοπούλου από τον ΣΥΡΙΖΑ, ως πρόεδρος, ο Μάξιμος Χαρακόπουλος της Νέας Δημοκρατίας ως αντιπρόεδρος και ο Κώστας Μπαργιώτας του ΚΙΝΑΛ ως γραμματέας της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για το Δημογραφικό , παρέδωσαν την Παρασκευή 15/12 το πόρισμά της στον Πρόεδρο της Βουλής, Νίκο Βούτση.
Με δηλώσεις τους στο News 24/7 στέκονται στην ανάγκη χάραξης ενιαίας εθνικής και μακροπρόθεσμης πολιτικής με στόχο την ανάσχεση του δημογραφικού προβλήματος .
Αναγνωστοπούλου: Το δημογραφικό πρέπει να είναι στο επίκεντρο
“Βάση”, όλων των τομέων χαρακτηρίζει το δημογραφικό η πρόεδρος της Επιτροπής, κ. Σία Αναγνωστοπούλου, χωρίς την επίλυση του οποίου, “δεν μπορούμε να μιλήσουμε σοβαρά ούτε για παραγωγική ανασυγκρότηση, ούτε για ανάπτυξη”, ενώ κάνει λόγο για ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο ζήτημα που αφορά το πώς θα αντιστραφεί η κατάσταση που τείνει να διαμορφωθεί σε όλη την Ευρώπη, και το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο όχι μόνο με τις γεννήσεις αλλά και με την καλή κατάσταση των ηλικιωμένων ανθρώπων.
“Δεν μιλάμε μόνο για αυτούς που πρέπει να γεννηθούν, αλλά και για αυτούς που είναι σε μία προχωρημένη ηλικία, πώς θα είναι σε καλή κατάσταση. Θέλουμε να επωφεληθούμε από την δημιουργικότητα όλων των ηλικιών”.
Η κ. Αναγνωστοπούλου στέκεται επίσης στην σημασία που έχει η αλλαγή νοοτροπίας που έχει σημειωθεί στην χώρα μας αλλά και πανευρωπαϊκά σε ό,τι αφορά στα δικαιώματα του παιδιού και στο ζήτημα της ισότητας των δύο φύλων, αλλά και στα μεγάλα βήματα που έκανε το ελληνικό κράτος στην Μεταπολίτευση για την στήριξη των οικογενειών, των παιδιών, της ισότητας των δύο φύλων, για τα οποία, όπως τονίζει, “μένουν ακόμη να γίνουν πολλά”.
Χαρακόπουλος: Οι συνέπειες του δημογραφικού, καταλυτικές για την οικονομική ανάπτυξη, το ασφαλιστικό και το σύστημα υγείας
“Ζοφερή πραγματικότητα” χαρακτηρίζει την δημογραφική συρρίκνωση ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Μάξιμος Χαρακόπουλος τονίζοντας ότι πλέον αναγνωρίζεται η σημασία της “ακόμη και από όσους “έως πρόσφατα, φορώντας ιδεοληπτικά γυαλιά, απαξίωναν το πρόβλημα”. Ο κ. Χαρακόπουλος κάνει λόγο για “μείζον εθνικό πρόβλημα” το οποίο επιδείνωσε η φυγή 300.000 νέων στο εξωτερικό, που ήρθε να προστεθεί στον χαμηλό δείκτη γονιμότητας και την αυξανόμενη διαφορά του αριθμού των θανάτων έναντι των γεννήσεων.
Ο κ. Χαρακόπουλος αναφέρεται στις -εξαιρετικά δυσοίωνες- προβλέψεις για το μέλλον του ελληνικού πληθυσμού, τονίζοντας πως “οι συνέπειες του δημογραφικού θα είναι καταλυτικές για την οικονομική ανάπτυξη, το ασφαλιστικό, αλλά και το σύστημα υγείας της χώρας”.
