Την κατάργηση του νόμου 1608 περί καταχραστών του δημοσίου, 70 χρόνια μετά την θέσπισή του, προβλέπει ο νέος ποινικός κώδικας που τέθηκε ήδη σε δημόσια διαβούλευση μαζί με τον κώδικα ποινικής δικονομίας.
Ως δημόσιο ορίζεται από τον νέο Ποινικό Κώδικα, ο στενός δημόσιος τομέας, οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, κι όχι άλλοι φορείς ιδιωτικής νομικής φύσεως που μπορεί να διαχειρίζονται δημόσια περιουσία ή πιστωτικά ιδρύματα.
Οι δύο κώδικες παρουσιάστηκαν σήμερα από τον Υπουργό Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου και τους προέδρους των δύο νομοπαρασκευαστικών επιτροπών που τους επεξεργάστηκαν ο ποινικολόγος Χριστόφορος Αργυρόπουλος και ο καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θεοχάρης Δαλακούρας.
Τι προβλέπεται
Σύμφωνα με το νέο Κώδικα Ποινικής Δικονομίας , ο οποίος προβλέπει τις διατάξεις που αφορούν στο σύνολο των παραβατών της ποινικής νομοθεσίας, πλέον για όλα τα κακουργήματα θα ισχύει η ποινική διαπραγμάτευση. Δηλαδή όποιος έχει τελέσει οικονομικά εγκλήματα ακόμη και σε βάρος του Δημοσίου, εφόσον πληρώσει μέχρι και την εκδίκαση της υπόθεσής του θα τυγχάνει ευνοϊκότερης μεταχείρισης ακόμη και την αθώωσή του σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Ωστόσο προβλέπεται ειδική παραγραφή στα 20 χρόνια στις περιπτώσεις εκείνες που τα αδικήματα τελούνται σε βάρος του Δημοσίου ενώ παραμένει και το αυστηρό πλαίσιο για το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος με δεσμεύσεις και χρηματικές ποινές ανάλογες με τη ζημιά που υπέστη.
Σε ό,τι αφορά τώρα τις εκκρεμείς υποθέσεις με κατηγορουμένους βάσει του νόμου 1608 διευκρινίστηκε, ότι αν η δίκη τους δεν έχει τελειώσει και οι νέες διατάξεις έχουν ήδη ψηφιστεί πριν από την απόφαση,τότε θα εφαρμοστεί, όπως προβλέπεται και από το Σύνταγμα, ο νέος ευνοϊκότερος νόμος. Σε κάθε περίπτωση πάντως και για αυτές τις περιπτώσεις αλλά και για εκείνες που έχουν εκδικαστεί θα υπάρξουν μεταβατικές διατάξεις που θα τις αντιμετωπίζουν.
Καταργούνται τα πταίσματα
Με τον νέο Ποινικό Κώδικα καταργούνται πλέον τα αδικήματα σε βαθμό πταίσματος τα οποία θα τιμωρούνται ως διοικητικές παραβάσεις με πρόστιμα. Όσα κρίνονται ως σοβαρά μετατρέπονται σε πλημμελήματα.
Και τα πλημμελήματα όμως διαχωρίζονται σε:
-Ελαφρά πλημμελήματα που θα τιμωρούνται με ποινές ως τρία χρόνια φυλάκιση οι οποίες αναστέλλονται πάντα , πλην εξαιρέσεων υποτροπής.
Θα μπορεί πάντως να δοθεί αναστολή στην εκτέλεση της ποινής και με όρους όπως αποζημίωση του παθόντος, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα ή εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα.
-Βαριά πλημμελήματα για τα οποία προβλέπονται ποινές από τρία ως πέντε χρόνια που θα εκτίονται. Όπως είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης ” οι ποινές που προβλέπονται για αυτά τα αδικήματα πρέπει να είναι πραγματικές”.
Σύμφωνα με τις νέες προβλέψεις η παροχή κοινωφελούς εργασίας θα αποτελεί κύρια ποινή που θα επιβάλλεται αυτοτελώς από το δικαστήριο και θα εκτελείται σε δημόσιες υπηρεσίες και ΟΤΑ.
Μειώνονται οι ποινές για τα κακουργήματα
Εφεξής για τα κακουργήματα θα επιβάλλονται ποινές από πέντε ως 15 έτη κάθειρξης, ενώ στις επιβαρυντικές περιστάσεις προβλέπονται πέραν όσων ισχύουν και οι εξής μεταξύ άλλων:αν ο κατηγορούμενος έχει δυσχεράνει με τις πράξεις του την δικαστική έρευνα και αν το κίνητρό του είναι ρατσιστικό η ομοφοβικό.
