Με προσωρινή διαταγή, που εξέδωσε χθες το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου, με την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έγινε εν μέρει δεκτό το αίτημα γνωστής ξενοδοχειακής εταιρείας της Ρόδου, για την έκδοση προσωρινής διαταγής προστασίας της από πιστωτές.
Πιο συγκεκριμένα το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για τους δύο εγγυητές της εταιρείας και διατάσσει την προσωρινή αναστολή λήψης μέτρων, εκκρεμών ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της εταιρείας για την ικανοποίηση των απαιτήσεων, των οποίων ζητείται η ρύθμιση και της λήψης οποιοσδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατ’ αυτής, καθώς και κάθε διοικητικού μέτρου που επιβάλλεται αυτοδίκαια ή με πράξη της Διοίκησης ως συνέπεια της μη εξόφλησης των υποχρεώσεων των οποίων ζητείται η ρύθμιση και το οποίο συνεπάγεται η αναστολή λειτουργίας της έως τη συζήτηση της αίτησης και υπό τον όρο συζήτησης της κατά τη δικάσιμό της 10ης Οκτωβρίου 2019.
Η εταιρεία έχει προσφύγει ενώπιον του δικαστηρίου με αίτηση για την λήψη προληπτικών μέτρων (κατ’ άρθρο 106α παρ. 6 Ν. 3588/2007, όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει σήμερα).
Βρίσκεται αντιμέτωπη με άμεσο ζήτημα ταμειακής ρευστότητας, εξαιτίας του οποίου αδυνατεί να ανταποκριθεί έναντι των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τους πιστωτές της, χωρίς, ωστόσο, να έχει περιέλθει σε στάδιο παύσης πληρωμών.
Η εταιρεία βρίσκεται ήδη σε διαπραγματεύσεις με τον βασικό πιστωτή της, την εταιρεία «PQH Ενιαία Ειδική Εκκαθάριση Α.Ε.» (εφεξής η «PQH»), η οποία έχει οριστεί ως ειδικός εκκαθαριστής της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου με απώτερο στόχο την επίτευξη συμφωνίας εξυγίανσης, στο πλαίσιο του άρθρου 106β του ΠτΚ.
Η ευδοκίμηση των διαπραγματεύσεων αυτών πιθανολογείται σφόδρα, ενώ έχει ήδη εξασφαλιστεί η απαιτούμενη έγγραφη συναίνεση του ως άνω βασικού πιστωτή της, που εκπροσωπεί ποσοστό άνω του 20% του συνόλου των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της, και δη ποσοστό 78,4 %.
Αντιμετωπίζει άμεσα πολλαπλό κίνδυνο επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της περιουσίας της και των εγγυητών της, γεγονός που εάν επέλθει, αφενός θα ματαιώσει τις διεξαγόμενες διαπραγματεύσεις για την επίτευξη της συμφωνίας εξυγίανσης, αφανίζοντας το ενδιαφέρον του βασικού πιστωτή της, PQH, αφετέρου δε, θα προκαλέσει με μαθηματική ακρίβεια το κλείσιμο της εταιρείας και του ξενοδοχείου της, με άμεση συνέπεια την απώλεια σημαντικού αριθμού θέσεων εργασίας, αλλά και την πρόκληση σημαντικότατης βλάβης στα συμφέροντα όλων ανεξαιρέτως των πιστωτών της.
Ειδικότερα, σε βάρος της έχει εκδοθεί κατασχετήριο εις χείρας τρίτων, για τις οφειλές της προς το ΙΚΑ (νυν ΕφΚΑ) ενώ έχουν εκδοθεί για τις οφειλές της προς την Δ.Ο.Υ. Ρόδου 5 κατασχετήρια με αποτέλεσμα να δεσμευτούν λογαριασμοί της αλλά και λογαριασμοί των εγγυητών της.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική» η εταιρεία ιδρύθηκε το 1986. Το μετοχικό κεφάλαιο της ανέρχεται σήμερα στο ποσό των 573.499 ευρώ.
Διαθέτει μία ξενοδοχειακή μονάδα τριών αστέρων το οποίο μισθώνει ενώ απασχολεί σήμερα 25 άτομα ως εποχικό προσωπικό.