Όπως αναφέρει “απαιτείται άμεσα μια συνεκτική δέσμη μέτρων σε κάθε τομέα της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, με στόχο σε πρώτη φάση την ανάσχεση της δημογραφικής συρρίκνωσης” και στέκεται στις προτάσεις που η Νέα Δημοκρατία κατέθεσε στην Επιτροπή, και οι οποίες κινούνται σε έξι άξονες: Μείωση του κόστους απόκτησης παιδιού, στήριξη των εργαζομένων γονέων και κυρίως των γυναικών, θεσμικά μέτρα για την γενικότερη προετοιμασία της κοινωνίας και της πολιτείας στις δημογραφικές εξελίξεις και την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων, μέτρα προώθησης της ενεργού γήρανσης και της διαγενεακής αλληλεγγύης, στήριξη των μεγάλων οικογενειών, αντιστροφή του brain drain.
Τα σημαντικότερα σημεία των μέτρων αυτών “αφορούν στην δυνατότητα των ζευγαριών να αποκτήσουν παιδιά, με μέτρα οικονομικού χαρακτήρα, ενίσχυση προς τις μεγάλες οικογένειες και αποφάσεις που θα σταματήσουν το φαινόμενο της φυγής των νέων και, ει δυνατόν, θα δρομολογήσουν την επιστροφή όσων έφυγαν”.
Μπαργιώτας: Το δημογραφικό η σοβαρότερη απειλή για την κοινωνική συνοχή και την ευημερία
“Η μείωση του πληθυσμού και η αναστροφή της ηλικιακής πυραμίδας υπέρ των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας υπονομεύουν την ανάπτυξη, το ασφαλιστικό σύστημα και την ίδια την υπόσταση του έθνους”, αναφέρει γραμματέας της επιτροπής κ. Κώστας Μπαργιώτας, υπογραμμίζοντας την αναγκαιότητα για μία συνεκτική, μακροχρόνια εθνική πολιτική με έμφαση στην υποστήριξη της μητρότητας, της οικογένειας και της προστασίας του παιδιού, της εκπαιδευτικής διαδικασίας, την υποστήριξη των νέων ζευγαριών και την αναστροφή του αρνητικού προσήμου της μετανάστευσης”.
Όπως τονίζει ο κ. Μπαργιώτας, προκειμένου να αποδώσουν οι όποιες πολιτικές παρεμβάσεις απαιτείται ορίζοντας εικοσαετίας, την στιγμή, το ελληνικό πολιτικό σύστημα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, αδυνατεί να εφαρμόσει πολιτικές που υπερβαίνουν το βίο των κυβερνήσεων και χαρακτηρίζει “πραγματικά πολιτική πρόκληση και εθνική αναγκαιότητα” την υπέρβαση των αδυναμιών αυτών.
Κλείνοντας, υπογραμμίζει πως “η εφαρμογή μιας μακροχρόνιας πολιτικής για το δημογραφικό είναι η μεγάλη πρόκληση του πολιτικού συστήματος”.
Η πληθυσμιακή εξέλιξη της Ελλάδας
Τα τελευταία χρόνια, οι νέοι κάτοικοι που γεννιούνται στη χώρα μας ή μεταναστεύουν σε αυτή από άλλες χώρες είναι λιγότεροι από τους κατοίκους που πεθαίνουν και από αυτούς που μεταναστεύουν σε άλλες χώρες, ενώ ο πληθυσμός εξακολουθεί να γερνάει. Σύμφωνα με τα σενάρια της έρευνας, ο πληθυσμός της Ελλάδας στο μέλλον θα μειωθεί σημαντικά.
Σε έρευνά της διαΝέοσις για την πληθυσμιακή εξέλιξη της Ελλάδας, η οποία πραγματοποιήθηκε από το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπό τον καθηγητή, Βύρωνα Κοτζαμάνη και δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο του 2016, καθίσταται σαφές ότι η χώρα μας βιώνει από το 2011 την πρώτη πληθυσμιακή της μείωση μεταπολεμικά.
Από το 1956 και μετά ξεκίνησε μια προοδευτική μείωση της γονιμότητας, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα. “Η αύξηση του πληθυσμού στις τελευταίες δεκαετίες οφειλόταν αποκλειστικά στις κατά περιόδους μεταναστευτικές ροές και τη ραγδαία αύξηση του προσδόκιμου ζωής, το οποίο μέσα σε αυτό το διάστημα αυξήθηκε κατά 8 χρόνια για τους άντρες και κατά 10 χρόνια για τις γυναίκες”.
Από το 1951 μέχρι το 2011, ο πληθυσμός της Ελλάδας αυξήθηκε από τα 7,6 στα 11,1 εκατομμύρια κατοίκους. Από το 2011, όμως, και για πρώτη φορά μεταπολεμικά, ο πληθυσμός της χώρας μας άρχισε να μειώνεται. Την 1η Ιανουαρίου 2015 ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν 10,9 εκατομμύρια.
Το 2050 ο πληθυσμός της χώρας υπολογίζεται ανάμεσα στα 10 εκατομμύρια, σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο και στα 8,3 εκατομμύρια, με βάση την πιο απαισιόδοξη πρόβλεψη, που σημαίνει μία ελάττωση του πληθυσμού από 800 χιλιάδες έως 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους.
Η Ελλάδα που γερνάει
Η Ελλάδα κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε γηράσκοντα πληθυσμό. Συγκεκριμένα, οι έξι πρώτες χώρες σε παγκόσμια κλίμακα που γηράσκουν ταχύτατα είναι κατά σειρά η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα και η Ιταλία. Υπολογίζεται ότι στη χώρα μας το 2050 θα υπάρχουν 3 εκατομμύρια Έλληνες ηλικίας άνω των 60 ετών.
Τα τελευταία 65 χρόνια ο πληθυσμός της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 46%, αλλά στο ίδιο διάστημα ο πληθυσμός των μόνιμων κατοίκων, ηλικίας άνω των 65 ετών τετραπλασιάστηκε, ενώ ο πληθυσμός των ηλικίας άνω των 85 δεκαπλασιάστηκε.
Το 1961 μόλις το 8,3% του πληθυσμού ήταν ηλικίας άνω των 65, ενώ το 26,2% ήταν ηλικίας κάτω των 14. Το 2014 η σύνθεση του πληθυσμού είναι εντελώς διαφορετική: Το 20,5% είναι άνω των 65, και μόλις το 14,7% είναι κάτω των 14.
Η διάμεσος ηλικία ήταν 26 έτη το 1951, 44 σήμερα και αναμένεται να αυξηθεί κατά 5-8 έτη.
Ο πληθυσμός των παιδιών σχολικής ηλικίας (από 3 μέχρι 17 ετών) θα μειωθεί από 1,6 εκατ. σήμερα σε 1,4 εκατ. (αισιόδοξο σενάριο) έως 1 εκατ. (απαισιόδοξο σενάριο) το 2050, αφού πρώτα όμως πρώτα προηγηθεί μια έντονη διακύμανσητις δεκαετίες που θα μεσολαβήσουν.
Ο εν δυνάμει οικονομικά ενεργός πληθυσμός (δηλαδή όλοι οι πολίτες ηλικίας 20-69 ετών που δυνητικά θα μπορούσαν να δουλέψουν) θα μειωθεί από 7 εκ. το 2015 σε 4,8-5,5 εκατομμύρια, ενώ ο πραγματικός οικονομικά ενεργός πληθυσμός θα μειωθεί από 4,7 εκατ. το 2015 σε 3-3,7 εκατ.
Τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αντιπροσωπεύουν σήμερα στη χώρα μας ποσοστό πάνω από το 20,7% του πληθυσμού και σύμφωνα με τις προβλέψεις, το 2030 θα είναι περίπου το 30% του πληθυσμού, ενώ το 2050 θα πλησιάσουν το 1/3 του πληθυσμού! Αντίθετα, το αντίστοιχο ποσοστό των ατόμων ηλικίας 0-14 ετών είναι σήμερα περίπου 14% και αναμένεται να υποχωρήσει το 2050 στο 10-12%. Αντίστοιχα, η μέση ηλικία, που ήταν 26 έτη το 1951 και που είναι 44 έτη σήμερα, αναμένεται να αυξηθεί και να αγγίξει τα 50 έτη.