Επιπλέον προβλέπεται ότι όποιος σε οικονομικά εγκλήματα πληρώσει τη ζημιά που του αποδίδεται δεν θα πηγαίνει φυλακή ούτε με προσωρινή κράτηση. Παράλληλα, καταργούνται όλες οι χρηματικές ποινές και μόνη μετατροπή ποινής που προβλέπεται είναι εκείνη που αφορά στην παροχή κοινωφελούς εργασίας ενώ καταργούνται επίσης η στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων και το αξιόποινο για απεργίες δημοσίων υπαλλήλων.
Τέλος ως ανήλικοι θα δικάζονται, καταδικάζονται και εκτίουν ποινές και όσοι είναι από 18 έως και 25 ετών οι οποίοι χαρακτηρίζονται από τον νέο Κώδικα ως δράστες νεαρής ηλικίας.
Αναβαθμίζεται ο ρόλος του εισαγγελέα
Σύμφωνα με το νέο κώδικα ποινικής δικονομίας αναβαθμίζεται κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα ο ρόλος του Εισαγγελέα και διευρύνονται οι αρμοδιότητες και εξουσίες του.
Συγκεκριμένα:
-Ο Εισαγγελέας θα έχει όλες τις αρμοδιότητες του ανακριτή εκτός από την προφυλάκιση.
-Θα συνδιαλέγεται με τον εμπλεκόμενο για την αποκατάσταση της ζημιάς σε οικονομικά εγκλήματα και τον συμβιβασμό πριν από τις δίκες προκειμένου να επιταχυνθεί η απονομή της δικαιοσύνης
Στον κώδικα προβλέπονται επίσης :
-Η ποινική διαταγή που θα αφορά σε αδικήματα με ποινές έως ένα έτος.Ο Εισαγγελέας θα μπορεί να θέτει στο αρχείο τις υποθέσεις που κρίνει ότι δεν είναι σοβαρές και δεν αφορούν στο δημόσιο συμφέρον.
-Η αποχή από την ποινική δίωξη που θα αφορά σε βαρύτερα πλημμελήματα και κακουργήματα.
Στα πλημμελήματα με ποινές ως τρία έτη ο Εισαγγελέας θα μπορεί να μην ασκεί ποινική δίωξη, όταν έχει αποκατασταθεί η παρανομία και η διάταξή του θα επικυρώνεται από δικαστή.
Για παράδειγμα στις περιπτώσεις των διώξεων για καταβολή εισφορών δεν θα ασκείται δίωξη αν ο κατηγορούμενος τακτοποιήσει την οφειλή του. Το ίδιο θα γίνεται κι αν έχει βγάλει δίπλωμα οδηγήσεως ο κατηγορούμενος για τη συγκεκριμένη παράβαση.
-Στα κακουργήματα αν έχει αποκατασταθεί η ζημιά εξ ολοκλήρου ο εισαγγελέας θα ανασταλεί την έρευνα για τρία χρόνια. Αν μέσα σε αυτό το διάστημα ο δράστης δεν τελέσει άλλο αδίκημα τότε η υπόθεση θα αρχειοθετείται ενώ και σε αυτή την περίπτωση η εισαγγελική διάταξη θα επικυρώνεται από δικαστή.
-Η ποινική συνδιαλλαγή όπου ο Εισαγγελέας θα μπορεί να προτείνει ποινή στον κατηγορούμενο πριν από την άσκηση ποινικής δίωξης με δεδομένη την πλήρη αποκατάσταση της ζημιάς. Αν ο κατηγορούμενος το δεχθεί η υπόθεση δεν θα φθάνει στο ακροατήριο και η ποινή θα είναι η συμφωνηθείσα.
-Η ποινική διαπραγμάτευση όπου ο Εισαγγελέας θα διαπραγματεύεται με τον κατηγορούμενο σε κάθε στάδιο της ποινικής διαδικασίας και θα έρχεται σε συμφωνία μαζί του για την ολική ή μερική αποκατάσταση της ζημιάς και την ευνοϊκή ποινική του μεταχείριση εφόσον βέβαια παραδεχτεί την ενοχή του.
Από όλες τις παραπάνω προβλέψεις εξαιρούνται τα εγκλήματα βίας όπως ληστείες, βιασμοί, ανθρωποκτονίες κ.ά
Σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου οι νέοι κώδικες έχουν τρεις άξονες : τον εξορθολογισμό των αδικημάτων, ένα νέο ποινολόγιο που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες και εναρμόνιση της νομοθεσίας στα διεθνή δεδομένα χωρίς εκπτώσεις στα ατομικά δικαιώματα”.
Της Άννας Κανδύλη