Το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης και η παρατεταμένη ύφεση της ελληνικής οικονομίας, ανέτρεφαν πλήρως το σκηνικό στην αγορά εν γένει δίχως να αφήσει ανεπηρέαστο τον κλάδο των ξενοδοχειακών εκμεταλλεύσεων ειδικά κατά τα έτη 2011 -2012 όταν και διάφορα τουριστικά πρακτορεία κηρυχθήκαν σε πτώχευση, με αποτέλεσμα η οικονομική ζημιά που δημιουργήθηκε τα έτη αυτά να μην δύναται να αποσβεστεί ή να επανορθωθεί ομαλά μέχρι και σήμερα.
Η αρνητική αυτή κατάσταση επιτάθηκε κατά τα επόμενη έτη από τα γενικότερα μέτρα που ελήφθησαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων διάσωσης της ελληνικής οικονομίας για τη διαχείριση και ελάφρυνση του χρέους, ιδίως την περικοπή εισοδημάτων, την υπέρμετρη φορολόγηση, την επιβολή ΦΠΑ σε νησιά (την επιβολή τέλους διανυκτέρευσης σε συνδυασμό με την επιβολή ελέγχων στην κίνηση των κεφαλαίων (capital controls) και τέλος την αύξηση των μεταναστευτικών ροών που οδήγησαν ραγδαία τόσο στη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας όσο και στη μείωση εισροών κεφαλαίου.
Η κερδοφόρα οικονομική πορεία της εταιρείας της επέτρεπε να λειτουργεί επικερδώς επί σειράν ετών μέχρι και το 2012, καλύπτοντας πλήρως τόσο τις λειτουργικές της ανάγκες όσο και τις εν γένει οικονομικές της υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένου του αναπόφευκτου τραπεζικού δανεισμού άρρηκτα συνυφασμένου με την εκμετάλλευση υψηλής ποιότητας ξενοδοχειακών μονάδων.
Παράλληλα δε, η ανάκληση της άδειας λειτουργίας της βασικής πιστώτριας της, προκάλεσε σημαντική αναταραχή στις πιστολήπτριες εταιρείες και φυσικά πρόσωπα, μεταξύ αυτών και στην εταιρεία, καθότι για ιδιαίτερα μεγάλο διάστημα, το τοπίο ήταν θολό και οι αντισυμβαλλόμενοι του υπό εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος αγνοούσαν τι μέλλει γενέσθαι για την ίδια την τράπεζα αλλά και τα δάνεια και τις καταθέσεις τους.
Συνεπεία, όμως, της σοβούσας οικονομικής κατάστασης που διατρέχει τη χώρα και του αντικτύπου της ανάκλησης της άδειας της «τοπικής» τράπεζας, η εταιρεία παρουσίασε σταδιακά μερική αδυναμία να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της.
Χαρακτηριστικά, το έτος 2015, η εταιρεία, λόγω των οικονομικών προβλημάτων της, δεν ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει στα έξοδα λειτουργίας και συντήρησης της ξενοδοχειακής μονάδας της και αναγκάστηκε, κατά συνέπεια, υπό τα τότε οικονομικά της δεδομένα, να εκμισθώσει τη ξενοδοχειακή μονάδα, ώστε να μην μείνει «κλειστό» το ξενοδοχείο της κατά την τουριστική σεζόν 2016, γεγονός που θα οδηγούσε στην απώλεια θέσεων εργασίας εργαζομένων που εργάζονταν στο ξενοδοχείου, θα επέφερε πλήγμα στην φήμη του, στη διαρκή του συνεργασία (επί τρεις δεκαετίες) με τουριστικά πρακτορεία της Ελλάδος και του εξωτερικού, αλλά και στην ίδια την μονάδα καθώς κάθε έτος χρήζει ανακαίνισης και συντήρησης, η δε μη λειτουργία της θα καθιστούσε την μετέπειτα επαναλειτουργία ιδιαιτέρως δύσκολη και δαπανηρή, καθώς οι εγκαταστάσεις θα παρήκμαζαν.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Αλέξανδρος Κοντογεωργίου.