Ειδήσεις

Τα «μυστήρια» του κατώτατου μισθού

Άγνωστο ακόμη ποιοι και πόσοι θα ωφεληθούν από την αύξησή του

Όταν ζητήθηκε από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο – πριν ακόμη αλλάξει ο χρόνος – να προβλέψει την πρώτη καλή είδηση του 2019, εκείνος μίλησε ευθέως για την αύξηση του κατώτατου μισθού.

Το χρονοδιάγραμμα έχει ήδη οριστεί και ανακοινωθεί. Η υπουργός Εργασίας θα υπογράψει τη σχετική υπουργική απόφαση μέσα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου, ενώ ο νέος κατώτατος μισθός θα ισχύσει – εκτός απροόπτου – από τον Φεβρουάριο.

Προφανώς, το ενδιαφέρον εστιάζεται στο ποσοστό της αύξησης. Στην κυβέρνηση θέλουν μια «εντυπωσιακή» μεταβολή, καθώς γνωρίζουν πολύ καλά ότι η «δεξαμενή» των επιδομάτων, των έκτακτων οικονομικών ενισχύσεων και γενικότερα των καλών ειδήσεων από το μέτωπο της οικονομίας έχει αδειάσει.

Πρακτικά, εκτός από τον κατώτατο μισθό και την κατάθεση του νομοσχεδίου για το επίδομα στέγασης δεν υπάρχει κάτι άλλο στον ορίζοντα, πέραν ίσως μιας ρύθμισης για τα χρέη προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Στο ερώτημα αν η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι από μόνη της μια είδηση που μπορεί να τονώσει αισθητά το ηθικό (και την τσέπη) του εκλογικού σώματος, η απάντηση δεν είναι εύκολη.

● Πρώτον, διότι ακόμη και μια αύξηση της τάξεως του 4% – 5% (η οποία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί εύκολα με βάση τα τεχνοκρατικά κριτήρια) δεν μεταφράζεται παρά σε λίγα ευρώ επιπλέον.

● Δεύτερον, διότι από την αύξηση θα υπάρξουν και «χαμένοι»: περίπου ένα εκατομμύριο αγρότες και αυτοαπασχολούμενοι, οι οποίοι θα δουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές να αυξάνονται κατά το ίδιο ακριβώς ποσοστό που θα αυξηθεί και ο κατώτατος μισθός.

● Τρίτον, διότι η κυβέρνηση κρατάει στα χέρια της το πλαίσιο και τους κανόνες. Η εφαρμογή στην πράξη – αυτό που σε τελική ανάλυση ενδιαφέρει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο – είναι υπόθεση του ιδιωτικού τομέα. Οι αυξήσεις μισθών απαιτούν ρευστότητα και κερδοφορία.

Με τον κατώτατο μισθό αμείβονται κατά κύριο λόγο νέα παιδιά και εργαζόμενοι σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή άτομα που καλύπτουν θέσεις μερικής απασχόλησης. Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις οι οικονομικές συνθήκες παραμένουν δύσκολες, κάτι που σημαίνει ότι δεν είναι δεδομένη η «συμμόρφωση». Αυτό δεν σημαίνει ότι οι εργοδότες θα παρανομήσουν.

Δεν είναι, άλλωστε, παράνομο να αλλάξουν το ωράριο εργασίας και από οκτάωρο να το κάνουν επτάωρο, ώστε η αύξηση του κατώτατου μισθού να αντισταθμιστεί από τη μείωση της συνολικής αμοιβής.

Τελευταία η Ελλάδα

Με τη συζήτηση για την αύξηση του κατώτατου μισθού (και) στην Ελλάδα να μπαίνει στην τελική ευθεία, τα στατιστικά στοιχεία που έρχονται στο προσκήνιο αποδεικνύουν τη δυσμενή θέση στην οποία έχει περιέλθει ο Έλληνας εργαζόμενος.

Παραμονές Πρωτοχρονιάς αναρτήθηκε στη σελίδα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ έκθεση του γερμανικού ινστιτούτου Wirtschafts – und Sozialwissenchaftliches, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα βρίσκεται σε μια από τις τελευταίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης. Το ινστιτούτο έκανε τη σύγκριση με βάση τον κατώτατο μισθό ανά ώρα εργασίας. Όπως προκύπτει από το αποτέλεσμα, έλαβε υπόψη και το γεγονός ότι στην Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί σε ετήσια βάση.