Δήμητρα Αγγελή: Σώστε την οικογένεια
Η κυρία Δήμητρα Αγγελή είναι μητέρα έξι παιδιών. Με το πρώτο της παιδί γεννημένο το 1996 και το τελευταίο το 2009, γνωρίζει από πρώτο χέρι πώς οι ζωές των πολυμελών οικογενειών επηρεάστηκαν από την οικονομική κρίση αλλά και πολύ πριν από αυτή, από την αλλαγή του νομίσματος και των συνεχείς αλλαγές των κυβερνητικών πολιτικών.
Η ίδια, ερωτηθείσα εάν θα έμπαινε υπό τις παρούσες συνθήκες στην διαδικασία να δημιουργήσει μία μεγάλη οικογένεια, απαντά αφοπλιστικά: “Θα ήμουν πολύ προβληματισμένος και θλιμμένος άνθρωπος. Το σημαντικό, όταν ζεις σε μια ευνομούμενη κοινωνία, είναι να μπορείς να φτιάξεις την ζωή σου όπως εσύ την θέλεις. Θα μου στερούσαν αυτή την επιθυμία, την ανάγκη να κάνω έξι παιδιά”. Και συνεχίζει: “Στην ηλικία μου, με τα ένσημα που έχω δεν ξέρω αν θα πάρω σύνταξη. Χειρότερα από μας, όμως, είναι τα νεότερα ζευγάρια, άνθρωποι δέκα χρόνια νεότεροι, που δεν έχουν κάνει καν οικογένεια. Και είναι ακόμη πιο δύσκολο για τις γυναίκες μετά τα 40 για τις οποίες η απόκτηση ενός παιδιού είναι όνειρο απατηλό”, καταλήγει.
Ποιες ήταν οι συνθήκες όμως πριν από είκοσι χρόνια, όταν η κ. Αγγελή και ο σύζυγός της ξεκινούσαν να φτιάχνουν την οικογένειά τους και τι καθιστά σήμερα “όνειρο απατηλό” την δημιουργία οικογένειας για πολλούς συμπολίτες μας;
“Το 1996 γέννησα το πρώτο μου παιδί σε ιδιωτικό μαιευτήριο χωρίς να χρειαστεί να ξοδέψουμε καν έναν ολόκληρο μισθό, δεν ήταν κάτι δυσβάσταχτο”. Πολύ σημαντική υπήρξε επίσης η δυνατότητα να στείλουν τα παιδιά τους σε παιδικό σταθμό. Παρά το γεγονός ότι για τα τρία μεγαλύτερα παιδιά έπρεπε να επιλέξουν ιδιωτικό παιδικό σταθμό, με την γέννηση του τέταρτου, το 2002 και την απόκτηση της πολυτεκνίας “άνοιξαν” για την οικογένεια της κ. Αγγελή και οι δημόσιοι. “Επρόκειτο για ένα μεγάλο ευεργέτημα, ακόμη και παρά το γεγονός ότι οι σταθμοί λειτουργούσαν μέχρι τις 4, πράγμα άβολο για τις εργαζόμενες μητέρες”.
Ήδη, από το 1999 και την γέννηση του τρίτου της παιδιού, είχε αρχίσει να απολαμβάνει κάποια ευεργετήματα:
Έκπτωση στους λογαριασμούς της ΕΥΔΑΠ, εδικό κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ, “φθηνότερο και από το νυχτερινό”, από το τέταρτο παιδί, και επιπλέον, το επίδομα 3ου παιδιού. “Όταν αποκτούσες τρίτο παιδί και μέχρι τα έξι του χρόνια το επίδομα που έπαιρνες για αυτό ισοδυναμούσε με τρία μερίσματα του επιδόματος παιδιού”, υπογραμμίζει. “Αυτό ήταν σημαντικό κίνητρο για τους γονείς όπως και οι προσλήψεις πολύτεκνων εκπαιδευτικών, οι οποίοι, μάλιστα, είχαν διπλασιαστεί έναν χρόνο μετά την εξαγγελία του μέτρου”.
Στα παραπάνω θετικά μέτρα, όπως εξηγεί η κ. Αγγελή προστέθηκαν τα μειωμένα και στη συνέχεια μηδενικά δημοτικά τέλη για τις πολύτεκνες οικογένειες, αλλά και η διανομή προϊόντων που απέσυρε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Μέτρα, στην καθολικότητα των οποίων μπήκε “ψαλίδι” την μνημονιακή περίοδο.
“Όταν απέκτησα το τέταρτο παιδί ήρθαν και προϊόντα αποσυρόμενα από την Ε.Ε. Επρόκειτο για μία ανακούφιση για τις οικογένειες με μικρά παιδιά. Προϊόντα με πολύ μεγάλη κατανάλωση για μία μεγάλη οικογένεια. Αντιλαμβάνεστε ότι χρειαζόμαστε κάθε ημέρα 16 μερίδες φαγητό;”.
Η διανομή των προϊόντων αυτών ίσχυσε καθολικά το 2002 ενώ από το 2003 τέθηκαν εισοδηματικά κριτήρια. Στα χρόνια του μνημονίου οι διανομές αυτές αφορούν αποκλειστικά συμπολίτες μας που βρίσκονται κάτω από τα όρια της φτώχειας…
Η πρώτη μεγάλη διαφορά επήλθε με την αλλαγή του νομίσματος το 2002. “Αισθανόμουν ότι μου έμεναν λιγότερα λεφτά στα χέρια. Ό,τι ήταν σε δραχμές έγινε αντίστοιχα σε ευρώ και αυτό ήταν πολύ έντονο στο γέμισμα του “καροτσιού της νοικοκυράς”. Η υπερβολική αύξηση στα γαλακτοκομικά, μας είχε βγάλει εκτός προϋπολογισμού”. Και εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει αυτό για μία οικογένεια με 4 μικρά παιδιά.
Ο “Αρμαγεδώνας” της οικονομικής κρίσης
Όταν γεννήθηκε το 6ο της παιδί, το 2009 είχε θεσμοθετηθεί η εξάμηνη άδεια μητρότητας από τον ΟΑΕΔ”. Παρά την διευκόλυνση αυτή, όμως, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, “κάπου εκεί άρχισε ο ‘Αρμαγεδώνας’”.
“Είμαστε στο 2010. Το ένα πίσω από το άλλο κάθε εβδομάδα αφαιρούνται προνόμια, ευεργετήματα, μπαίνουμε σε διαδικασίες εισοδηματικών κριτηρίων. Άλλαξε η αρχιτεκτονική των επιδομάτων. Στην απαλλαγή των δημοτικών τελών που ίσχυε για τις πολύτεκνες οικογένειες, θεσπίστηκαν εισοδηματικά κριτήρια, χωρίς όμως αναλογικότητα.
“Το σούπερ μάρκετ ή οποιαδήποτε αγορά, αφορά πλέον στις απόλυτα αναγκαίες πρώτες ύλες, ώστε να έχουμε ένα αξιοπρεπές γεύμα. Ένα πακέτο γεμιστά μπισκότα για το παιδί, είναι πλέον απαγορευτικό”.
Όπως εξηγεί, στις αστικές περιοχές, όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα καλλιέργειας των βασικών αγαθών, τα πράγματα είναι τραγικά. “Και οι διανομές περιλαμβάνουν, κατά κύριο λόγο, ζυμαρικά, όσπρια, ζάχαρη, και λάδι. Δεν μπορεί κάποιος να ζήσει με αυτά”.
Τι γίνεται με τα νέα ζευγάρια;
Πλέον οι συνθήκες δεν έχουν καμία σχέση με το 1996, για ένα ζευγάρι που θέλει να ξεκινήσει οικογένεια.
Η εργασιακή επισφάλεια που οι μνημονιακές πολιτικές έκαναν καθεστώς, αποτελεί σημαντικό αντικίνητρο στο οποίο προστίθεται το κόστος της γέννησης, των βρεφικών ειδών, αναζήτηση παιδικού σταθμού και ανθρώπου που θα καλύψει τις ώρες που δεν καλύπτει ο παιδικός σταθμός.
Όταν γεννιέται ένα παιδί, με όποια έξοδα συνεπάγεται μία γέννηση, προστίθενται τα βρεφικά είδη, με ΦΠΑ στο 24% και στη συνέχεια, η αναζήτηση παιδικού σταθμού. Αν δεν υπάρχει κάποιος που να μπορεί να εξυπηρετεί τις ώρες πέραν του παιδικού σταθμού ή του σχολείου, υπάρχει πρόβλημα. “Δεν υπάρχει πλεόνασμα χρημάτων για να απασχολήσει ένα νέο ζευγάρι έναν άνθρωπο για την φροντίδα του παιδιού. Στην Ευρώπη εφαρμόζεται και επιδοτείται ο θεσμός της νταντάς της γειτονιάς. Σήμερα για την χώρα μας είναι πιο αναγκαίο από ποτέ”.
Στα παραπάνω, προστίθεται το κόστος της εκπαίδευσης, το οποίο όπως εξηγεί η κ. Αγγελή ήταν πάντα δυσβάσταχτο, πολλώ δε μάλλον στα χρόνια της κρίσης. “Ξένες γλώσσες σε φροντιστήριο και ξενόγλωσσα βιβλία για το σχολείο. Όσο είναι μικρά τα παιδιά, χρειάζονται τα βασικά. Μετά αρχίζουν οι ‘εκπαιδευτικές αφαιμάξεις’. Γιατί τα ξενόγλωσσα βιβλία τα πληρώνεις από την τσέπη σου, γιατί χρειάζεται φροντιστήριο για τα αγγλικά, από την στιγμή που το σχολείο δεν σε οδηγεί σε πιστοποίηση, το ίδιο και για την γνώση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Πρόκειται για ένα κόστος, στο οποίο τα νέα ζευγάρια σκέφτονται ότι δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν”.
Πώς ξεφεύγουμε από αυτή την κατάσταση;
“Χρειάζεται εμπιστοσύνη, ότι το κράτος μπορεί να δώσει στους νέους ανθρώπους ευκαιρίες για τα παιδιά που θέλουν να αποκτήσουν. Ότι δεν θα στερηθούν τίποτα μέχρι να τα αποδώσουν στην κοινωνία. Κάποια πράγματα πρέπει οπωσδήποτε να παρέχονται από το κράτος. Προγεννητικός έλεγχος, τοκετός, μείωση των φόρων στα βρεφικά είδη, παιδικός σταθμός, και πρόβλεψη για όλα τα απαραίτητα εφόδια, όπως γίνεται σε όλα τα σχολεία στην Ευρώπη. Επίσης, θα πρέπει να υπάρχει αναλογικότητα με το πλήθος των προστατευόμενων μελών σε ό,τι αφορά στα εισοδήματα και την φορολόγηση, σύμφωνα άλλωστε με το Σύνταγμα. Τώρα, όσο μεγαλώνει το πλήθος των μελών στην οικογένεια μειώνεται το κατά κεφαλήν εισόδημα. Σήμερα, θα πρέπει να είμαστε στην απόλυτη φτώχεια για να πάρουμε το κοινωνικό μέρισμα. Και μιλάμε για ένα ποσό της τάξης των 200 ευρώ, χρήματα που αρκούν απλά για ένα αξιοπρεπές χριστουγεννιάτικο τραπέζι”.
Η κ. Αγγελή, και από την θέση της ως γενική γραμματέας της Ένωσης Πολυτέκνων Αθηνών, τονίζει την ανάγκη διόρθωσης των αδικιών και ενός ολοκληρωμένου σύστηματος προστασίας της οικογένειας, για να ακολουθήσουν τα όποια κίνητρα. “Πρόνοια για την γέννα, προγεννητικό έλεγχο, εμβόλια για όποιον δεν δύναται, ώστε να μην αισθάνεται ότι δεν θα μπορέσει να δώσει στο παιδί του τα απαραίτητα και τέλος ισόνομη φορολόγηση για το πλήθος των παιδιών. Από εκεί μετά πάμε στα κίνητρα: επιδόματα, παροχές άλλου είδους, οικονομικά οφέλη, προσλήψεις στο δημόσιο. Αυτά είναι αναγκαία για να ξανακάνουμε την οικογένεια μόδα”.
Συντάκτες Κωνσταντίνος Σαρρηκώστας, Παντελής Πετράκης