Δραματική είναι η κατάσταση που επικρατεί στο εγχώριο λιανεμπόριο. Η παρατεταμένη ύφεση και η μείωση της αγοραστικής δύναμης έχουν συνθλίψει την κατανάλωση, ενώ η έλλειψη ρευστότητας και ο σκληρός ανταγωνισμός των πολυεθνικών οδηγεί χιλιάδες επιχειρήσεις σε αδιέξοδο και τις περισσότερες φορές στο «λουκέτο».
Ανάμεσα στα θύματα, είναι και «μεγάλα ονόματα» όπως η Sprider Stores, η οποία ύστερα από 30 χρόνια λειτουργίας αναγκάστηκε να κατεβάσει ρολά. Ωστόσο η μεγαλύτερη ζημιά έχει γίνει στις μικρομεσαίες και ατομικές επιχειρήσεις. Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί. Από το 2009 μέχρι το 2012 υπολογίζεται πως ο τζίρος στο λιανεμπόριο μειώθηκε κατά 31 δισ. ευρώ και από 79 δισ. ευρώ υποχώρησε στα 48 δισ. ευρώ, ενώ έως το τέλος του 2013 αναμένεται να χαθούν άλλα 4 δισ. ευρώ. Από το 2011 μέχρι σήμερα έχουν κλείσει 68.000 επιχειρήσεις και πάνω από 175.000 εργαζόμενοι έχασαν τη δουλειά τους, ενώ χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι με την πλάτη στον τοίχο και έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους για επιβίωση στις τράπεζες. Την ίδια ώρα, μεγάλες ελληνικές αλυσίδες όπως η Βάρδας, έχουν υποχρεωθεί σε σημαντική συρρίκνωση του δικτύου τους, προκειμένου να μειώσουν τα έξοδα λειτουργίας και να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες. Στον αντίποδα βρίσκονται οι πολυεθνικές, οι οποίες με την οικονομική ευρωστία και την επάρκεια κεφαλαίων που διαθέτουν, όχι μόνο αντέχουν στις προκλήσεις των καιρών αλλά αποσπούν μερίδια από τους μικρότερους παίκτες, καθώς έχουν τη δυνατότητα να κάνουν καλύτερες προσφορές στους καταναλωτές. Επιπλέον, ανοίγουν νέα καταστήματα στα καλύτερα σημεία των μεγάλων εμπορικών δρόμων και επεκτείνουν το δίκτυό τους, σε περισσότερα σημεία της χώρας.
Περισσότερες εγγυήσεις
Υπό αυτές τις συνθήκες, επαγγελματίες του κλάδου θεωρούν πως ήρθε η ώρα για να ληφθούν ουσιαστικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση του εμπορίου και να σταματήσει η συζήτηση για τη λήψη μέτρων όπως η απελευθέρωση των εμπορικών μισθώσεων, τα οποία αντί να δίνουν λύσεις, δημιουργούν περισσότερα προβλήματα. «Μπορεί ο κλάδος του λιανεμπορίου να μην αποτελεί προτεραιότητα για την πολιτεία, ωστόσο πρέπει να στηριχθεί καθώς απασχολεί χιλιάδες εργαζομένους, ενώ συνέπειες θα υπάρξουν και στην υπόλοιπη αγορά από συνεργάτες και προμηθευτές μέχρι τους πιστωτές», υπογραμμίζουν.
Το μεγαλύτερο βάρος, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΣΕΕ, Βασίλη Κορκίδη, πρέπει να δοθεί στην ενεργοποίηση των προγραμμάτων ενίσχυσης των μικρομεσαίων που, ενώ έχουν δρομολογηθεί, παραμένουν αναξιοποίητα. Ο ίδιος λέει πως χρειάζεται να αλλάξουν κάποιες προϋποθέσεις και όροι και να μετατραπούν αυτά τα προγράμματα σε εγγυοδοσίας, ώστε να περάσουν πιο εύκολα στην αγορά και να συμβάλουν στις εργασίες των εμπόρων.
«Πολλές φορές θέλεις να κάνεις μια εισαγωγή και πρέπει να προκαταβάλεις, εάν υπάρχει ένα ταμείο εγγυοδοσίας που να εγγυάται, αυτό το ποσό θα το πληρώσεις με την παραλαβή», σημειώνει. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Κορκίδης, χαιρέτισε την πρόθεση να μετεξελιχθούν οι συνεταιριστικές τράπεζες σε μια τράπεζα για μικρομεσαίους, χαρακτηρίζοντας επιτακτική ανάγκη την προώθηση σύγχρονων «υβριδικών» χρηματοδοτικών εργαλείων, συνδυάζοντας εγγυήσεις και μικροδάνεια.
Εξίσου σημαντικό, σύμφωνα με τον κ. Κορκίδη είναι οι τράπεζες να διευκολύνουν τους μικρομεσαίους, είτε με επιμήκυνση της χρονικής διάρκειας αποπληρωμής των δανείων είτε προσφέροντας περισσότερες δόσεις με μικρότερα ποσά, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις τους. «Γνωρίζουμε ότι το εμπόριο είναι ένας κλάδος υψηλού κινδύνου και είναι δύσκολο να επενδύσει κανείς σε αυτό τον χώρο τώρα, ωστόσο πρέπει να πιεσθούν οι τράπεζες να βοηθήσουν», σημειώνει ο ίδιος.