Ο «χάρτης» είναι απογοητευτικός. Η Ελλάδα είναι πλέον στην τελευταία θέση της «μεσαίας ταχύτητας» με κατώτατο ωρομίσθιο της τάξεως των 3,4 ευρώ. Στη Μάλτα είναι 4,3 ευρώ, στην Ισπανία (η οποία συζητά για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά… 22%) είναι 4,46 ευρώ και στην Πορτογαλία, η οποία επίσης έχει προχωρήσει σε σειρά αυξήσεων, είναι 3,5 ευρώ.

Η σύγκριση με οποιαδήποτε χώρα της Κεντρικής Ευρώπης είναι περιττή (4,84 ευρώ ωρομίσθιο έχει η Σλοβενία και από εκεί και… πάνω η όποια σύγκριση είναι περιττή). Στη Γαλλία, όπου ήδη έχει εξαγγελθεί αύξηση του κατώτατου μισθού υπό την πίεση των «Κίτρινων Γιλέκων», το κατώτατο ωρομίσθιο προσεγγίζει τα 10 ευρώ.

Η Γαλλία είναι και μια από τις τρεις χώρες με τον υψηλότερο κατώτατο μισθό. Την ξεπερνούν μόνο η Αυστραλία και το Λουξεμβούργο, ενώ μετά τη Γαλλία κατατάσσονται – σε όρους αγοραστικής δύναμης – η Ολλανδία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς.

Σιγή ιχθύος

Για το τελικό ποσοστό αύξησης του κατώτατου μισθού προς το παρόν η κυβέρνηση τηρεί σιγήν ιχθύος. Άλλωστε προς το παρόν τηρείται το χρονοδιάγραμμα, το οποίο ορίζει ότι πρέπει να ακολουθηθούν και τα επόμενα βήματα:

1. Ολοκλήρωση του σχεδίου του πορίσματος διαβούλευσης από το ΚΕΠΕ, διαβίβασή του αμελλητί στην Επιτροπή Συντονισμού προς διαπίστωση της ολοκλήρωσης της διαδικασίας και υποβολή του στον υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και στον υπουργό Οικονομικών.

2. Ανάρτηση του σχεδίου του πορίσματος διαβούλευσης, καθώς και όλων των εκθέσεων, υπομνημάτων και τεκμηριώσεων, στην ιστοσελίδα του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

3. Εισήγηση του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στο Υπουργικό Συμβούλιο του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου, λαμβάνοντας υπόψη το πόρισμα διαβούλευσης.

4. Έκδοση απόφασης του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου, με την οποία καθορίζονται ο κατώτατος μισθός και το κατώτατο ημερομίσθιο.

Το ποσοστό της αύξησης

Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι θέλει να ακολουθήσει το πορτογαλικό μοντέλο. Αυτό σημαίνει συνεχή αύξηση του κατώτατου μισθού τα επόμενα χρόνια.

Ποιος ήταν ο βηματισμός που ακολούθησαν οι Πορτογάλοι; Αύξησαν κατά 4,1% τον κατώτατο μισθό το 2015, κατά 4,9% το 2016, κατά 5,1% το 2017 και κατά 4,1% το 2018. Με αυτές τις αυξήσεις έχουν ουσιαστικά κλείσει την «ψαλίδα» που υπήρχε με την Ελλάδα, καθώς σε ονομαστικούς όρους ο κατώτατος μισθός στην Πορτογαλία είναι στα 677 ευρώ έναντι 684 ευρώ (σ.σ.: σε δωδεκάμηνη βάση συμπεριλαμβανομένων των δώρων) που είναι στην Ελλάδα.

Προφανώς το ποσοστό της αύξησης θα καθοριστεί με βάση και την πορεία του πληθωρισμού ή της παραγωγικότητας της εργασίας. Και οι δύο αυτοί δείκτες κινούνται σε χαμηλά επίπεδα, ενώ πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη το γεγονός ότι το τελικό ποσοστό αύξησης του κατώτατου μισθού θα γίνει τη στιγμή που στην Αθήνα θα έχουν ήδη καταφθάσει οι εκπρόσωποι των θεσμών για την ολοκλήρωση της τριμηνιαίας μεταμνημονιακής αξιολόγησης.

Οι δανειστές ρίχνουν πολύ μεγάλο βάρος στην αποτροπή της αύξησης του μισθολογικού κόστους εκτιμώντας ότι δεν πρέπει να υπάρξουν κινήσεις που θα ανατρέψουν την πτωτική πορεία της ανεργίας ή την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, η οποία μόλις τα τελευταία δύο χρόνια επανήλθε σε θετικό πρόσημο.

