Στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου επέστρεψε την Παρασκευή η ποινική δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος ενός αλλοδαπού ελαιοχρωματιστή μετά από μήνυση γνωστής ξενοδοχειακής εταιρείας που τον εγκαλεί για τα αδικήματα της εκβίασης κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, της κακουργηματικής απάτης και της απάτης ενώπιον δικαστηρίου.
Η εταιρεία που εκμεταλλεύεται τρεις ξενοδοχειακές μονάδες στο νησί και μισθώνει άλλες είχε αναθέσει στον μηνυόμενο την πραγματοποίηση εργασιών ελαιοχρωματισμού και μονώσεων από το έτος 2005 έως το έτος 2010.
Συνήψαν με τον αλλοδαπό 9 εργολαβικά συμφωνητικά και εκείνος ανέλαβε την υποχρέωση να εκτελέσει χρωματουργικές και μονωτικές εργασίες έναντι συγκεκριμένου ποσού. Όπως υποστηρίζει η εταιρεία λόγω της ποικιλότητας των εργασιών και της διαδοχικής εκτέλεσής τους σε διαφορετικά κτιριακά ξενοδοχειακά συγκροτήματα ήταν αναγκαία η επιμέτρηση των επιμέρους εργασιών (κάθε κτηρίου χωριστά) γεγονός το οποίο θα καθυστερούσε την πρόοδο του έργου.
Υποστηρίζουν ότι εντελώς καλόπιστα αποδέχθηκαν την πρότασή του να του καταβάλλουν είτε με μετρητά είτε με μεταχρονολογημένες τραπεζικές επιταγές διάφορα ποσά έναντι της επιμέτρησης των εργασιών. Με το σύστημα αυτό η εταιρεία φέρεται να του κατέβαλε μέχρι σήμερα 2.610.596 ¤ και συγκεκριμένα σε μετρητά 2.125.596 ¤ και σε αξιόγραφα 485.000 ¤ χωρίς να έχει προβεί έστω σε ενδεικτική επιμέτρηση των εργασιών που κάθε φορά εκτελούσε.
Διατείνεται παραπέρα ότι ενώ ο μηνυόμενος έλαβε το ως άνω ποσό, μετά τη δέσμευσή του για μελλοντική επιμέτρηση, εξέδωσε και παρέδωσε στην εταιρεία 13 δελτία παροχής υπηρεσιών συνολικού ποσού (μαζί με τον αναλογούντα Φ.Π.Α.) 2.102.894,91 ¤. Η εταιρεία υποστηρίζει ότι ο μηνυόμενος προέβαινε ανελλιπώς και εν αγνοία της σε επιμετρήσεις των εργασιών που εκτελούσε (χωρίς ποτέ να της γνωστοποιήσει την ύπαρξη και κυρίως το αποτέλεσμα των επιμετρήσεων αυτών) και συνεπώς γνώριζε κάθε φορά που εισέπραττε από την εταιρεία είτε μετρητά είτε αξιόγραφα (έναντι των εργασιών) ότι η αξία των εκτελούμενων από αυτόν εργασιών ήταν υποδεέστερη από την αξία των χρημάτων και των μεταχρονολογημένων επιταγών που απαιτούσε και η εταιρεία καλόπιστα του κατέβαλε.
Στις 30 Αυγούστου 2011 φέρεται να εμφάνισε και να σφράγισε ως απλήρωτη τραπεζική επιταγή αξίας 255.000 ευρώ και ημερομηνία πληρωμής 30 Αυγούστου 2011 ενώ εγνώριζε ότι δεν εδικαιούτο να την εισπράξει διότι τα χρήματα που είχε λάβει υπερκάλυπταν το σύνολο των εργασιών που είχε εκτελέσει. Χρησιμοποιώντας το σώμα της επιταγής εξέδωσε σε βάρος της εταιρείας Διαταγή Πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, γεγονός που δημιούργησε τεράστιους κινδύνους και προβλήματα αφού πέραν της εγγραφής της στον κατάλογο των δυσμενών στοιχείων του Τειρεσία διέτρεξε τον κίνδυνο να «κλείσουν» τα δάνεια που είχε λάβει και παράλληλα να χάσει την πιστοληπτική της ικανότητα.
Ισχυρίζεται ότι το γεγονός αυτό το εκμεταλλεύτηκε και κάλεσε τον νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας σε γραφείο δικηγόρου προκειμένου να εξευρεθεί όπως δήλωσε «λύση». Εκει,́ όπως διατείνεται η εταιρεία, ετέθη στον εκπρόσωπό της το εκβιαστικό, όπως το χαρακτηρίζει δίλημμα, ή να υπογράψει την αναγνώριση του χρέους της επιταγής των 255.000 ¤ και θα την αντικαθιστούσε με επιταγές και συναλλαγματικές ή θα γινόταν καταχώρηση στο σύστημα Τειρεσίας και αναγκαστική εκτέλεση.
Ο εκπρόσωπος της εταιρείας υπέγραψε τον Οκτώβριο του 2011 το συμφωνητικό. Η εταιρεία υποστηρίζει παραπέρα ότι τον Μάρτιο του 2012 ο μηνυόμενος επέδωσε αντίγραφο του απογράφου διαταγής πληρωμής απαιτώντας να του καταβληθεί για κεφάλαιο, τόκους και έξοδα το συνολικό ποσό των 210.787,34 ¤. Για την έκδοση της διαταγής πληρωμής χρησιμοποίησε τα σώματα 2 μεταχρονολογημένων καταπιστευτικών επιταγών που του είχαν εκδώσει, με την προοπτική, όπως υποστηρίζει η εταιρεία, της επιμέτρησης των εργασιών.
Η εταιρεία άσκησε ανακοπή ζητώντας την ακύρωση της διαταγής πληρωμής και κάλεσε τον μηνυόμενο για τη διενέργεια επιμέτρησης. Υποστηρίζει η εταιρεία ότι αρνήθηκε να παρουσιαστεί και τότε απευθύνθηκε σε τεχνικό γραφείο πολιτικού μηχανικού ο οποίος προέβη στην επιμέτρηση και κοστολόγηση των εργασιών. Με έκπληξη αλλά και αγανάκτηση, όπως τονίζει, διαπιστώθηκε ότι η συνολική αξία των εργασιών που είχε εκτελέσει χωρίς τον αναλογούντα Φ.Π.Α. ανερχόταν στο ποσό του 1.091.312,20 ¤́ και ότι είχε εισπράξει απατηλά επιπλέον 1.519.283,80 ¤.
Η εταιρεία υποστηρίζει επιπλέον ότι έχει στη διάθεσή της τις επιμετρήσεις που είχε ενεργήσει για λογαριασμό του μηνυόμενου ένας επιμετρητής αντίγραφα των οποίων εξασφάλισε. Σύμφωνα με τις επιμετρήσεις του ίδιου του μηνυόμενου, όπως διατείνεται η εταιρεία, την παραπλανούσε επί 4 και πλέον χρόνια ώστε να εισπράττει χρήματα και να παραλαμβάνει αξιόγραφα για ήδη εξοφλημένες εργασίες.
Την υπόθεση χειρίζονται οι δικηγόροι κ.κ. Φ. Κωστόπουλος και Μ. Κουτσούκος.