“Παγωμένη” παραμένει η τοπική αγορά παρά την εορταστική περίοδο που προηγήθηκε αλλά ο πήχης των προσδοκιών έχει μπει πολύ χαμηλά ενόψει της έναρξης των χειμερινών εκπτώσεων.
Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου κ. Γιάννης Πάππου, με δηλώσεις στην “δ” αποτυπώνει την πραγματική κατάσταση που επικρατεί, κάνοντας λόγο για “επιδοματοποίηση” της αγοράς και παράλληλα αποδομεί το πολυδιαφημισμένο μέτρο του Μεταφορικού Ισοδύναμου, το οποίο, όπως λέει, δεν έχει κανένα ουσιαστικό όφελος για τον καταναλωτή.
Κανένα όφελος στον
καταναλωτή από το
Μεταφορικό Ισοδύναμο
Από τη Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2019, ξεκίνησε η καθολική εφαρμογή του μέτρου του μεταφορικού ισοδύναμου για τις νησιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν έδρα σε όλη τη νησιωτική Ελλάδα, πλην Εύβοιας, Κρήτης και Λευκάδας. Η πλατφόρμα του μέτρου, είναι πλέον ανοιχτή για τις επιχειρήσεις, ώστε να εγγραφούν και να αποκτήσουν τον μοναδικό αριθμό. Ωστόσο το μέτρο αυτό, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου, δεν είναι ένα μέτρο το οποίο μπορεί να δώσει δυναμική στην ανάπτυξη, που αυτό είναι και το ζητούμενο για τα νησιά και επιπλέον το όφελος για τον καταναλωτή είναι μηδαμινό. «Στην παρουσίαση του μεταφορικού ισοδυνάμου που είχε γίνει στην Κω παρόντος και του αναπληρωτή υπουργού Ναυτιλίας κ. Νεκτάριου Σαντορινιού, εμείς ως Επιμελητήριο είχαμε επισημάνει ότι σε καμία περίπτωση το μεταφορικό ισοδύναμο δεν μπορεί κατά πρώτον να αντισταθμίσει την απώλεια του καθεστώτος των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ και κατά δεύτερον είναι κάτι το οποίο δεν έχει την δυνατότητα να καταστεί άμεσα ορατό, χειροπιαστό, στις τσέπες των καταναλωτών. Αυτό συμβαίνει επειδή το Μεταφορικό Ισοδύναμο, λειτουργεί με επιδότηση της διαφοράς της χρέωσης της εμπορευματικής παλέτας κατά την αποστολή της από το λιμάνι του Πειραιά, στα λιμάνια της Δωδεκανήσου. Δηλαδή, αν στην υπόλοιπη Ελλάδα η χρέωση είναι 20 ευρώ και εδώ στα Δωδεκάνησα είναι στα 40 ευρώ η παλέτα επιδοτείται για τα 20 ευρώ. Αυτά λοιπόν τα 20 ευρώ αν τα διαιρέσουμε πάνω στην αξία του εμπορεύματος, μιλάμε για ποσά της τάξεως του ενός ή δύο σεντς ανά τεμάχιο προϊόντος. Αντιλαμβάνεσθε λοιπόν ότι το να μειωθεί το κόστος μεταφοράς κατά ένα σεντ είναι κάτι το οποίο δεν πρόκειται να μεταβάλει την τιμή πώλησης των προϊόντων αλλά ούτε και των υπηρεσιών που χρεώνουν οι επαγγελματίες της Δωδεκανήσου. Είναι ένα μέτρο που εμείς από την πρώτη στιγμή χαρακτηρίσαμε ως καλοδεχούμενο διότι δίνει μια μικρή ανάσα στο λειτουργικό κόστος των επιχειρηματιών και των επαγγελματιών της περιοχής μας αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι ένα μέτρο το οποίο μπορεί να δώσει δυναμική στην ανάπτυξη, που αυτό είναι και το ζητούμενο».
Η αγορά έχει
“επιδοματοποιηθεί”
Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου λέει στη “δ” ότι η αγορά κινείται μόνο με τα επιδόματα και τις συντάξεις και όχι με υγιή διαθέσιμα τα οποία είναι οι μισθοί, κι αυτό δεν συνάδει με τον εικόνα και τον τρόπο λειτουργίας μιας προηγμένης αγοράς.
«Η αγορά αυτή τη στιγμή της Ρόδου, της Δωδεκανήσου και γενικότερα της χώρας μας δυστυχώς έχει “επιδοματοποιηθεί”. Δηλαδή περιμένουν οι επαγγελματίες και οι επιχειρηματίες να καταβληθούν επιδόματα, προκειμένου να υπάρξει κίνηση στην αγορά. Καταλαβαίνετε ότι αυτό, σε καμία περίπτωση δεν είναι υγιές. Στα παλαιότερα χρόνια η αγορά κινείτο με την καταβολή μισθών κι αυτή είναι η υγιής κατάσταση όχι με την καταβολή του επιδόματος στέγασης, του επιδόματος θέρμανσης, του επιδόματος απορίας ή του κοινωνικού μερίσματος… Είναι δυνατόν να περιμένει η αγορά το επίδομα απορίας ή την καταβολή των συντάξεων για να κινηθεί; Αυτά είναι απαράδεκτα πράγματα, δεν είναι αυτή εικόνα και τρόπος λειτουργίας μιας προηγμένης αγοράς σε καμία περίπτωση. Κι όμως αυτό συνέβη στην διάρκεια των εορτών, τα καταστήματα κινήθηκαν τις ημερομηνίες κατά τις οποίες κατεβλήθησαν επιδόματα και συντάξεις. Η αγορά είναι αυτονόητο ότι πρέπει να κινείται από τα υγιή διαθέσιμα, τα οποία είναι μόνον οι μισθοί».
Οι αριθμοί λένε την αλήθεια
«Δυστυχώς τον περασμένο Νοέμβριο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, αυξήθηκαν τα ληξιπρόθεσμα χρέη των επαγγελματιών, των επιχειρηματιών και γενικά των φορολογούμενων ως προς το κράτος. Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι πλέον έχει επέλθει αδυναμία τακτοποίησης των οφειλών με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα ληξιπρόθεσμα χρέη κι αυτό δείχνει ότι η οικονομία δεν πάει καλά. Από αυτά και μόνο τα στοιχεία, τα επίσημα, αντιλαμβάνεσθε την πραγματική κατάσταση στην αγορά. Από εκεί και πέρα ό,τι λέει οποιοσδήποτε άλλος εκφράζει προσωπικές απόψεις. Η πραγματικότητα μιλάει από μόνη της, όταν τα ληξιπρόθεσμα αυξάνονται αντί να παραμένουν έστω σταθερά. Αν υπήρχε μείωση των ληξιπρόθεσμων μόνο τότε θα είχαμε θετική εξέλιξη στην λειτουργία του κράτους γενικότερα και όχι μόνο της αγοράς», καταλήγει ο κ. Γ. Πάππου.