Σε τελική ανάλυση αυτό που έχει σημασία είναι το τι θα πάρει επιπλέον στην τσέπη του ο κάθε εργαζόμενος. Εδώ αρχίζουν τα σενάρια:

● Αύξηση της τάξεως του 4% σημαίνει ότι ο κατώτατος μισθός θα αυξηθεί από τα 586 ευρώ που είναι σήμερα στα 609,4 ευρώ. Οι καθαρές αποδοχές – δηλαδή μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών – θα αυξηθούν από τα 492 ευρώ που είναι σήμερα στα 512 ευρώ.

● Αύξηση 5% σημαίνει ότι τα μεικτά θα διαμορφωθούν στα 615 ευρώ και τα καθαρά στα 517 ευρώ, ενώ αύξηση 6% σημαίνει 621 ευρώ μεικτά και 522 ευρώ καθαρά.

Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στους νέους ηλικίας κάτω των 25 ετών. Διότι γι’ αυτούς η ταυτόχρονη κατάργηση του υποκατώτατου μισθού και η αύξηση του κατώτατου μισθού θα σηματοδοτήσει σημαντικές αυξήσεις.

Σήμερα οι νέοι κάτω των 25 ετών εισπράττουν (στο οκτάωρο) 429 ευρώ. Έτσι η αύξησή του μπορεί να πλησιάσει και τα 100 ευρώ. Στο ερώτημα αν οι εργοδότες θα δεχτούν πρόθυμα να πληρώσουν έρχεται ως απάντηση η επιδότηση των εργοδοτικών εισφορών που έχει ήδη ψηφίσει η κυβέρνηση.

Πόσοι θα την πάρουν;

Η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού επηρεάζει άμεσα τις αποδοχές περίπου του 20% των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα, ποσοστό στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση.

Το σύνολο των απασχολουμένων στον ιδιωτικό τομέα και στις ΔΕΚΟ με αποδοχές κάτω των 600 ευρώ μεικτά είναι 673.000. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι μερικώς απασχολούμενοι, οι οποίοι δεν είναι απαραίτητο ότι αμείβονται με βάση τον κατώτατο μισθό. Εργαζόμενος με τετράωρη απασχόληση και αποδοχές 400 ευρώ μεικτά κινείται πολύ πάνω από τα όρια του κατώτατου μισθού.

Για να δημιουργηθεί γενικευμένο κύμα αυξήσεων, θα πρέπει να καμφθούν οι αντιρρήσεις των εργοδοτών στο να υπάρξει ουσιαστική σύνδεση των μεταβολών του κατώτατου μισθού με το περιεχόμενο των επιχειρησιακών και κλαδικών συμβάσεων όπως συνέβαινε στην προ κρίσης περίοδο, κάτι που με τη σειρά του προϋποθέτει συμφωνία σε κλαδικό ή επιχειρησιακό επίπεδο ανάμεσα στους εργοδότες και στους εργαζόμενους.

Δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα υπάρξει τέτοια συμφωνία. Άρα αυτό είναι ένα από τα βασικά ερωτήματα της επόμενης ημέρας. Η «πολύ θετική είδηση» που θέλει να ανακοινώσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος θα αφορά τελικώς το σύνολο των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα ή μόνο μια μικρή μειονότητα;

Οι επιπτώσεις

Η επίπτωση στην τσέπη των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα από την αύξηση του κατώτατου μισθού είναι προφανώς η σημαντικότερη, αλλά δεν είναι η μοναδική. Η αύξηση σημαίνει επίσης αναπροσαρμογή:

● Του επιδόματος ανεργίας που μοιράζει ο ΟΑΕΔ. Εκτός από βασικό επίδομα των 360 ευρώ, επηρεάζονται και όλα τα υπόλοιπα επιδόματα (ειδικό βοήθημα μετά τη λήξη της ανεργίας, βοήθημα αυτοτελώς και ανεξαρτήτως απασχολουμένων, ειδική παροχή προστασίας μητρότητας, εποχικό επίδομα ανεργίας, επίδομα επίσχεσης κ.λπ.).

● Των κατώτερων ασφαλιστικών εισφορών που πληρώνουν αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες. Οι εισφορές είναι συνδεδεμένες με τον κατώτατο μισθό του εικοσιπεντάρη, άρα η αύξηση θα είναι αντίστοιχη με αυτή του κατώτατου μισθού.

πηγή topontiki.gr

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου