Στο κόκκινο βρίσκεται για ακόμη μία φορά η κατάσταση όσον αφορά το μεταναστευτικό – προσφυγικό στην Ελλάδα, χωρίς μάλιστα να υπάρχει ορατή λύση άμεσα. Η αύξηση των μεταναστευτικών προσφυγικών ροών τον τελευταίο μήνα στα νησιά του Βορείου Αιγαίου οδήγησε το σύστημα υποδοχής και φιλοξενίας, που έτσι και αλλιώς βρισκόταν στα όριά του, σε πλήρες αδιέξοδο. Από τις αρχές Αυγούστου περίπου 6.000 αιτούντες άσυλο έχουν προστεθεί στα ήδη υπερκορεσμένα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ ή αλλιώς hotspot) των νησιών, καθιστώντας τη διαβίωση των ανθρώπων σε αυτά από άκρως προβληματική έως και επικίνδυνη. Μόλις πριν από τρεις ημέρες ένας 15χρονος Αφγανός έχασε τη ζωή του μαχαιρωμένος από συνομήλικο ομοεθνή του. Οι δύο έφηβοι ήρθαν στα χέρια για την ιδιοκτησία ενός ηχείου που συνδέεται με κινητό και χρησιμοποιείται για να παίζει μουσική. Πάνω από 24.000 πρόσφυγες και μετανάστες βρίσκονται σε Λέσβο, Σάμο, Χίο, Λέρο και Κω, εκ των οποίων οι 20.000 υπολογίζεται ότι διαμένουν στα ΚΥΤ, τα οποία μπορούν να στεγάσουν το 1/3 εξ αυτών.
Την ίδια στιγμή και τα κέντρα φιλοξενίας στην ενδοχώρα είναι ασφυκτικά γεμάτα, ενώ και τα προγράμματα φιλοξενίας σε ξενοδοχεία όπου διαμένουν 4.800 αιτούντες άσυλο λήγουν τον Οκτώβριο. Εφόσον δεν παραταθούν (πρέπει να εγκριθεί η σχετική χρηματοδότηση), θα πρέπει να βρεθούν επιπλέον 5.000 θέσεις για να μεταφερθούν οι ωφελούμενοι. Συνολικά εκκρεμούν 67.000 αιτήματα ασύλου, με την αρμόδια υπηρεσία να έχει τη δυνατότητα κατά μέσον όρο να διεκπεραιώσει περίπου 2.400 αιτήματα τον μήνα. Πρακτικά, με αυτόν το ρυθμό χρειάζονται πάνω από δύο χρόνια για να εξεταστούν σε πρώτο βαθμό τα αιτήματα όσων βρίσκονται ήδη στη χώρα, ενώ καθημερινά υπολογίζεται ότι φτάνουν κατά μέσον όρο 253 άτομα από την Τουρκία στα ελληνικά νησιά.
Ο αναπληρωτής υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιώργος Κουμουτσάκος μετέβη χθες στο Βερολίνο συνοδεύοντας τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, καθώς το μεταναστευτικό – προσφυγικό βρίσκεται στη δεύτερη θέση της ατζέντας, μετά την οικονομία, των συζητήσεων που θα λάβουν χώρα στη γερμανική πρωτεύουσα.
Πηγές του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής αποδίδουν την αύξηση των ροών στα ελληνικά νησιά στην πίεση που επιθυμεί να ασκήσει η τουρκική κυβέρνηση στην Ευρώπη. Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών της Τουρκίας Σουλεϊμάν Σοϊλού στις 22 Ιουλίου, που απείλησε ότι αν η Τουρκία ανοίξει τις πύλες με τους πρόσφυγες, καμία κυβέρνηση δεν θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει το κύμα των προσφύγων για πάνω από έξι μήνες, σημειώνουν.
Η αντιμετώπιση
Οσον αφορά την αντιμετώπιση του προβλήματος, οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι σχεδιάζονται λύσεις, μεταξύ των οποίων η δημιουργία νέων θέσεων στην ενδοχώρα αλλά και η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου για την εξέταση των αιτημάτων ασύλου, καθώς και για την απόδοση του χαρακτηρισμού «ευάλωτος» σε όσους βρίσκονται στα νησιά. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, όποιος κρίνεται ευάλωτος εξαιρείται της κοινής δήλωσης Ευρωπαϊκής Ενωσης – Τουρκίας και άρα δεν μπορεί να επιστραφεί στην Τουρκία. Με αυτή την έννοια πραγματοποιείται άρση του γεωγραφικού περιορισμού και μεταφέρεται σε δομές στην ενδοχώρα έως ότου εξεταστεί το αίτημα ασύλου του.
«Σε ποσοστό 85% όσοι φτάνουν στα νησιά χαρακτηρίζονται ευάλωτοι και άρα μπορούν να μεταφερθούν στην ενδοχώρα», σημειώνει η ίδια πηγή. Είναι ολοφάνερο ότι ένα σύστημα που δέχεται μόνο εισροές δεν μπορεί παρά να έχει ημερομηνία λήξης, καταλήγει.
Εως τις 25 Αυγούστου, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Υπηρεσίας Ασύλου, εκκρεμούσαν 66.908 αιτήσεις ασύλου προς εξέταση. Το 2018 κατατέθηκαν 66.966 αιτήματα ασύλου ενώ το 2019 έχουν ήδη κατατεθεί 36.194.
Οι καθυστερήσεις στην εξέταση των αιτημάτων ασύλου οφείλονται στον μεγάλο όγκο των αιτημάτων που η ελληνική υπηρεσία έχει να αντιμετωπίσει. Από την άλλη, η ελληνική νομοθεσία δίνει τη δυνατότητα –μετά την απόρριψη– να ασκηθεί εκ νέου αίτημα σε δεύτερο βαθμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2019 το 45% των αποφάσεων που εκδόθηκαν σε α’ βαθμό (συνολικά 7.974) ήταν αρνητικό. Ωστόσο την ίδια χρονιά έγιναν 8.934 προσφυγές σε β’ βαθμό, εκ των οποίων οι 1.343 αφορούσαν Αλβανούς.
Ανάγκη να αναληφθεί δράση άμεσα
Εκκληση για άμεση δράση στην Ελλάδα απευθύνει το Νορβηγικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (NORCAP), ένας οργανισμός που έχει προσφέρει σημαντική πρακτική και τεχνική βοήθεια στη χώρα μας από την αρχή της προσφυγικής κρίσης το 2015. Εκπρόσωποι του συμβουλίου βρίσκονται στη Λέσβο παρέχοντας υποστήριξη στο ΚΥΤ και στις υπηρεσίες ασύλου, οπότε και γνωρίζουν από πρώτο χέρι την κατάσταση. «Δέκα χιλιάδες αιτούντες άσυλο διαμένουν σε συνθήκες απόλυτου συνωστισμού, σε ένα camp που έχει σχεδιαστεί για 3.500 ανθρώπους. Χωρίς κατάλληλο κατάλυμα, χωρίς ούτε καν ένα σάκο ύπνου για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον επερχόμενο χειμώνα, η ασφάλεια αυτών των απελπισμένων ανθρώπων βρίσκεται πλέον σε κίνδυνο», τονίζει η Benedicte Giaever, γενική διευθύντρια του NORCAP. Οπως σημειώνουν οι άνθρωποι του συμβουλίου που βρίσκονται στη Λέσβο, οι ημερήσιες αφίξεις έχουν αυξηθεί πολύ, με οκτώ βάρκες ανά μέσον όρο να φτάνουν μόνο στη Λέσβο. «Ελάχιστοι μεταφέρονται στην ενδοχώρα καθώς δεν υπάρχουν ελεύθερες θέσεις», επισημαίνουν. Μάλιστα, συγκρίνουν τις συνθήκες με αυτές του 2015 στο νησί και σημειώνουν ότι δεν υπάρχουν καταλύματα, ούτε υπηρεσίες υγείας ούτε καν κατάλληλο φαγητό. «Οι άνθρωποι κοιμούνται κάτω από τεράστιες τέντες, χωρίς να γνωρίζουν αυτόν που βρίσκεται δίπλα τους το βράδυ, γεγονός που προκαλεί φόβο και ανασφάλεια. Παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει δώσει κονδύλια στην ελληνική κυβέρνηση για να αντεπεξέλθει σε αυτή την κρίση, δεν είναι αρκετά για να αντιμετωπιστούν οι τεράστιες ανάγκες που υπάρχουν», σημειώνουν. Σύμφωνα πάντα με τους εκπροσώπους του NORCAP, «ανάμεσα στους αιτούντες άσυλο στη Λέσβο, στο ΚΥΤ (Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης) στη Μόρια υπάρχουν περίπου 600 ασυνόδευτοι ανήλικοι ηλικίας έως 10-11 ετών, οι οποίοι μένουν με άγνωστους ενηλίκους, εκτεθειμένοι στον κίνδυνο του trafficking ή της παρενόχλησης και της κακοποίησης». Χρειάζονται επείγουσες λύσεις για να αντιμετωπιστούν οι απάνθρωπες συνθήκες στα ελληνικά νησιά», τονίζει η Benedicte Giaever. «Οχι μόνο η ελληνική κυβέρνηση χρειάζεται μεγαλύτερη στήριξη για να αντιμετωπίσει την κρίση επαρκώς, αλλά και οι ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να αναλάβουν το μέρος της ευθύνης που τους αναλογεί. Αυτό σημαίνει να μετεγκαταστήσουν αυτούς τους ανθρώπους και να τους προσφέρουν ασφάλεια», καταλήγει.
Ιδια, ίσως και χειρότερη, κατάσταση επικρατεί και στη Σάμο στο ΚΥΤ που βρίσκεται στο Βαθύ. Καθώς η δομή με τα κοντέινερ χωράει 650 άτομα και στον χώρο βρίσκονται πάνω από 4.000, οι υπόλοιποι έχουν στήσει σκηνές και παράγκες στα διπλανά χωράφια.